Μιαν αυτοψία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στα κέντρα όπου διαμορφώνεται αυτή επιχειρήσαμε προ ημερών στα πλαίσια κοινοβουλευτικής διπλωματίας με διακομματική αντιπροσωπεία. Απελευθερώνει από ψευδαισθήσεις ή στρεβλώσεις που προκαλούν εξιδανικεύσεις ή παραμορφωτικές σατανοποιήσεις. Οι σχεδιαστές της γεωστρατηγικής στη χώρα που έχει την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία είναι φυσικό να στοχεύουν στη στρατηγική διαχείριση των γεωπολιτικών της συμφερόντων. Το ερώτημα είναι με ποια κριτήρια κάνουν αυτές τις επιλογές. Και εδώ υπάρχει ένα ανοικτό πεδίο δράσεων που το αμερικανικό πολιτικό σύστημα προσφέρει στους ενδιαφερομένους. Επιτρέπει δηλαδή δυνατότητες επηρεασμού του συχνά απίστευτες. Είναι ζήτημα αξιοποίησης.


Στην Ουάσιγκτον συνομιλήσαμε για ελληνοτουρκικά – Κυπριακό με μιαν ευρύτατη γκάμα διαμορφωτών και κατά περίπτωση εκφραστών πολιτικής: Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Πεντάγωνο, Λευκός Οίκος, Γερουσία, Κογκρέσο. Οι επισημάνσεις:


Πρώτον: Με μιαν ειλικρίνεια που εγγίζει τον κυνισμό οι αμερικανοί συνομιλητές δεν αφήνουν καμιάν αμφιβολία ότι αυτό που τους απασχολεί, και για το οποίο και μόνον είναι εντεταλμένοι, είναι να διαχειρισθούν την κρίση. Οχι να λύσουν το πρόβλημα. Η διαφορά είναι χαώδης. Για το πρώτο χρησιμοποιούν την πίεση που εκ των πραγμάτων κατευθύνουν στον κατεχόμενο ή βαλλόμενο που είναι ασθενέστερος κρίκος και όχι στον εισβολέα. Για το δεύτερο πρέπει να επικαλεσθούν και να επιβάλουν τη διεθνή νομιμότητα και αυτό σημαίνει να πειθαναγκάσουν τις δυνάμεις κατοχής σε αποχώρηση και σεβασμό της νομιμότητας. Από κανενός επισήμου Αμερικανού τα χείλη δεν προκύπτει τέτοια πρόθεση. Οι ΗΠΑ είναι βέβαιο ότι δεν επιθυμούν μιαν ελληνοτουρκική σύγκρουση. Ως εδώ όμως. Η προειδοποίηση του επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία κ. Μπάιντεν, στα πλαίσια του Συμποσίου που έγινε στο Κογκρέσο με θέμα «ΗΠΑ – Κύπρος», ότι «είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι τα νομοθετικά σώματα θα αποφασίσουν να στείλουν στρατεύματα στην Κύπρο αν η Τουρκία χτυπήσει τους πυραύλους», είναι χαρακτηριστική. Ο ίδιος μάλιστα πρόσθεσε ότι «και αν το αποφασίσει ο πρόεδρος Κλίντον, το Κογκρέσο θα παραπέμψει το θέμα στη Δικαιοσύνη»! Είναι τραγικό, σε εκείνη τη μεγάλη χώρα κανείς δεν γνοιάζεται για το δίκαιο και το σωστό;


Κάποιος μας ρώτησε απορημένα «και τι θέλετε να κάνουμε, να διώξουμε τον τουρκικό στρατό;».


Να τον διώξετε, κύριοι, όπως διώξατε τον ιρακινό από το Κουβέιτ. Και επιτέλους, αν δεν το πράξετε έτσι, πάρτε ηπιότερα μέτρα, π.χ. κάνετε οικονομικό εμπάργκο, όπως το κάνετε τόσα χρόνια στο Ιράκ για ανάλογη ιστορική και νομική αιτία.


Δεύτερον: Οι αμερικανοί επίσημοι είναι αιχμάλωτοι μιας ανομολόγητης, αλλά οφθαλμοφανούς αντίληψης που, με το αζημίωτο φυσικά, καλλιεργούν συστηματικά επώνυμοι ομοεθνείς τους, συνδεδεμένοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας από το τουρκικό λόμπι. Σύμφωνα με αυτήν, η στρατηγική σταθερότητα στην Εγγύς Ανατολή επιβάλλει, εν ονόματι κυρίως των δρόμων του πετρελαίου, την ολόπλευρη στήριξη του κοσμικού στρατοκρατικού καθεστώτος της Αγκυρας με πάσαν ανοχήν για τα εκεί φρικιαστικά δρώμενα. Προφανώς αυτοί δεν διάβασαν τις δύο πρόσφατες εκθέσεις αμερικανικών Ινστιτούτων που αγγέλλουν σε ναυάγιο του αγωγού Μπακού – Τσεϊχάν. Η τουρκοϊσραηλινή συμφωνία είναι η ανώτατη έκφραση αυτής της «ευστάθειας». Κανείς στην Ουάσιγκτον δεν δείχνει να προβληματίζεται κατά πόσον μια εσωτερικά αποσταθεροποιημένη χώρα, η Τουρκία, που ενεργεί όμως ως αποσταθεροποιητική στον άμεσο περίγυρό της, μπορεί να διαδραματίζει σταθεροποιητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή της.


Τρίτον: Το αμόκ με τους S-300 ξεπερνά και τις πιο αφύσικες υποκριτικές αντιδράσεις. Δεν ενοχλούν ο κατοχικός στρατός, οι έποικοι, η εξόντωση των Αγνοουμένων, η εθνοκάθαρση των υποδούλων, η διαρπαγή των μνημείων, η συνεχής στρατικοποίηση του Ψευδοκράτους. Δεν ενοχλούν αυτά. Ενοχλεί αφάνταστα η άσκηση του δικαιώματος στην αυτοάμυνα μιας χώρας που τελεί υπό ξενική κατοχή κατά το ένα μέρος της και υπό την απειλή ολοκλήρωσής της κατά το υπόλοιπο. Ο φαρισαϊσμός στην υπέρτατη λάμψη του. Δεν μπορώ να φαντασθώ ότι ένας στρατηγός καριέρας, ο συνομιλητής μας στο Πεντάγωνο, αγνοεί ότι το ρωσικό πυραυλικό σύστημα ούτε είναι ούτε μπορεί τουλάχιστον άχρι καιρού να καταστεί, από αμυντικό που μόνο είναι, επιθετικό. Και όμως για κείνον οι S-300 είναι επιθετικοί!


Ενας ψυχρός παρατηρητής που ψάχνει να εντοπίσει πόσο είναι γνωστά, κατανοητά και κατ’ ακολουθίαν αποδεκτά στα κέντρα εξουσίας των ΗΠΑ τα ελληνικών συμφερόντων πράγματα βρίσκεται πρώτα πρώτα αντιμέτωπος με ένα καταφανές έλλειμμα πληροφόρησης. Φυσικά το αναπληρώνει η ζημιογόνα υποκατάστασή του από τη στρεβλή πληροφόρηση που συστηματικά επιχειρεί ο εχθρός. Η κινδυνωδέστερη άλλη όψη του είναι το έλλειμμα διεκδίκησης. Ο εχθρός προβάλλει και διεκδικεί τα πάντα εις βάρος μας επαγγελματικά και κατά σύστημα. Εμείς υπάρχουμε και απαντούμε ερασιτεχνικά και κατά σύμπτωση. Η κριτική εδώ δεν αναφέρεται στη διπλωματική μας εκπροσώπηση αλλά στην αβουλία και στην ανικανότητά μας να παρακολουθήσουμε κατά πόδας τον αντίπαλο και να στήσουμε μηχανισμό ανταγωνιστικό του δικού του για να είμαστε αποτελεσματικοί. Αξιο πολλών επαίνων το πρόσφατο επιστολικό προς Κλίντον ανάγνωσμα των Ελληνοαμερικανών, αλλά δεν μπορεί αυτό να αναπληρώσει το κενό ενός εξειδικευμένου Μηχανισμού. Το ζήτημα πρέπει να ξεκινήσει από την αφετηρία του. Οι στρατηγικοί σχεδιασμοί των ΗΠΑ για την Ανατολική Μεσόγειο, την παρευξείνιο ζώνη και την Εγγύς Ανατολή προσπερνούν ή παρακάμπτουν τον μείζονος γεωστρατηγικής αξίας ελλαδοκυπριακό χώρο. Η Ελλάδα και η Κύπρος, χώρες του δυτικού πολιτικού συστήματος με ανάλογες οικονομίες, σταθερές οι ίδιες, προσφέρουν υποδειγματική γεωπολιτική σταθερότητα. Η δραματική υποεκτίμησή τους στις αναλύσεις των Αμερικανών, ο παραμερισμός και η απομόνωση της Ελλάδος στα στενά βαλκανικά όρια παιχνιδιού και η απώθηση της Κύπρου ακρωτηριασμένης και αποδυναμωμένης σε κατάσταση τουρκικής ομηρείας και τουρκικών σχεδιασμών είναι μια πραγματικότητα που οφείλουμε να την αλλάξουμε. Και μπορούμε να την αλλάξουμε αν αποτελέσει, και πρέπει, ύψιστο στρατηγικό μας στόχο. Η μοιρολατρική αντίληψη ότι όλα έχουν κριθεί και τίποτε δεν αλλάζει στην Ουάσιγκτον είναι εξωπραγματική. Αν ξέρουμε και θέλουμε, τότε μπορούμε. Μπορούμε να αποδείξουμε όχι μόνο ότι έχουμε δίκαιο στο Κυπριακό και στο Αιγαίο, κάτι που οφείλουμε να το επαναλαμβάνουμε αδιάκοπα ως «Πάτερ ημών», αλλά ότι έχουμε δίκαιο να λέμε (αν και εφόσον αποφασίσουμε να το λέμε) ότι η Τουρκία είναι ανασφαλής χώρα, εύθραυστη εσωτερικά, άγνωστο τι κυβέρνηση θα έχει σε δύο – τρία χρόνια και άρα δεν μπορεί ουδείς να επενδύσει σε αυτήν πολιτικούς, οικονομικούς και άλλους, ακόμη και μεσοπρόθεσμους, σχεδιασμούς.


Στο νέο σύστημα ασφάλειας στην περιοχή εξ αντικειμένου πλέον η Τουρκία δεν μπορεί να έχει τον ρόλο και τη σημασία που είχε στο παλαιό. Αλλά αυτό πρέπει να τεκμηριωθεί. Πρέπει να αναληφθεί μεθοδική και επίμονη προσπάθεια για να το «χωνέψουν» οι σχεδιαστές της γεωπολιτικής. Η τουρκοαμερικανική προπαγάνδα, αντιστάσεως μη ούσης, έχει εισδύσει ως το υποσυνείδητο της αμερικανικής κοινωνίας. Δείγμα γραφής το ακόλουθο: σε σίριαλ μεγάλης ακροαματικότητας του CBS στις 9.6.98 (παραγωγός Μάρτιν Χόροβιτς, σκηνοθέτης Λάρι Μόσκοβιτς, αφορά μια δολοφονία τούρκου στρατιωτικού στην Ουάσιγκτον), η σκηνή εμφανίζει τον υπεύθυνο Δικαιοσύνης του Πενταγώνου να δίνει εντολή στον στρατιωτικό εισαγγελέα «να χειρισθεί την υπόθεση με λεπτότητα και διπλωματικότητα, διότι η Τουρκία είναι περιφεφειακή δύναμη και σημαντική σύμμαχος των ΗΠΑ και σε περίπτωση προσβολής θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αμερικανική εξωτερική πολιτική στη Μ. Ανατολή»!..


Μια αντεπίθεση και στο διπλωματικό πεδίο προϋποθέτει υιοθέτηση της πολιτικής ισχύος ως της μόνης ικανής να ενεργοποιήσει πολιτικές συμμαχιών, αδρανές ανθρώπινο δυναμικό, προσδίδοντας ένα νέο εθνικό όραμα στον λαό μας. Ο ρόλος του πτωχού συγγενούς ανήκει σε άλλες εποχές. Αυτός που ταιριάζει είναι του στρατηγικού συμμάχου.


Για να αλλάξεις όμως τους άλλους πρέπει να αλλάξεις πρώτα εσύ. Κανείς Χόλμπρουκ δεν θα διενοείτο να υποβάλει τις προτάσεις του Μαΐου για το Κυπριακό που αντανακλούν καθ’ ολοκληρία τις τουρκικές θέσεις, αν οι ημέτεροι διαμορφωτές εξωτερικής πολιτικής είχαν καθαρές και κρυστάλλινες απόψεις. Οταν εμείς προτείνουμε διζωνική, δικοινοτική κλπ. ομοσπονδία και άλλα καινοφανή παράδοξα, παραδοξότερα της Ζυρίχης, γιατί οι άλλοι να θυμούνται ότι η Κύπρος τελεί υπό εχθρική κατοχή και υπό εχθρική ομηρεία;


«Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή». Ως τότε η συνεχής, εντατική, ανταγωνιστική ενδυνάμωση της οπλικής μας ικανότητας πρέπει να έχει την ύψιστη εθνική προτεραιότητα.


Ο κ. Στέλιος Παπαθεμελής είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ, πρώην υπουργός