Ο Μίλτον Φρίντμαν (Milton Friedman, 1912–2006) θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους «γκουρού» του σύγχρονου Φιλελευθερισμού. Ενός αλά καρτ Φιλελευθερισμού, βέβαια, ο οποίος εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στην Οικονομία (θα χρησιμοποιήσω εδώ τον καθ’ όλα δόκιμο όρο «νεοφιλελευθερισμός») ενώ ταυτόχρονα καλοδέχεται αυταρχικά πολιτικά καθεστώτα σαν αυτό του Αουγούστο Πινοσέτ στη Χιλή, ή συντηρητικές κυβερνήσεις που επιχείρησαν να καταργήσουν κατακτημένες κοινωνικές ελευθερίες, όπως η κυβέρνηση Ρόναλντ Ρέιγκαν στις ΗΠΑ.

Σε αμέτρητες βιντεοσκοπημένες ομιλίες και συνεντεύξεις του, ακούμε τον Φρίντμαν να θέτει με το γνωστό μειλίχιο ύφος του – που, ας μου επιτραπεί να πω, παραπέμπει μάλλον σε αλαζονική επίγνωση προσωπικής δύναμης παρά σε αυθεντική πραότητα χαρακτήρα – το ρητορικό ερώτημα: «Τι καλύτερο υπάρχει από μία οικειοθελή συναλλαγή ανάμεσα σε ελεύθερους ανθρώπους;»

Όσο και αν, επιφανειακά, το ερώτημα ακούγεται λογικό και αυταπάντητο, μέσα στην (σκόπιμα;) απλοϊκή γενικότητά του παραλείπει να συνυπολογίσει μία σημαντική παράμετρο που αφορά τον συσχετισμό ισχύος ανάμεσα στα «ελεύθερα συναλλασσόμενα» μέρη. Για παράδειγμα, μία διαπραγμάτευση μεταξύ δύο εμπορικών επιχειρήσεων, ή μεταξύ μιας επιχείρησης και ενός ισχυρού εργατικού συνδικάτου, δεν μπορούν να συγκριθούν με εκείνη ενός απλού εργαζόμενου με τον εργοδότη του!

Σε ένα νεοφιλελεύθερο καθεστώς, έτσι, η διαχείριση της ισχύος είναι ένα κατά βάση ηθικό ζήτημα. Ο νεοφιλελευθερισμός απεχθάνεται το κοινωνικό κράτος και πρεσβεύει ότι η όποια κοινωνική αλληλεγγύη θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε ιδιωτική φιλανθρωπία και όχι σε κρατική μέριμνα. Επαφίεται, λοιπόν, στη συνείδηση του «έχοντος» το να εκχωρήσει στον «μη έχοντα» ένα μέρος της δικής του δυνατότητας για περισσότερο αξιοπρεπή επιβίωση και καλύτερες προοπτικές ζωής.

Βέβαια, εξίσου αλά καρτ είναι ο Φιλελευθερισμός που πρεσβεύουν αντίπαλοι του νεοφιλελευθερισμού όπως, π.χ., οι κοινωνικοί φιλελεύθεροι (Liberals) της αμερικανικής Αριστεράς. Σε κοινωνικό επίπεδο, μάχονται υπέρ της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, της ατομικής ελευθερίας και της κοινωνικής ισότητας, ενώ υπερασπίζονται το δικαίωμα στην ιδιαιτερότητα και εναντιώνονται σε κάθε μορφή ρατσισμού (με την γενικότερη δυνατή έννοια του όρου). Από την άλλη, όμως, αντιμάχονται την απόλυτη οικονομική ελευθερία και το δικαίωμα στον ανταγωνισμό, ενώ θέτουν περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου υιοθετώντας το ανελεύθερο και αντιδημοκρατικό δόγμα της πολιτικής ορθότητας (political correctness).

Οι νεοφιλελεύθεροι δικαίως θα επικαλεστούν τις καταχρήσεις και αδικίες που ενδημούν στο κρατικοκεντρικό σύστημα, έτσι τουλάχιστον όπως το γνωρίζουμε σε αυτήν εδώ τη χώρα. Οι αθρόοι ψηφοθηρικοί διορισμοί σε ένα διαχρονικά δυσλειτουργικό και μη-φιλικό προς τον πολίτη Δημόσιο, οι εκβιαστικές αυθαιρεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος των «βολεμένων» που συχνά-πυκνά καταταλαιπωρούν τους πολίτες, η χιονοστιβάδα των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων σε ανθρώπους νέας και παραγωγικής ηλικίας, κλπ., είναι φαινόμενα γνωστά σε όλους. Η μαζική (και, κυρίως, η όχι νόμιμη) μετανάστευση των τελευταίων χρόνων έχει προσθέσει μερικά ακόμα κακώς κείμενα στο κράτος πρόνοιας. Για παράδειγμα, ασφαλιζόμενοι έχουν ακουστεί να παραπονούνται ότι κάποιες φορές δυσκολεύονται να βρουν θέσεις σε δημόσια νοσοκομεία γιατί αυτές είναι ήδη κατειλημμένες από ανθρώπους που ουδέποτε εργάστηκαν (επίσημα, τουλάχιστον) σε αυτή τη χώρα και, ως εκ τούτου, δεν κατέβαλαν το παραμικρό προς συντήρηση του δημόσιου συστήματος Υγείας.

Το λατρεμένο μας κρατικοκεντρικό, Κεϋνσιανής απόχρωσης κοινωνικό σύστημα, λοιπόν, που έθρεψε γενιές και γενιές στη νεότερη Ιστορία μας, αποδείχθηκε προβληματικό στην εφαρμογή του και οδήγησε, τελικά, τη χώρα στη χρεοκοπία. Παρεμπιπτόντως, ας μη θεωρηθεί ότι το αριστερόστροφο αυτό σύστημα εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο από καλοπροαίρετα και ανθρωπιστικά διακείμενα δημοκρατικά καθεστώτα. Ο πρώτος που το εφάρμοσε στην πράξη (πριν το υιοθετήσει ο ίδιος ο Ρούσβελτ για την αντιμετώπιση της Μεγάλης Οικονομικής Κρίσης του Μεσοπολέμου στην Αμερική) ήταν ένας πολύ γνωστός μας Γερμανός δικτάτορας με περίεργο μουστάκι. Κάπου διάβασα μάλιστα πως, αρχικά, ο ίδιος ο Κέυνς είχε εκφράσει τον θαυμασμό του για την οικονομική πολιτική των Ναζί!

Το ερώτημα, τώρα, είναι: Αν υποτεθεί ότι απέτυχε ο Κέυνς, θα πρέπει άραγε να στραφούμε στον Δαρβίνο; Ο Μίλτον Φρίντμαν θα ορκιζόταν ότι αυτός είναι ο μόνος δρόμος για τη σωτηρία! Σε ό,τι αφορά τα καθαρά οικονομικά ζητήματα, αφήνω τους ειδικούς να τον επιβεβαιώσουν ή να τον αμφισβητήσουν. Η Οικονομία, όμως, αντιπροσωπεύει μία μόνο όψη της ζωής. Αν ο άνθρωπος επιδίδεται οικειοθελώς σε φιλανθρωπίες, τούτο δεν το υπαγορεύει η ανάγκη επιβίωσης ή η επιδίωξη περαιτέρω πλουτισμού, αλλά ένα εσωτερικό κίνητρο που σχετίζεται με την ανθρώπινη συνείδηση. Και η συνείδηση είναι εκείνη που καθορίζει τα υποκειμενικά και εξατομικευμένα όρια του ηθικού.

Υπάρχει «ηθική» στον Φιλελευθερισμό – με τον καθολικό και σύμμετρο τρόπο που ορίζεται αυτός στο εξαιρετικά παιδαγωγικό βιβλίο «Φιλελευθερισμός» του Αριστείδη Χατζή; Στο σημείο αυτό, θα ήταν χρήσιμο να παραθέσω ως παράδειγμα ένα πραγματικό περιστατικό που μου μετέφερε αυτήκοη μάρτυς:

Η «ψυχή» της γυναικοπαρέας αφηγείτο με κομπασμό και ιδιαίτερα θετική διάθεση μία πρόσφατη εμπειρία της. Είχε βρεθεί προσκεκλημένη σε δείπνο από ένα ζευγάρι γνωστών. Η οικοδέσποινα αντιμετώπιζε από καιρό σοβαρό πρόβλημα υγείας που της είχε προκαλέσει αναπηρία και την υποχρέωνε σε μερική ακινησία. Θέλοντας να προβάλει εμφατικά την δική της καλή κατάσταση υγείας και την άριστη κινητικότητά της, η προσκεκλημένη άρχισε κάποια στιγμή να χορεύει προκλητικά υπό τους ήχους της μουσικής του ραδιοφώνου και το λάγνο βλέμμα τού (προφανώς στερημένου) κυρίου – αλλά και το μελαγχολικό εκείνο της (ήδη παραιτημένης από τη ζωή) συζύγου του…

Κάποιοι αναγνώστες θα μιλήσουν για την πιο απεχθή μορφή ανηθικότητας. Δεν θα διαφωνήσω μαζί τους! Θα επισημάνω, εν τούτοις, ότι, με βάση τις αρχές του Φιλελευθερισμού, η αυτοσχέδια χορεύτρια εξάσκησε ένα αναφαίρετο δικαίωμά της: να ορίζει η ίδια την κίνηση του σώματός της. Εκτός αυτού, δεν προκάλεσε την παραμικρή επιπρόσθετη σωματική βλάβη στην ανάπηρη κυρία. Ο χορός της προσκεκλημένης, λοιπόν, όσο ακραία και αποκρουστική συμπεριφορά και αν θεωρείται, είναι απόλυτα συμβατός με την φιλελεύθερη κοσμοθεώρηση. Το αν είναι ή όχι ηθική πράξη, είναι μια άλλη ιστορία που αφορά, ίσως, κάποιους «οπισθοδρομικούς» φιλοσόφους…

Ο Φιλελευθερισμός, ως γενικότερη κατεύθυνση κοινωνικής ζωής και όχι μόνο ως πολιτικό και οικονομικό σύστημα (όπως έχει καταλήξει να αντιμετωπίζεται), ενώ ωθεί το άτομο στο να αναζητά όλο και περισσότερη ελευθερία, αποποιείται την ευθύνη της ηθικής διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου στην διαχείριση της ελευθερίας που αποκτά (θεωρώντας, ίσως, ότι αυτό είναι ζήτημα που θα πρέπει να απασχολεί τη θρησκεία). Θα έλεγε κανείς ότι ο ηθικός προβληματισμός όχι μόνο απουσιάζει από τη φιλελεύθερη κοσμοθεωρία αλλά και αποτελεί ένα είδος «ταμπού» για εκείνη.

Πράγματι, αν αυτονόητα εξαιρέσουμε την υλική βλάβη στο σώμα ή στην περιουσία του συνανθρώπου, καθώς και την συκοφαντική προσβολή της προσωπικότητάς του, ο μόνος γενικά αποδεκτός «ηθικός» κανόνας για τον Φιλελευθερισμό είναι η αποφυγή του περιορισμού της ελευθερίας! Θα μπορούσαμε να πούμε ότι, ως αξιακό σύστημα, ο Φιλελευθερισμός είναι η απόλυτη υπέρβαση της ηθικής. Δεν πρόκειται για ηθικολογική εκτίμηση αλλά για λογική διαπίστωση. Θα επιχειρήσω να το εξηγήσω:

Το ηθικό ζήτημα αφορά την ανθρώπινη συνείδηση και κωδικοποιείται από ένα σύστημα αρχών τις οποίες ο καθένας χωριστά (ανεξάρτητα, δηλαδή, από τους άλλους ανθρώπους) αποδέχεται, και με βάση τις οποίες επιλέγει να λειτουργεί ώστε να βρίσκεται σε αρμονία με τον εαυτό του. Είναι ένα σύστημα που σχετίζεται με την ατομική συνειδητότητα και δεν ετεροκαθορίζεται. Δεν το υπαγορεύει, λ.χ., κάποια θρησκεία, ούτε το επιβάλλουν κάποιες θεσμοποιημένες κοινωνικές συμβάσεις. Αντιπροσωπεύει, λοιπόν, έναν απόλυτα εξατομικευμένο αξιακό κώδικα.

Οι αρχές αυτές (και όχι οι νόμοι της κοινότητας!) υπαγορεύουν στον άνθρωπο να επιδιώκει μικρότερο βαθμό ικανοποίησης των προσωπικών του επιθυμιών – άρα, να εκχωρεί μέρος της ελευθερίας του – προκειμένου να δοθεί περισσότερος χώρος στην ικανοποίηση των επιθυμιών κάποιων συνανθρώπων του – άρα, εκ των πραγμάτων, να διευρυνθεί ο δικός τους βαθμός ελευθερίας.

Επιδιώκοντας, λοιπόν, τη μεγιστοποίηση της ελευθερίας μας θα πρέπει αναγκαία να ελαχιστοποιήσουμε το σύστημα των αρχών επί τη βάσει των οποίων (εμείς οι ίδιοι) επιλέγουμε να λειτουργούμε ως κοινωνικές μονάδες. Οριακά, η απόλυτη, η απεριόριστη ελευθερία μπορεί μόνο να επιτευχθεί αν μηδενίσουμε αυτό το σύστημα αρχών (με αυτονόητη εξαίρεση, ασφαλώς, εκείνες που αφορούν υλική ή ακραία ηθική βλάβη). Με άλλα λόγια, αν αφαιρέσουμε ολοκληρωτικά την ηθική διάσταση από τη ζωή μας και τη λειτουργία μας ως μελών μιας κοινωνίας!

Ασφαλώς, ο Φιλελευθερισμός δεν αποτρέπει τον άνθρωπο από το να λειτουργεί κατά συνείδηση. Κάτι τέτοιο ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσε να θεωρείται φιλελεύθερο. Από την άλλη – και αυτό είναι που έχει σημασία – αποφεύγει και να ενθαρρύνει το άτομο να συμβουλεύεται τη συνείδησή του προκειμένου να αποφασίζει μέσα σε ποιο πλαίσιο θα κάνει χρήση της ελευθερίας του. Είναι σαν να χαρίζεις σε κάποιον ένα γεμάτο περίστροφο χωρίς παράλληλα να του εξηγείς τη σημασία της οριοθέτησης στην επιλογή των στόχων!

Συνοψίζοντας θα λέγαμε ότι ο Φιλελευθερισμός, ως γενικότερη φιλοσοφική στάση και όχι αποκλειστικά ως πολιτικό ή οικονομικό δόγμα, υποστηρίζει το δικαίωμα στη μεγιστοποίηση της ελευθερίας του ατόμου – μέλους μιας κοινωνίας. Αυτή η δυνατότητα, όμως, δεν κατανέμεται ομοιόμορφα, αφού συναρτάται άμεσα με τους γενικούς (όχι μόνο τους οικονομικούς!) συσχετισμούς ισχύος ανάμεσα στα άτομα. Έτσι, η εκχώρηση μέρους της ελευθερίας του «ισχυρού» στον «ασθενέστερο» επαφίεται στη συνείδηση του πρώτου και αποτελεί, γενικά, ηθικό ζήτημα στο οποίο ο Φιλελευθερισμός αποφεύγει να πάρει θέση.

Σε καμία περίπτωση, ασφαλώς, δεν θα ισχυριζόμασταν ότι ο Φιλελευθερισμός είναι μία «ανήθικη» κοσμοθεωρία! Αυτό που λέμε είναι ότι ελάχιστα τον απασχολούν ζητήματα ηθικής, με εξαίρεση τη θέση ότι «ανήθικο» είναι μόνο το ανελεύθερο.

Όμως, η ελευθερία ως υπέρτατη ανθρώπινη αξία απλώνεται πέρα από τα όρια προβληματισμού του Φιλελευθερισμού. Γιατί, εκτός από την ελευθερία που διεκδικεί το άτομο ως κοινωνική μονάδα (στο πλαίσιο, δηλαδή, της σχέσης του με την κοινωνία) υπάρχει η ελευθερία του ανθρώπου στη σχέση του με τον εαυτό του. Μιλούμε εδώ για μία ελευθερία που είναι ζήτημα ατομικής συνειδητότητας και όχι υπόθεση συλλογικού θεσμικού πλαισίου. Ακόμα, λοιπόν, και σε ένα αυταρχικό καθεστώς που βίαια επιβάλλει τον περιορισμό της ελευθερίας, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για το άτομο είναι η απαλλαγή από τα δικά του, εσωτερικά δεσμά. Δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στα οποία κατέχουν, ενδεικτικά, η ματαιοδοξία, η αλαζονεία, ο εγωκεντρισμός, η πλεονεξία, ο άκρατος ανταγωνισμός, η μισαλλοδοξία…

Και, εδώ θα συνταχθούμε απόλυτα με την φιλελεύθερη λογική: Κανένας νόμος και κανένα σύστημα κοινωνικών θεσμών δεν θα μπορέσουν ποτέ να προσδώσουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και να επιβάλουν ανθρώπινες ιδιότητες σε κάποιον που δεν επιθυμεί να τα διαθέτει. Όπως η κυνική αυτοσχέδια «χορεύτρια» της ιστορίας που αφηγηθήκαμε νωρίτερα…