ΣΤΟ ΕΡΓΟ του «Η ζωή του Γαλιλαίου» ο Μπέρτολτ Μπρεχτ περιγράφει τη σκηνή όπου ο κήρυκας αναγγέλλει την απόφαση του ομώνυμου ήρωα να αποκηρύξει, ενώπιον της Ιεράς Εξέτασης, τη θεωρία του ότι ο ήλιος αποτελεί το κέντρο του σύμπαντος. Ο μαθητής του, ο Αντρέας Σάρτι, απογοητευμένος αναφωνεί: «Αλίμονο στη χώρα που δεν έχει ήρωες». Και ο δάσκαλος, που λίγο πριν έχει υποκύψει στην πίεση των ιεροεξεταστών, αποφαίνεται στωικά: «Αλίμονο στη χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες».


Ισως με κάποια δόση ερμηνευτικής υπέρβασης ­ πιστεύω όμως όχι και αυθαιρεσίας ­ θα μπορούσε κανείς να ανασύρει, μέσα από αυτό το απόσπασμα, πέραν των άλλων, και ένα χαρακτηριστικό δείγμα διαπίστωσης της μετάβασης από το αρχέτυπο όχι μόνο του ιδανικού ανθρώπου αλλά και του πολιτικού-ηγέτη στις σύγχρονες εκδοχές του. Και για να χρησιμοποιήσω ως σημείο αναφοράς τους τρεις μεγάλους τραγικούς μας, τη διαδοχική μετάβαση από το αισχύλειο υπεράνθρωπο πρότυπο στο σοφόκλειο εξιδανικευμένο σύμβολο και, τέλος, στο ευριπίδειο επίγειο και φθαρτό έρμαιο της καθημερινότητας.


* Η αισχύλεια εκδοχή


Ι. Στην αισχύλεια εκδοχή του, ο πολιτικός-ηγέτης έχει προμηθεϊκέςδιαστάσεις.


Α. Ο μυθικός τιτάνας, μετά την απερισκεψία του Επιμηθέα, βλέποντας τον άνθρωπο γυμνό και ανυπεράσπιστο και αψηφώντας την εντολή του Δία, έκλεψε από το εργαστήρι του Ηφαίστου και της Αθηνάς τη φωτιά και τις σχετικές τέχνες και του τις δώρισε για να ζήσει και να δημιουργήσει. Ο αρχηγός των θεών τον τιμώρησε για την ανυπακοή του δένοντάς τον στον Καύκασο και στέλνοντας καθημερινά έναν αετό να του σιγοτρώει το συκώτι. Ως τη στιγμή της λύτρωσης από τον ημίθεο Ηρακλή.


Β. Κάπως έτσι ο πολιτικός-ηγέτης, αφιερωμένος ολοκληρωτικά στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου και υπακούοντας στις οιονεί μεταφυσικές επιταγές του δημόσιου συμφέροντος, ακολουθεί σταθερά την ιδέα και τις συνακόλουθες αρχές που συνιστούν το προσωπικό του credo. Πέρα και έξω από θεωρήσεις πολιτικού κόστους και των μοιραίων συνεπειών του, βαδίζει στον μοναχικό δρόμο του. Ελκει μεν την εξουσία του από τη λαϊκή ετυμηγορία, πλην όμως οδηγεί το κοινωνικό σύνολο στο πεπρωμένο του, όπως εκείνος το οραματίζεται. Κάπως έτσι σκιαγράφησε τον πολιτικό ­ σε αντίθεση προς τον επιστήμονα, που πρέπει να είναι έτοιμος να αναιρέσει τις θεωρήσεις για να προαχθεί η γνώση ­ ο Max Weber, αναλύοντας τι είναι «Η πολιτική ως επάγγελμα». Και πάνω σ’ αυτό το πρόπλασμα αναδείχθηκαν, τουλάχιστον στη μεγάλη πλειονότητά τους, οι ηγέτες οι οποίοι αναδύθηκαν μέσα από τη δίνη των παγκοσμίων πολέμων ή και αργότερα, μέσα από τις συμπληγάδες του ψυχρού πολέμου και του αγώνα για να ξεπεράσουν οι λαοί και τα κράτη τα φράγματα της υπανάπτυξης, της πείνας και της εξαθλίωσης.


* Η σοφόκλεια μορφή


ΙΙ. Στη σοφόκλεια μορφή του, ο πολιτικός-ηγέτης αγγίζει τα εγκόσμια αποκτώντας σταδιακά τα χαρακτηριστικά του Νάρκισσου.


Α. Ο όμορφος γιος του θεού Κηφισού και της νύμφης Λειριώπης περιφρόνησε τον έρωτα των Νυμφών, οι οποίες, οργισμένες, ζήτησαν εκδίκηση από τη Νέμεση. Και εκείνη, εισακούγοντας την ικεσία τους, οδήγησε τα βήματά του στο νερό μιας πηγής. Βλέποντας ο Νάρκισσος το όμορφο πρόσωπό του να καθρεφτίζεται στην επιφάνειά της ερωτεύθηκε το είδωλό του. Και από μαρασμό για το ανικανοποίητο πάθος του ξεψύχησε δίπλα στην πηγή.


Β. Είναι πολύ πιθανό να μην είχε διαμορφωθεί ένα τέτοιο πρότυπο πολιτικού-ηγέτη, αν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και ιδίως τα ηλεκτρονικά, δεν είχαν ακολουθήσει την πορεία εξέλιξης που σήμερα ζούμε. Και για να γίνω σαφέστερος:


Σήμερα η πηγή του Νάρκισσου στον χώρο της πολιτικής είναι η οθόνη της τηλεόρασης και ­ ίσως σε μικρότερη έκταση και ένταση ­ η συσκευή του ραδιοφώνου. Και ακόμη πιο πρόσφατα τούτο το Διαδίκτυο. Εκεί ο πολιτικός-ηγέτης καθρεφτίζεται αναζητώντας το είδωλό του. Δεν είναι τόσο αυτός ο ίδιος που διαμορφώνει το πρότυπο και τα χαρακτηριστικά του. Είναι περισσότερο η εικόνα και ο ήχος που τα καθορίζουν. Εκείνος, απλώς, σιγά-σιγά προσαρμόζεται στο κέλευσμά τους, μαθαίνοντας αργά αλλά σταθερά να ταυτίζεται απόλυτα με το είδωλό του. Ωσπου στο τέλος το «ερωτεύεται». Με μία μόνο διαφορά από τον Νάρκισσο. Αυτός πέθανε από μαρασμό δίπλα στην πηγή. Ο πολιτικός, αφοσιωμένος στην εικόνα του, κάποια στιγμή αρχίζει να βυθίζεται στη λίμνη των ερτζιανών, η οποία στο τέλος πνίγει ολότελα την προσωπικότητά του.


ΙΙΙ. Στην ευριπίδεια κατάληξή του, ο πολιτικός-ηγέτης, παραδομένος ολοκληρωτικά στη λογική των εγκοσμίων, εκφράζει τη μοίρα του ηδονικού Ελπήνορα.


Α. Σε αντίθεση με τον αρχηγό του και οδηγητή στο μεγάλο ταξίδι της επιστροφής από την Τροία, ο Ελπήνωρ δεν διέθετε ούτε την παλικαριά ούτε την εξυπνάδα του Οδυσσέα: «Ούτε τι λίην / άλκιμος εν πολέμω ούτε φρεσίν ήσιν αρηρώς». Δεν έμεινε στη μνήμη μας, μέσα από την ομηρική διήγηση, για τα κατορθώματά του παρά μόνον ως «νήπιος» και «μαλθακός». Μεθυσμένος, κυριολεκτικά και μεταφορικά, επειδή ξαναβρήκε την ανθρώπινη μορφή του από τη μάγισσα Κίρκη, τσακίστηκε πέφτοντας και άφησε την τελευταία πνοή του στο νησί της. Δεν γύρισε ποτέ, μένοντας απλώς διαχρονικό σύμβολο της φθοράς και της προσκαιρότητας.


Β. Πολλά είναι εκείνα που παροτρύνουν σήμερα όχι μόνον αυτόν που ασχολείται γενικώς με τα κοινά αλλά ακόμη και τον πολιτικό-ηγέτη να μη «χαραμίζει» τη ζωή του αναζητώντας υψιπετείς στόχους. Και ακόμη πιο πολλά είναι αυτά που τον μεθούν με τα θέλγητρα της καθημερινότητας. Ιδίως δε η καθιερωμένη πεποίθηση ότι, σ’ έναν κόσμο που βαδίζει πια «με τον αυτόματο πιλότο», σε μια ανθρωπότητα που ζει στον ρυθμό της αδήριτης και, άρα, ακατανίκητης παγκοσμιοποίησης, οποιαδήποτε αντίσταση και, πολύ περισσότερο, οποιαδήποτε προσπάθεια να υπερνικήσει κανείς το μοιραίο είναι μάταιη. Ηθικό λοιπόν δίδαγμα, η υποταγή στον υπέρτατο νόμο της έγκαιρης προσαρμογής και της «συνετής» απόλαυσης των αγαθών της εξουσίας. Ετσι, είναι βέβαιο ότι ο πολιτικός δεν θα αφήσει ποτέ το νησί της Κίρκης. Οπως είναι εξίσου βέβαιο ότι μια μέρα θα τσακιστεί, πέφτοντας από το χαγιάτι του ανακτόρου της, κατά το παράδειγμα του Ελπήνορα, μεθυσμένος από την αλαζονεία της εφήμερης δύναμής του.


* Μπρεχτ ή Γαλιλαίος;


Αν είχα, στο πλαίσιο της σύγχρονης πολιτικής ζωής, να επιλέξω, κατά το δίλημμα που έθεσε ο Μπρεχτ, ανάμεσα στην επική κραυγή του Αντρέα Σάρτι, ο οποίος εξακολουθεί να αναζητεί ήρωες, και στην καθησυχαστική θέση του Γαλιλαίου, που φαίνεται να θεωρεί πια το είδος αυτό περίπου περιττό, η ζυγαριά μου θα έγερνε προς την πλευρά του ανασφαλούς μαθητή και όχι προς εκείνη του στωικού δασκάλου. Παράξενη, θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει, θεώρηση μπροστά στον ορίζοντα ενός κόσμου που ανοίγεται στο πέλαγος του 21ου αιώνα και της τρίτης χιλιετηρίδας, απαλλαγμένος από το άγχος των μεγάλων αντιθέσεων του πρόσφατου παρελθόντος, των τειχών και των ανυπέρβλητων διαχωριστικών γραμμών.


Καλως ή κακώς, ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν ότι η ιστορία δεν έχει τελειώσει. Καλώς ή κακώς, δεν με πείθει η άποψη ότι το μέλλον του κόσμου θα κριθεί μόνο στο επίπεδο της σύγκρουσης πολιτισμών, ένας από τους οποίους σίγουρα θα επικρατήσει. Αντιθέτως, είμαι πεπεισμένος ότι οι μεγάλες δυσκολίες είναι πάντα μπροστά μας. Η φιλελεύθερη δημοκρατία, ακόμη και στο απόγειο της καθιέρωσής της, έχει να αντιμετωπίσει τόσο τους κάθε μορφής ολοκληρωτισμούς που είτε δεν έχουν εκλείψει είτε θα εμφανισθούν με νέα πρόσωπα και προσωπεία, όσο και την ανάγκη της δικής της διαρκούς προσαρμογής στη συνεχώς εξελισσόμενη πραγματικότητα, ιδίως ως προς το κοινωνικό πρόσωπό της και τη συμμόρφωσή της προς τις επιταγές της δικαιοσύνης και της ελευθερίας.


Και σε αυτό τον μεγάλο και δύσκολο αγώνα για τον άνθρωπο έχουν, αναμφίβολα, θέση και οι ήρωες και τα σύμβολα. Οι ταγοί που θα σηκώσουν το βάρος των μεγάλων αποφάσεων, βαδίζοντας πολλές φορές αντίθετα προς το ρεύμα. Τα σύμβολα που θα γεννήσουν οράματα και θα αναστηλώσουν το πεσμένο ηθικό. Σίγουρα μια τέτοια θέση δεν εξυπηρετεί τη λογική και τη σκοπιμότητα εκείνων οι οποίοι, από άγνοια ή από στυγνό υπολογισμό, σκιαγραφούν ένα πολιτικό μέλλον γραμμικό, ειδυλλιακό, όπου οι φορείς της εξουσίας διαδραματίζουν δευτερεύοντα διαχειριστικό ρόλο ή, στις πιο δύσκολες στιγμές, ρόλο διαιτητή μεταξύ εξωθεσμικών δυνάμεων που συγκρούονται ανελέητα. Εξυπηρετεί όμως και εκφράζει το «πιστεύω» όλων εκείνων που, σε πείσμα της νοοτροπίας των μειωμένων προσδοκιών, του εφησυχασμού και της επανάπαυσης και χωρίς να απεμπολούν την ορθή θέση πως η πολιτική ήταν, είναι και θα παραμείνει η τέχνη του εφικτού, εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι οι στόχοι τους οποίους οφείλει να επιδιώκει πρέπει να προκύπτουν μέσα από ένα ­ σύμφυτο με την ανθρώπινη φύση ­ αμάλγαμα ήθους και ρομαντισμού.


Ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος είναι βουλευτής Επικρατείας, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.