Μια πρόσφατη έρευνα στη Βρετανία έδειξε πως μετά τα τριάντα δεν ανακαλύπτουμε καινούργια μουσική. Κάπου εκεί υποχωρούν η διάθεση και το ενδιαφέρον. Σταματάμε να είμαστε κυνηγοί και ζούμε με ό,τι έχουμε μαζέψει μέχρι τότε στη σπηλιά μας. Αρκούμαστε στα μεγάλα τραγούδια του παρελθόντος, εκείνα που μας αναστάτωσαν στην εφηβεία και λίγο μετά, και ό,τι καινούργιο πέσει στον δρόμο μας θα μας έχει βρει εκείνο μέσα από ανενεργές και βαριεστημένες ακροάσεις ραδιοφώνου ή από φίλους.
Και νόμιζα πως συμβαίνει μόνο σε εμένα… Δεν είναι πως υποχωρεί η αγάπη σου για τη μουσική, αλλά εκείνο το παλιό ρίγος της πρώτης ακρόασης ενός σπουδαίου τραγουδιού δεν είναι εύκολο να το ξαναζήσεις.
Εχω κάποιες αδόκιμες ερμηνείες οι οποίες όμως, έτσι κι αλλιώς, δεν με κάνουν να νιώθω καλύτερα. Νομίζω πως το πάθος –γιατί περί πάθους πρόκειται –έχει πατρίδα την εποχή που νομίζεις πως είσαι αθάνατος. Από κει και πέρα πέφτουν πάνω σου λυτοί και δεμένοι -άνθρωποι και καταστάσεις –να το ενοχοποιήσουν για μια σειρά από εγκλήματα, με κυριότερο την άρνησή σου να συνταχθείς με την ωριμότητα και τον ορθολογισμό που έχει ανάγκη ο κόσμος μας για να προχωρήσει. Η φράση «ως πότε θα φέρεσαι σαν παιδί;» κόβει με ψαλίδι τον λώρο με την ανάγκη να δεις τη ζωή και σαν παιχνίδι.
Από την άλλη, η μουσική και τα τραγούδια έχουν χρηστική αξία. Εννοώ πως σαφώς και υπάρχουν αντικειμενικά μεγέθη, αλλά ο λόγος που μας συγκινεί δεν είναι τόσο η αναγνώριση μιας μεγάλης αξίας όσο η ταύτισή της με τη ζωή μας σε συγκεκριμένες περιόδους.
Τι να σου πει το ομορφότερο τραγούδι του κόσμου μπροστά σε ένα που έχεις ταυτίσει με τον μεγάλο σου έρωτα ή με εκείνο που σου τραγουδούσε η μητέρα σου –όταν ήσουν ερωτευμένος μαζί της; Τα τραγούδια ξέχωρα και μακριά από τις ζωές δεν είναι τίποτα. Απολύτως τίποτα. Το δέος δεν είναι κάτι αντικειμενικό που οφείλεις να το νιώθεις. Δεν έχει τόσο βαριές υποχρεώσεις το αίσθημα.
Αρα τη βρίσκω ως λογικό επακόλουθο της υποχώρησης των παθών μας και της παιδικότητας την παραίτηση από την αναζήτηση καινούργιας μουσικής. Tι να την κάνεις; Να την ταυτίσεις με τι;
Από μια ηλικία και μετά μπαίνεις στη συντήρηση, στον αυτόματο. Εκεί που κάποτε βούταγες με το κεφάλι, τώρα ρουφάς σταγόνες. Το έσχατο σημείο αυτής της αναπόφευκτης ήττας είναι η απαξίωση του καινούργιου, η υποτίμηση εκείνου που δεν καταλαβαίνεις. Τι κακό κι αυτό, όλες οι γενιές να πιστεύουν πως εκείνες μόνο έζησαν τις χρυσές εποχές!
Τις χρυσές εποχές δεν τις κάνουν τα μεγάλα τραγούδια από μόνα τους. Τις κάνει ο βιωμένος χρόνος, η σαρκωμένη συγκίνηση, το όμορφο ξόδεμα συνοδεία μουσικής, το κοινό σου περπάτημα με ανθρώπους, κι ας είναι λίγο χειρότερα τα τραγούδια σας σε σύγκριση με άλλων εποχών. Είναι όμως τα δικά σου, εκείνα στα οποία χρωστάς ένα κάρο πράγματα που δεν θα ξεχρεώσεις ποτέ. Το στοίχημα είναι να κρατήσει όσο γίνεται περισσότερο.
ΥΓ. Πρόσφατα έγινα αυτήκοος μάρτυρας των αναφιλητών ενός εξηντάρη για έναν καινούργιο του έρωτα που μοιάζει με εκείνο το εφηβικό παίδεμα.
Αυτός –φαντάζομαι –ανακαλύπτει ακόμη καινούργια τραγούδια.
Ο κ. Οδυσσέας Ιωάννου είναι συγγραφέας – στιχουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ