Η αναζήτηση κατεπειγουσών λύσεων άμεσης και μακράς απόδοσης στο πρόβλημα της ανεργίας πρέπει να αποτελέσει αληθινή εθνική προτεραιότητα. Η πολύχρονη παθολογική προσήλωση στα κριτήρια της ονομαστικής σύγκλισης και το κλίμα μέσα στο οποίο αυτή συντελείται ελαχιστοποίησε την προσοχή σε μείζονα θέματα, όπως είναι η απασχόληση και ο δημοκρατικός πολιτικός έλεγχος θεσμών οι οποίοι περιήλθαν διά διολισθήσεως στην αποκλειστική δικαιοδοσία της αγοράς. Εξασθένισε την προσοχή των κέντρων αποφάσεων αλλά δυστυχώς και εκείνη των άμεσα θιγομένων. Οσο όμως και να έχει δίκαιο ο Κρούγκμαν ότι η εποχή μας είναι εποχή μειωμένων προσδοκιών και επομένως απουσίας κάθε διαμαρτυρίας για τις αποκαρδιωτικές επιδόσεις της οικονομίας και όχι μόνο, όλα, και η ανοχή και η αντοχή, έχουν όρια. Πολύ περισσότερο όταν αυτές τις επώδυνες θυσίες στον βωμό της νομισματικής ενοποίησης τις επωμίσθηκαν, γενικά στην ΕΕ και ασφαλώς εδώ, οι άνεργοι και οι φτωχοί εργαζόμενοι. Και τούτο εξαιτίας της ανικανότητας των κατά περίπτωση φορέων της δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής να επιμετρήσουν το κόστος προσαρμογής δίκαια και προς όφελος της εργασίας και της αναποτίμητης κοινωνικής συνοχής.


Στην Ευρώπη και παρ’ ημίν δεν έχει κατανοηθεί επαρκώς ακόμη αυτό που ο πρόεδρος Μπους από το 1989 είχε επιτάξει στον και τότε ισχυρό κ. Γκρίνσπαν, λέγοντάς του: «Η έμμονη ιδέα του πληθωρισμού είναι επικίνδυνη, γιατί αυτό που έχει σημασία είναι να παρέχεται απασχόληση σε κάθε Αμερικανό που το επιθυμεί». Η Ευρώπη του Μάαστριχτ δυστυχώς έλαβε και επέβαλε διαφορετικές αποφάσεις, οι οποίες ανέδειξαν σε ιερά τα μεγέθη του πληθωρισμού, του ελλείμματος και των επιτοκίων. Και προς κατάκτησή τους χρησιμοποιούνται δύο εργαλεία: η ύφεση και η ανεργία. Παλαιά τέχνη των τραπεζιτών: μαζική ανεργία, υφεσιακή μονομανία. Η δεκαετία του ’90 οδεύει προς το τέλος της και μόλις αρχίζουν να κατανοούνται στρεβλώσεις που είχαν βαρύ κόστος στην κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη αλλά και στη μεγέθυνση της οικονομίας. Η παγκοσμιοποίηση ως αιτία και ως άλλοθι εγγενών αδυναμιών. Η ΟΝΕ ως ύψιστος σκοπός έως αυτοσκοπός. Η λιτότητα ως μέσο, μοναδικό μέσο. Ενας ασυγκράτητος νεοφιλελευθερισμός με τη λεοντή της σοσιαλδημοκρατίας. Ολα συντελέσθηκαν και εξακολουθούν να τεκταίνονται εν ονόματι μιας τάχα μονόδρομης σκέψης ενός νεοπλασιακού οικονομισμού, ο οποίος διεχώρισε το οικονομικό από το πολιτικό και κατ’ ακολουθίαν και από το κοινωνικό. Η ρήξη οικονομικού – πολιτικού στη θεωρία και στην πράξη απαλλάσσει την οικονομία από τον πολιτικό έλεγχο και την αποδεσμεύει από την κοινωνική ηθική. Αυτό επαληθεύει τη διαπίστωση που είχε κάνει ήδη ο Keyns ότι δεν εξασφαλίζεται η πλήρης απασχόληση ενώ η κατανομή του πλούτου και του εισοδήματος παραμένει αυθαίρετη και άδικη.


Η έξαρση της ανεργίας προκαλεί πονοκεφάλους στους ευρωενωσιακούς ηγέτες, οι οποίοι, πέραν ορισμένων λόγων που δείχνουν την έναρξη ενός προβληματισμού, ως την ώρα δεν επέδειξαν την απαραίτητη τόλμη να αναμετρηθούν με την τρέχουσα ευρωπαϊκή πραγματικότητα που συνίσταται στη χρόνια διαρθρωτική ύφεση, η οποία παράγει τις στρατιές των νεοπτώχων. Αυτά όταν ακόμη και ο Τζορτζ Σόρος κατάλαβε ότι «οι δυνάμεις της αγοράς, εφόσον αφεθούν ελεύθερες, μπορούν να προκαλέσουν χάος». Η Ευρώπη προσκολλημένη στην ονομαστική σύγκλιση, μέρος της οποίας είναι η ΟΝΕ, αδυνατεί επί του παρόντος τουλάχιστον να υπηρετήσει μια μακρύτερη και βιωσιμότερη προοπτική. Γερμανική και γαλλική οικονομία, μολονότι έχουν τη μερίδα του λέοντος σε αυτό που ονομάζεται μεγάλη αγορά και ευρώ, αντί να προχωρήσουν στην ουσιαστική ενίσχυση των οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου, η πρώτη και μόνη άλλωστε περιορίζει ασφυκτικά τη συνεισφορά της στον ούτως ή άλλως ασήμαντο κοινοτικό προϋπολογισμό, που μόλις φτάνει το 1,28 του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Η ΕΕ θα μπορούσε να είχε επιλέξει μια πολιτική πλήρους απασχόλησης που θα στηριζόταν στην επιδίωξη υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης, ικανών να παραγάγουν απασχόληση. Οι παλινωδίες, η βραδύτητα και η αναποφασιστικότητα των κυβερνήσεων είναι απίστευτες.


Ωστόσο είναι αλήθεια ότι και οι ευρωενωσιακές οικονομίες παραμένουν πεισματικά εθνικές. Ενδεικτικό του φαινομένου ότι η κινητικότητα κεφαλαίου και εργασίας στην ΕΕ είναι αντιστοίχως μόλις 1,5 και 1% του όλου ευρωπαϊκού. Είναι φανερό ότι ενώ διανύουμε περίοδο όξυνσης των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, ταυτόχρονα αντιμετωπίζουμε έκρηξη περιφερειακής και τοπικής δυναμικής. Δηλαδή το εκ διαμέτρου αντίθετο. Αρα η υπερκίνηση της διαρθρωτικής ύφεσης και της συνεχούς διόγκωσης της ανεργίας αποτελεί εν τέλει εθνικό στοίχημα. Ενα ευρωπαϊκό σχέδιο για την απασχόληση που διατυμπανίστηκε κατά κόρον τον τελευταίο καιρό παραμένει εγκλωβισμένο στη μέγγενη της ευρωγραφειοκρατίας. «Οι κυβερνώντες δεν έχουν την ίδια αίσθηση του επείγοντος με εμάς» επισήμανε με σκεπτικισμό και απογοήτευση για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σε πρόσφατη συνέντευξή του ο πατέρας αυτής της πρότασης, ο Ζακ Ντελόρ. Για να καταλήξει ότι «η πολιτική ζωή είναι πολύ συρρικνωμένη σήμερα, χάνονται από την οπτική τα μεσοπρόθεσμα προβλήματα». (Απορία δική μας: Μήπως έχουν καλύτερη μεταχείριση τα μακροπρόθεσμα και τα άμεσα;)


Στη χώρα μας φτάσαμε το 59% των ανέργων να είναι οι νέοι μας ως 29 ετών. Ο αριθμός είναι πράγματι τρομακτικός. Ενα κάποιο καθυστερημένο και αυτό χλωμό εθνικό σχέδιο δράσης εξηγγέλθη πρόσφατα και ελπίζω ότι άρχισε να υλοποιείται. Αφορά την εκδαπάνηση 300 δισ. για την ανεργία και 100 δισ. για νέους αγρότες. Τα πάθη της ανεργίας τα υφίσταται τόσο ο ευρωπαϊκός Νότος όσο και ο Βορράς. Μια συλλογική κοινοτική πρωτοβουλία άμεσης παρέμβασης είναι ευκταία αλλά καθόλου πιθανή, αν πρόκειται να είναι σοβαρή. Ταπεινόν συμπέρασμα: στα όρια της ελλαδικής οικονομίας θα γίνουν εκ των πραγμάτων όσα γίνουν. Να τα συνοψίσουμε:


α. Να παύσει επιτέλους ανεργία και ύφεση να αποτελούν εργαλεία προσαρμογής στις απαιτήσεις της ΟΝΕ.


β. Το από ‘δώ και πέρα κόστος της σύγκλισης είναι βάναυσα άδικο να εξακολουθήσουν να το πληρώνουν άνεργοι, φτωχοί εργαζόμενοι και συνταξιούχοι, ευπαθείς ομάδες που δεν πρόκειται να έχουν το παραμικρό όφελος από την ΟΝΕ. Τίμιο είναι να το αναλάβουν όσοι προσδοκούν κέρδη: βιομήχανοι έμποροι και άλλοι.


γ. Καιρός είναι να πάμε σε πολιτική πλήρους απασχόλησης, με ό,τι αυτή συνεπάγεται στα πλαίσια πολιτικών οικονομικής μεγέθυνσης και αειφόρου ανάπτυξης. Μείωση κόστους εργασίας είναι νοητή με πρακτικές αύξησης παραγωγικότητας. Χωρίς τον γνωστό μύθο του νεοφιλελευθερισμού ότι η συνέπεια της κερδοφορίας θα γίνει αυτομάτως παραγωγική επένδυση και απασχόληση.


δ. Το 35ωρο νομοθετήθηκε ήδη στη Γαλλία, προωθείται στην Ιταλία, συζητείται σε πολλές χώρες. Νοητή για την ελληνική οικονομία είναι αυτό που ονομάζεται ενεργητική εφαρμογή του. (Πρβλ. σχ. Η. Ιωκείμογλου, στο: «Ανεργία, μύθοι και πραγματικότητα», σελ. 136.) Χωρίς μείωση αποδοχών και με ταυτόχρονη λήψη συνοδευτικών μέτρων με στόχο τη μηδενική επίπτωση και τη βελτίωση πάντοτε της ανταγωνιστικότητας. Υπολογίζεται (ΙΝΕ της ΓΣΕΕ) ότι αυτή η διευθέτηση του χρόνου θα αποδώσει 130.000 νέες θέσεις απασχόλησης, ενώ θα διασώσει και άλλες 50.000 επαπειλούμενες σήμερα. Αναδιάρθρωση εργασίας και επιμήκυνση χρόνου λειτουργίας μηχανών ανήκουν στο πλέγμα παραλλήλων μέτρων.


Η ανάκτηση της υποβαθμισμένης ή και χαμένης κοινωνικής ευαισθησίας από τους λήπτες και διαχειριστές των αποφάσεων, η αποδαιμονοποίηση από ορισμένα καινά και κενά δαιμόνια της επίκτητης νεοφιλελεύθερης φιλοσοφίας, η αναζήτηση της συνοχής και της απασχόλησης, ιδού μερικές πρωτοβουλίες άμεσων δράσεων που μπορούν να αλλάξουν την εικόνα. Να ξυπνήσουν συνειδήσεις, να δώσουν ελπίδα. Ελπίδα και κίνηση προς τα εμπρός. Και καινούργιες ιδέες. Καινούργιες γιατί «Στα ερείπια συχνάζουν οι μέλισσες και οι πρώην ιδέες» (Ελύτης).


Ο κ. Στυλιανός Παπαθεμελής είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ, πρώην υπουργός.