Να μηδενίσουμε το κοντέρ. Θυμάμαι όλες τις μελλοθάνατες κυβερνήσεις να χρησιμοποιούν το ίδιο κλισέ. Να ελπίζουν σε μια αντεπίθεση που δεν ήλθε ποτέ. Ο πρωθυπουργός, που παρακολουθεί ποδόσφαιρο, το ξέρει. Όταν μια ομάδα δεν μπορεί να βγάλει τη μπάλα από την περιοχή της είναι βέβαιο ότι θα δεχθεί γκολ. Και αν, ήδη, έχει δεχθεί δύο ή τρία, τότε το ζητούμενο δεν είναι η αντεπίθεση αλλά η αποφυγή της συντριβής.

Ο κ. Τσίπρας προσπαθεί να μηδενίσει το κοντέρ. Να ξαναπιάσει το νήμα από την αρχή. Αυτό δεν γίνεται. Είμαστε στο 85 του παιχνιδιού. Δεν έχει πάγκο για να κάνει σοβαρές διορθωτικές κινήσεις. Επιπλέον και ο ίδιος, ο προπονητής, δεν είναι πλέον στο απυρόβλητο. Αμφισβητούνται οι δυνατότητες του να κάνει τις μαγικές κινήσεις, στις οποίες προσέβλεπε η ομάδα. Η σιγουριά του «δεν μπορεί, κάτι θα κάνει ο Τσίπρας και θα αλλάξει το παιχνίδι», μετά την τραγωδία στην Ανατολική Αττική, αντικαταστάθηκε από το αγωνιώδες, «μπορεί να κάνει κάτι ο Τσίπρας για να αλλάξει το παιχνίδι;».

Η αποδοχή της παραίτηση Τόσκα, μέρες μετά τη φονική πυρκαγιά, πολιτικά, ισοδυναμεί με μηδέν εις το πηλίκο. Αυτή η κίνηση ίσως να είχε ένα αποτέλεσμα αν γινόταν την επομένη της καταστροφής. Μετά το σόου που στήθηκε τη Δευτέρα το βράδυ, ενώ η πυρκαγιά είχε ολοκληρώσει το φονικό και καταστροφικό της έργο, το ζητούμενο για την κοινή γνώμη δεν είναι αν η κυβέρνηση επέδειξε τα απαιτούμενα ανακλαστικά, Αυτό έχει ήδη απαντηθεί.

Το θέμα, της κοινής γνώμης είναι αν ο πρωθυπουργός γνώριζε την έκταση της καταστροφής και, παρόλα αυτά, επέλεξε να γίνει μέρος ενός σόου με στόχο τη συγκάλυψη των ευθυνών άρα αποτελεί, αυτόματα, μέρος του προβλήματος και μάλιστα το πιο σημαντικό του.

Είναι βέβαιο ότι απάντηση στην ερώτηση «πιστεύετε ότι ο πρωθυπουργός γνώριζε;» είναι η πρώτη που διερευνούν οι επιτελείς του πρωθυπουργού. Η πιθανότητα απογοήτευσης είναι πολύ μεγάλη. Και τότε, όπως σε κάθε ομάδα, θα αρχίσουν τα δύσκολα. Θα αρχίσουν τα « εντάξει, δεν τραβάει η ομάδα αλλά κάνει λάθη και ο προπονητής.» Και τότε θα μιλάμε για άλλη μπάλα.