Λίγο πριν από την έναρξη της νέας τηλεοπτικής σεζόν τα επιτελεία των καναλιών προετοιμάζονται με πυρετώδεις ρυθμούς για να ριχθούν στη μάχη της τηλεθέασης με νέες σειρές, τηλεπαιχνίδια και ανανεωμένες ενημερωτικές εκπομπές. Στον ΣΚΑΪ η ανανέωση ξεκινάει από το πρωί. Μετά την αποχώρηση του Βασίλη Λυριτζή και το τέλος της «Πρώτης γραμμής», οι υπεύθυνοι του σταθμού σχεδίασαν την εκπομπή «Σήμερα» που θα παρουσιάζουν από αύριο Δευτέρα ο Δημήτρης Οικονόμου, ο οποίος παρέμεινε στο κανάλι, και η Μαρία Αναστασοπούλου.

Πάνω στις «ράγες» της ενημέρωσης
«Η «Πρώτη γραμμή» τελείωσε, αρχίζουμε μια νέα εκπομπή, το «Σήμερα», που θα κινείται πάνω στις «ράγες» της ενημέρωσης. Aυτό είναι το DNA του ΣΚΑΪ, αλλά θα έχει μια τελείως διαφορετική ματιά. Θα είναι πιο ανανεωμένη, με περισσότερο ρεπορτάζ, περισσότερη εικόνα και κίνηση» εξηγεί ο κ. Οικονόμου. Το κανάλι υπόσχεται ότι το νέο ξεκίνημα της ημέρας θα είναι γεμάτο με ειδήσεις, αναλυτικά ρεπορτάζ και πρωταγωνιστές τα πρόσωπα της επικαιρότητας, ενώ βασικός άξονας θα είναι η επικοινωνία με τον κόσμο.
Το γεγονός ότι έχουν ξαναβρεθεί τηλεοπτικά στο ίδιο πλατό αρκετές φορές έχει προλειάνει το έδαφος για τη συνεργασία τους και έχει προϊδεάσει το τηλεοπτικό κοινό για την εκπομπή που θα προβάλλεται από αύριο.
«Το περιβάλλον για εμένα είναι πολύ οικείο, δεν αισθάνομαι ότι μπαίνω σε ένα καινούργιο σπίτι αλλά ότι παραμένω στο ίδιο, με άλλον όμως ρόλο» σχολιάζει η κυρία Αναστασοπούλου, εξηγώντας ότι το καλό κλίμα που υπάρχει ανάμεσά τους και το γεγονός ότι ξέρει ο ένας τον άλλον τηλεοπτικά τη βοηθάει να ξεπεράσει το άγχος της. «Παρ’ όλα αυτά έχω την προσμονή και την ανυπομονησία να ξεκινήσουμε και να παρουσιάσουμε στους τηλεθεατές όλα αυτά που έχουμε σχεδιάσει, έτσι όπως τουλάχιστον τα έχουμε στο μυαλό μας και όπως τα συζητάμε τόσο καιρό» σημειώνει.
Η νεαρή παρουσιάστρια αντιμετωπίζει το «Σήμερα» ως μια νέα πρόκληση. «Μου δόθηκαν πάρα πολλές ευκαιρίες σε διαφορετικές θέσεις και ρόλους, και είμαι ευγνώμων για αυτό. Εχω δουλέψει πάρα πολύ, οπότε δεν θεωρώ ότι κάτι μου χαρίστηκε. Είναι σημαντικό για μια νέα δημοσιογράφο να αναλαμβάνει έναν τέτοιο ρόλο. Είναι ένα πολύ μεγάλο στοίχημα, κυρίως για εμένα, γιατί τώρα θα έρθω αντιμέτωπη με τον εαυτό μου αλλά και θα πρέπει να βγάλω ασπροπρόσωπο τόσο τον Δημήτρη όσο και τους ανθρώπους στον σταθμό που με επέλεξαν για να είμαι δίπλα του» τονίζει.
Οσον αφορά το γεγονός ότι αναπόφευκτα κάποιοι θα μπουν στη διαδικασία να τη συγκρίνουν με τον Βασίλη Λυριτζή, εκείνη δηλώνει: «Δεν θεωρώ ότι θα είμαι στη θέση του, αλλά σε μια άλλη θέση δίπλα στον Δημήτρη Οικονόμου. Θα ήταν κουτό έτσι κι αλλιώς να συνεχίσουμε μια εκπομπή στην οποία οι δύο τους ήταν μαζί ή να μιμηθούμε την εκπομπή που είχε αγαπήσει ο κόσμος όλα αυτά τα χρόνια».
Για τον κ. Οικονόμου η αποχώρηση του επί 21 χρόνια τηλεοπτικού του παρτενέρ αποτελεί μια μεγάλη αλλαγή. «Με τη Μαρία και τα περισσότερα παιδιά έχουμε συνεργαστεί τα καλοκαίρια, επομένως δεν θα είναι κάτι εντελώς ξαφνικό. Είμαι στο στούντιο με μια γυναίκα πια που έχει μια τελείως διαφορετική αντίληψη και που βλέπει από διαφορετική οπτική τα πράγματα, με μια πιο σύγχρονη ματιά. Αυτό είναι κάτι που μου δίνει και εμένα ώθηση, με ανανεώνει. Με γοητεύει πολύ η συνύπαρξη της εμπειρίας με την ανανέωση» επισημαίνει.
Αυτό που θέλουν να αποφύγουν στο «Σήμερα» είναι οι έντονες συζητήσεις μεταξύ πολιτικών προσώπων, οι οποίες καταλήγουν στους ομηρικούς καβγάδες που βλέπουμε συχνά στα τηλεοπτικά παράθυρα. «Θεωρώ ότι έχει παρέλθει η εποχή όπου ο κόσμος αποζητούσε κοκορομαχίες στην τηλεόραση – κάτι για το οποίο προσωπικά αμφιβάλλω αν γινόταν -, γιατί όλο αυτό έχει δείξει εδώ και καιρό ότι δεν οδηγεί πουθενά» σχολιάζει η κυρία Αναστασοπούλου. Από την πλευρά του ο κ. Οικονόμου αποκαλύπτει ότι στην προσπάθειά τους να μη φτάνουν οι συζητήσεις αυτές σε οριακές καταστάσεις είχαν σταματήσει να φιλοξενούν συγκεκριμένα πρόσωπα τα οποία εμφανίζονταν μόνο και μόνο για να πυροδοτήσουν έναν ακόμα «ανούσιο» καβγά. «Ο κόσμος έχει τεράστια προβλήματα και θέλει να ακούσει πιθανές λύσεις που μπορούν κάποιοι να του προσφέρουν, δεν θέλει καβγάδες. Οι πολιτικοί ανακυκλώνουν τον εαυτό τους και ενδιαφέρονται για τη συνέχιση της καρέκλας, εμάς μας νοιάζει να δοθούν λύσεις. Μπορεί να γίνει έστω από κάποιους πολιτικούς; Αυτό τουλάχιστον θα προσπαθήσουμε» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο ανταγωνισμός στην πρωινή ζώνη
Τα τελευταία χρόνια που τα διαφημιστικά έσοδα μειώθηκαν δραματικά, τα κανάλια επένδυσαν στην ψυχαγωγία περιορίζοντας αρκετά την ενημέρωση. «Αναγκαστικά πρέπει να γίνει αυτό. Η τηλεόραση κατά βάση είναι ένα ψυχαγωγικό μέσο και η αγορά στην Ελλάδα δεν είναι τόσο μεγάλη για να έχεις ένα 24ωρο ενημερωτικό πρόγραμμα, που βέβαια εμείς σαν δημοσιογράφοι αυτό θα θέλαμε» λέει ο κ. Οικονόμου, κάνοντας αναφορά στη στρατηγική που ακολούθησε την προηγούμενη χρονιά ο ΣΚΑΪ «παντρεύοντας» τις 10 ώρες της ενημέρωσης με την ψυχαγωγία. «Οχι μόνο το έχει καταφέρει, αλλά κατάφερε να φτάσει και στην πρώτη θέση με αυτή την αντίληψη, μένει μόνο να το συνεχίσει –και καλά θα κάνει –για να μπορέσουμε να παντρέψουμε και να κρατήσουμε την ενημέρωση, γιατί αυτή είναι η βάση μας» σχολιάζει.
Χαρακτηριστικό της γενικότερης κατάστασης στην ενημέρωση είναι το γεγονός ότι στην πρωινή ζώνη των ιδιωτικών καναλιών έχουν απομείνει οι εκπομπές του ΣΚΑΪ και του ΑΝΤ1. Οπως περιγράφει, πριν από κάποια χρόνια δημοσιογράφοι και τεχνικοί «μάλωναν» μεταξύ τους για το ποιος θα βγάλει πρώτος στον αέρα το θέμα. «Αποτέλεσμα της κρίσης είναι και αυτό. Παλιά γινόταν πόλεμος. Είχαμε ζήσει απίστευτες καταστάσεις στις ζωντανές συνδέσεις. Αυτά τελείωσαν. Δυστυχώς μείναμε μόνοι πια. Εμείς και ο Γιώργος Παπαδάκης» αναφέρει ο κ. Οικονόμου, εξαιρώντας την ΕΡΤ, η οποία ούτως ή άλλως οφείλει να έχει, ως δημόσια τηλεόραση, ενημερωτικές εκπομπές. Οπως εξηγεί, «δεν υπάρχει σύγκριση με τις διαφορετικές εκπομπές που προβάλλονται απέναντί μας και δεν το βλέπω σαν αντίπαλον δέος. Δεν ταυτίζονται, είναι διαφορετικά πράγματα. Εμείς κατά βάση είμαστε δυσάρεστοι, ξεκινάς το πρωί και οκτώ στα δέκα πράγματα που έχεις να πεις είναι δυσάρεστα. Αυτή είναι η πραγματικότητα όμως. Δεν την έχει ανάγκη ο κόσμος; Η ενημέρωση ούτως ή άλλως είναι δική μας υποχρέωση και είναι ένα δημοκρατικό δικαίωμα του πολίτη. Αλίμονο εάν δεν το παρέχουμε αυτό πια». Και καταλήγει: «Εύχομαι κάποια στιγμή να επιστρέψει αυτός ο ανταγωνισμός σε καλύτερη βάση, πιο υγιής, αλλά να μπορέσουμε να είμαστε απέναντι και με άλλους συναδέλφους. Αν και δεν το βλέπω στη φάση που διανύουμε».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ