Αφορμή για τη σημερινή επιφυλλίδα η συνήθης θερινή ανησυχία για την εκπαίδευση· και η αντίστοιχη πολυλογία, που εφέτος επεκτάθηκε και στη Βουλή, όπου ακούστηκαν οι συνήθεις κοινοτοπίες.


Εξάλλου, εκκρεμεί και η ολοκλήρωση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης· μαζί της, εκκρεμεί και η αγωνία όσων υπηρετούν στην εκπαίδευση και την πονούν. Για να επιτύχει όμως μια μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα αλληλένδετα πεδία του, όλες του τις βαθμίδες. Η εκπαίδευση είναι ένα σύστημα υποσυστημάτων· και ένα μόνο υποσύστημα, μια μόνο βαθμίδα αν παραμελήσει η μεταρρύθμιση, θα αποτύχει.


Θα ξαναπιάσω σήμερα, λοιπόν, ορισμένα προβλήματα της πανεπιστημιακής βαθμίδας, των οποίων τη λύση θεωρώ αναγκαία προϋπόθεση για οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Ετσι, μολονότι τα έχω αναφέρει και παλαιότερα, τα επαναλαμβάνω, επειδή ως τώρα κανένα από αυτά δεν έχει λυθεί.


Τα πανεπιστήμιά μας παρέχουν, κατά κανόνα, εκπαίδευση χαμηλής ποιότητας. Ετσι διαιωνίζεται ένας φαύλος κύκλος που καταστρέφει όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος: επειδή από τους πτυχιούχους του χαμηλού αυτού επιπέδου διορίζονται οι δάσκαλοι και οι καθηγητές Δημοτικών, Γυμνασίων και Λυκείων (και μολονότι τώρα, τουλάχιστον, διορίζονται χωρίς επετηρίδα, το επίπεδο εξακολουθεί να είναι χαμηλό). Ορισμένοι ξεπερνούν τα ελλείμματα της πανεπιστημιακής τους παιδείας και γίνονται οι στυλοβάτες του καταρρέοντος συστήματος. Αλλά οι περισσότεροι, με τα λειψά εφόδια που απέκτησαν στο πανεπιστήμιο, διδάσκουν στα παιδιά μας ό,τι ακριβώς τους μάθαμε: κολλυβογράμματα, αποστήθιση και ακρισία.


Τα παιδιά μας εισάγονται, με τη σειρά τους, στα πανεπιστήμια με αυτή τη λειψή προπαίδεια και χωρίς καμία ικανότητα κριτικής και μεθοδικής σκέψης. Ξαναρχίζουν λοιπόν τον φαύλο κύκλο, σε ακόμη χαμηλότερο επίπεδο ποιότητας. Ορισμένοι γίνονται, με τη σειρά τους, καθηγητές και δάσκαλοι στις επόμενες γενιές μαθητών. Ετσι, το σύστημα αναπαράγεται σε φαύλο κύκλο και διαιωνίζεται ­ αλλά χειροτερεύοντας, διαρκώς, από γενιά σε γενιά. Για να σπάσει ο φαύλος κύκλος, η τομή πρέπει να γίνει εκεί όπου διαμορφώνονται οι αυριανοί δάσκαλοι: στα πανεπιστήμια.


Γιατί όμως πάσχουν τα πανεπιστήμιά μας; Τι φταίει; Η έλλειψη υποδομής; Η κακή διοικητική οργάνωση; Ο μεγάλος αριθμός των φοιτητών; Ο μικρός αριθμός των διδασκόντων; Η περιορισμένη επιστημονική εμβέλεια ορισμένων από αυτούς; Η εξωπανεπιστημιακή απασχόληση πολλών άλλων; Η ασφυκτική και συνήθως στενοκέφαλη εποπτεία του υπουργείου;


Ολα αυτά συντελούν, λίγο ή πολύ. Ωστόσο, παρόμοια προβλήματα παρατηρούνται, σε μικρότερο έστω βαθμό, και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. στη Γαλλία), χωρίς να δημιουργούν τη δική μας κακοδαιμονία. Τα αίτιά της θα τα βρούμε σε ορισμένες εγχώριες ευρεσιτεχνίες που απαντώνται μόνο στα ελληνικά πανεπιστήμια, που αποτελούν παγκόσμιες αποκλειστικότητες. Πρόκειται για τα εξής τέσσερα προνόμια που έχουμε γενναιόδωρα εξασφαλίσει στους φοιτητές μας:


­ Να εξετάζονται επ’ άπειρον. Αρα, βάσει του νόμου των πιθανοτήτων, κάποτε θα «περάσουν»: είτε την ημέρα που θα καταφέρουν να αντιγράψουν· είτε τη φορά που θα τους τύχει ένα από τα λίγα θέματα που ξέρουν.


­ Να παίρνουν πτυχίο χωρίς να έχουν παρακολουθήσει ούτε ένα μάθημα και να επισκέπτονται το πανεπιστήμιο μόνο στις εξετάσεις.


­ Να μελετούν από ένα και μοναδικό εγχειρίδιο για κάθε μάθημα: πολλοί τεταρτοετείς αγνοούν ακόμη και το τι σημαίνει η λέξη «βιβλιογραφία».


­ Να παρακολουθούν μαθήματα και εξετάσεις με όποια σειρά τους αρέσει: για να επαναλάβω ένα προσφιλές μου παράδειγμα, μπορούν να προχωρούν στη Χειρουργική χωρίς να έχουν προηγουμένως μάθει Ανατομία.


Ξεκαθαρίζω αμέσως ότι διόλου δεν φταίνε οι φοιτητές μας για την κατάσταση αυτή. Θα ήταν αστείο να απαιτούμε από νέους 18 και 19 ετών την αυτοσυγκράτηση και την εργατικότητα που χρειάζονται για να απαρνηθούν τα παράλογα αυτά δικαιώματα, τα οποία παρέχει και νομιμοποιεί η ίδια η Πολιτεία. Αρα, φταίμε απλούστατα εμείς: οι εκάστοτε κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις, που δεν τολμούν να αντιμετωπίσουν το περίφημο «πολιτικό κόστος»· και οι διδάσκοντες στα πανεπιστήμια, όσοι σιωπούν επί δεκαετίες μπροστά σε αυτό το κατάντημα.


Τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, το ταχύτερο, είναι απλά· αρκεί να επαναφέρουμε στα πανεπιστήμιά μας τους κανόνες που ισχύουν, με μικρές παραλλαγές, σε όλα τα σοβαρά πανεπιστήμια του κόσμου:


­ Να καθιερωθεί υποχρεωτική παρακολούθηση για ορισμένες ασκήσεις και φροντιστηριακές παραδόσεις (μπορούν να γίνονται σε απογευματινές ώρες, ώστε να διευκολύνονται οι εργαζόμενοι φοιτητές).


­ Να περιοριστούν οι εξεταστικές περίοδοι σε τρεις και ο ολικός χρόνος φοίτησης στα έξι ως οκτώ χρόνια, ανάλογα με το επιστημονικό αντικείμενο.


­ Τα μαθήματα να διδάσκονται και να εξετάζονται με την επιστημονική και λογική τους σειρά: σε ορισμένα μαθήματα, ο φοιτητής να εξετάζεται μόνο αν έχει περάσει τα προαπαιτούμενά τους.


­ Να καταργηθεί το αντιεπιστημονικό και αποχαυνωτικό σύστημα του μοναδικού εγχειριδίου· η μελέτη να στηρίζεται σε συνδυασμό εγχειριδίων και βιβλιογραφίας.


­ Είτε υπάρχουν σε ένα πανεπιστήμιο επαρκείς βιβλιοθήκες είτε όχι, να οργανωθούν από τα πανεπιστημιακά τμήματα μικρά αναγνωστήρια, τα οποία θα διαθέτουν, σε πολλαπλά αντίτυπα, όλα τα εγχειρίδια και βιβλιογραφικά βοηθήματα και θα λειτουργούν επί δωδεκάωρο, έξι ημέρες την εβδομάδα. Πιστεύω (και είμαι έτοιμος να το συζητήσω με αριθμούς) ότι το ετήσιο κόστος των αναγνωστηρίων θα ήταν λιγότερο από το τεράστιο ποσό που σπαταλάται για τη δωρεάν διανομή του αποβλακωτικού εγχειριδίου (επτά δισεκατομμύρια κάθε χρόνο, σύμφωνα με πρόσφατη εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας!).


Μου φαίνεται ότι εμείς οι πανεπιστημιακοί θα έπρεπε να είχαμε απεργήσει προ πολλού, απαιτώντας να ληφθούν τέτοια μέτρα· αλλά επ’ αυτού θα επανέλθω.


Ο κ. Γ. Β. Δερτιλής είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.