Παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες μια σχεδόν παρανοϊκή κλιμάκωση των πιέσεων του διεθνούς παράγοντος με στόχο τη ματαίωση εγκατάστασης του πυραυλικού συστήματος στην Κύπρο. Από την άποψη αυτή, η αποτελεσματικότητα του τουρκοαμερικανικού μηχανισμού προπαγάνδας υπήρξε θεαματική, αποκαλύπτοντας φυσικά, για άλλη μία φορά, το δραματικό έλλειμμα ενός ελληνοκίνητου εξουδετερωτικού οργάνου.


Ολα γίνονται βεβαίως «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην και χωρίς αιδώ». Ούτε το πρωτογενές δικαίωμα αυτοάμυνας, ιδιαίτερα για χώρα τελούσα υπό εχθρική κατοχή, ούτε τα ταλαίπωρα εκείνα κατά καιρούς ψηφίσματα της παγκόσμιας υποκρισίας, μπόρεσαν να αποτρέψουν αυτά τα εκφυλιστικά φαινόμενα διεθνούς κυνισμού. Τα πνευματικοπαίδια του κ. Κίσινγκερ είναι φυσικό να λειτουργούν όπως εκείνος: «Στην εξωτερική πολιτική αφήνουν την ηθική στο σπίτι»!


Ετσι, με διάφορα λίγο-πολύ αφελή «επειδή», καταλήγουν σε ένα ωμό «διά ταύτα», που προσδιορίζει και την πολιτική τους ενέργεια. Εν προκειμένω, γι’ αυτούς η Τουρκία κατέχει στρατηγική θέση, είναι το ανατολικό στήριγμα του ΝΑΤΟ, κόμβος Μέσης Ανατολής ­ Ασίας ­ Ευρώπης. Εχει τον δεύτερο, μετά τις ΗΠΑ, στρατό, γι’ αυτό κάθε κριτική κατά της Τουρκίας, όπως και η απόρριψή της από την ΕΕ, «υποσκάπτουν τον δυτικό της προσανατολισμό». Η λογική αυτή αφήνει έξω από την πλάστιγγα των συμφερόντων της Δύσεως, δηλαδή των ΗΠΑ, την Ελλάδα και την Κύπρο. Γι’ αυτές υπάρχει απλώς ένας παραπληρωματικός ρόλος. Επομένως, εδώ παίζει ένας παίκτης. Η Τουρκία. Η οποία απειλεί να καταστρέψει τους πυραύλους. Απειλεί με πόλεμο την Κύπρο και άρα την Ελλάδα.


Στις ηγεσίες Ελλάδας και Κύπρου, τίθεται αμείλικτο και ιστορικό το δίλημμα: υποχώρηση ή αντεπίθεση; Εννοείται ότι λυτοί και δεμένοι έχουν εξαπολυθεί ομού με ορισμένους εγχωρίους, εγνωσμένης «ευκαμψίας», να μας καταπείσουν πόσο… ωραίο και πάντως συνετό είναι να ματαιώσουμε την ενίσχυση της κυπριακής άμυνας.


Αν πάμε σε μια φρόνιμη στάθμιση των διεθνών δεδομένων, αφού ενδοσκοπήσουμε προηγουμένως εαυτούς, μπορούμε, νομίζω, να καταλήξουμε αβίαστα στις ακόλουθες διαπιστώσεις:


Πρώτον: Ο Ελληνισμός δεν έχει πλέον άλλα περιθώρια υποχωρήσεων. Δεν μπορούμε να τον σύρουμε σε άλλη εθνική ταπείνωση. Αυτό πρέπει να καταστεί σαφές και σ’ αυτούς που μας «αγαπούν» και σ’ εκείνους που μας «μισούν». Είναι χρήσιμο να το γνωρίζουν αυτό οι πάντες. Αλλά να το γνωρίσουμε στους πάντες. Σ’ αυτή την περίπτωση και η δική μας ψυχολογία παγιώνεται («δεν πάει άλλο») και των άλλων αναπροσανατολίζεται και επαναπροσδιορίζεται.


Δεύτερον: Είναι κακόγουστος μαζοχισμός η αναμονή λύσης που θα προέλθει από τρίτους. Είμεθα στο 25ο έτος από εισβολής Αττίλα, αγέννητοι και γεννηθήκαμε, παιδιά και γεράσαμε, προσδοκώντας την «έντιμη» και «βιώσιμη λύση» που μας υπόσχεται αυτό το αμαρτωλό διεθνές σύστημα. Εχουμε το δικαίωμα να αντικρίζουμε αυτήν την πραγματικότητα εξακολουθητικά «δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα»;


Προχθές, ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος ­ οι ποιητές, κατά τον Αριστοτέλη, έχουν αίσθηση του συνολικού, του «καθόλου» ­ «ενόχλησε» μ’ αυτούς εδώ τους στίχους του:


«Είκοσι χρόνια μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ο Κίσινγκερ λέγεται ότι δήλωσε (σημ. δική μας: υπήρξε περί αυτής κάποια διάψευση του γραφείου του, αλλά η επαλήθευση γίνεται με τις πράξεις του, εσχάτως και αναδρομικά) τα εξής: «Αν θέλουμε να πλήξουμε τους Ελληνες, θα πρέπει να τους πλήξουμε στη γλώσσα, στη θρησκεία τους και στα πνευματικά και ιστορικά τους αποθέματα». Με άλλα λόγια, είναι σαν να ομολογεί πως δεν κατάφερε με τίποτα να εξουδετερώσει ηθικά τους Ελληνες. Ο,τι επέτυχε, το πέτυχε μονάχα με τη δύναμη των όπλων».


Και το επιμύθιον του ποιητή: «Τέτοιες ομολογίες καθαρμάτων σε εθνική αυτογνωσία πρέπει να μας φέρνουν. Κι ας μην ξεχνάμε μέσα στη λιγοψυχία μας, αυτά τα τέσσερα που οι Κίσινγκερ φοβούνται από εμάς».


Αυτά τα «τέσσερα» τους πονούν και τους πανικοβάλλουν, γιατί όταν αυτά ενεργοποιούνται ως ιστορικοί στόχοι, είναι ισχυρά και ικανά να κινήσουν αμέσως και μακροπρόθεσμα και συνειδητά τις συλλογικές δυνάμεις του Εθνους.


Τρίτον: Ασχέτως του ποιοι «άλλοι» διαπλέκονται στην κρίση με πρωταγωνιστές τους Αμερικανούς, πάντως το τελικό σημείο αναφοράς είναι η Αγκυρα και οι συμπεριφορές της στη δεδομένη στιγμή. Αυτό που ιστορικά συμβαίνει με τους Ελληνες είναι ότι συνήθως δεν έχουν γνώση των αδυναμιών της Τουρκίας και επίγνωση της δικής τους δύναμης. Η άκρως απόρρητη έκθεση του State Department («Το Βήμα», 19/7/1998) για τα γεγονότα του 1974 επιβεβαιώνει πανηγυρικά την άλλωστε καθολική αίσθηση της αμερικανικής ενοχής στην εισβολή και την εξέλιξή της «υπέρ των αμερικανικών συμφερόντων». Φυσικά, τα «αμερικανικά συμφέροντα» παραμένουν και θα εξακολουθήσουν αναλλοίωτα άχρι καιρού.


Το κρισιμότερο στοιχείο της έκθεσης είναι τούτο εδώ: «Οι Αμερικανικές Μυστικές Υπηρεσίες ανησυχούν σοβαρά για το ενδεχόμενο μιας ελληνικής στρατιωτικής επίθεσης στη Θράκη και γι’ αυτό απείλησαν την Αθήνα με διακοπή στρατιωτικής βοηθείας». Είναι έξω από κάθε αμφισβήτηση ότι μια τέτοια ελλαδική κίνηση θα άλλαζε άρδην τα δεδομένα και η έκτοτε πορεία των πραγμάτων θα ήταν βαθύτατα διαφορετική. Γενικά όταν κάτι σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά «ανησυχεί» τις ΗΠΑ, αυτό πανικοβάλλει το στρατιωτικό κατεστημένο της Αγκυρας και αυτό έχει επιβεβαιωθεί από πολλές πηγές. Σε σχέση τώρα με την ετοιμότητα και το πνεύμα αυτοθυσίας των ενόπλων παιδιών μας τις σκληρές εκείνες ώρες, η συγκλονιστική μαρτυρία του πτεράρχου Οικονόμου («Το Βήμα», 19/7/1998) έχει δραματική διάσταση.


Ηρωισμός χωρίς αποδέκτες. Ενα έθνος που διαθέτει ήρωες αλλά δεν τους αξιοποιεί. Ας λάβουν επιτέλους γνώση οι «φύλακες» πάσης αρμοδιότητας.


Τον Απρίλιο του 1923 οι Τούρκοι απεχώρησαν προς στιγμήν από τις συζήτησεις της Λωζάνης, διότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος αρνούνταν να δεχθεί την καταβολή αποζημιώσεων. Αλλά επανήλθαν τάχιστα παρότι στην ουσία δεν έλαβαν. Το «γιατί» το μαθαίνουμε τώρα, από τα εν τω μεταξύ δημοσιευθέντα απομνημονεύματα του υπαρχηγού της τότε τουρκικής αντιπροσωπείας Ριζά Νουρ μπέη (Τόμος Γ’, σελ. 1170 επ. της τουρκικής έκδοσης). Οφείλω την επισήμανση και τη μετάφραση στον καθηγητή Νεοκλή Σαρρή). Μεταξύ Ισμέτ και Ριζά Νουρ διεξάγεται ο εξής διάλογος:


Ισμέτ: Αν ο Πάγκαλος (πρόκειται βέβαια για τον τότε Θεόδωρο Πάγκαλο) επιτεθεί στην Ανατολική Θράκη…


Νουρ: Δεν είμαστε σε θέση να αμυνθούμε.


Ισμέτ: Η κυβέρνηση θα μας θεωρήσει υπεύθυνους.


Νουρ: Θα υπάρξει πόλεμος, η Κωνσταντινούπολη θα χαθεί».


Τελικά η επίθεση Πάγκαλου δεν έγινε, όπως τη φοβήθηκε ο Νουρ μπέης, και τα πράγματα έμειναν όπως τα όρισε η Καταστροφή. Κι αυτό το μάθημα είναι σπουδαίο. Για όσους φυσικά γνωρίζουν ανάγνωση και γραφή. Με δεδομένο ότι ενδεχόμενη ελλαδοκυπριακή υπαναχώρηση στο θέμα των πυραύλων σημαίνει καταρράκωση για χρόνια της αποτρεπτικής μας αξιοπιστίας και μετατροπή μας σε κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, το οποίο εφεξής θα υποκύπτει σε πρώτη στρατιωτική ή άλλη εκφοβιστική κίνηση της Τουρκίας, η επιβαλλόμενη στάση μας είναι η εμμονή και η ολοκλήρωση της εγκατάστασης των πυραύλων. Οποιαδήποτε άλλη εκδοχή (αποθήκευση στην Κύπρο, εγκατάσταση στην Ελλάδα ή και, ακόμη χειρότερα, ζώνη εξαίρεσης υπερπτήσεων υπό ιδίαν ευθύνη, επανέναρξη διακοινοτικού κλπ.) ούτε είναι ούτε μπορεί να εκληφθεί ως τακτικός ελιγμός. Μετρά ως στρατηγική επιλογή μας. Η Τουρκία (μαζί και οι κηδεμόνες της) για να αναστείλει και να ματαιώσει εξαγγελμένες ήδη ενέργειές της για καταστροφή των πυραύλων, για την οποία, ως γνωστόν, έχει προμηθευτεί από το Ισραήλ τους πυραύλους αέρος-εδάφους μακρού πλήγματος Popeye, θα το πράξει μόνον εάν και εφόσον έχει απτά δείγματα της ελληνικής αποφασιστικότητας. Σε περίπτωση κρίσης, δεν υπάρχουν ούτε ΗΠΑ ούτε ΕΕ. Κι αν υπάρχουν, είναι απέναντί μας. Γι’ αυτό προϋπάρχουμε εμείς. Η ελληνική απάντηση-αντίδραση πρέπει να είναι προγραμματισμένη, επαρκώς σχεδιασμένη και εμπράκτως εμφανής. Αυτή θα είναι η μόνη και αποτελεσματική δύναμη αποτροπής. Η Κύπρος δεν είναι πλέον μακριά.


Η «αμαρτία» των στρατηγών ­ με ή χωρίς γαλόνια ­, κατά τον Πλούταρχο, υπάρχει και όταν τους λείπει η προβλεπτικότητα και υφίστανται πανωλεθρία κι όταν χάνουν την ευκαιρία κατορθώματος από έλλειψη αυτοπεποίθησης. «Μία γαρ ως έοικεν απειρία και θράσος γεννά και θάρσος αφαιρείται». Δηλαδή η ίδια απειρία που γεννά το θράσος αφαιρεί το θάρρος. Ούτε άπειροι σε αριθμό είμαστε ούτε πια χωρίς πείρα.


Ο κ. Στ. Παπαθεμελής είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ, πρώην υπουργός.