Είναι ύπουλη και σιωπηρή, πλήττει κυρίως τις γυναίκες και απαιτεί γαλακτομικά και άσκηση για να μην εκδηλωθεί. Η οστεοπόρωση είναι ασυμπτωματική, τουλάχιστον μέχρι το πρώτο κάταγμα, ενώ πλήττει μία στις δυο γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Αν το πρόβλημα δεν προληφθεί, τη σκυτάλη παίρνει η φαρμακευτική αγωγή. Αρκεί να ξέρετε ότι ανήκετε στην ευπαθή ομάδα…

Μπορείτε να το μάθετε με μία απλή εξέταση : αυτή της οστικής πυκνότητας. Την οποία και οφείλουν να κάνουν όλες οι γυναίκες στην ηλιακή γκάμα των 50 – 65 ετών, αλλά και οι άνδρες που διανύουν τη δεκαετία των 70.
Ο αριθμός που προκύπτει από την εξέταση, το λεγόμενο Τ σκορ, περιγράφει την απόκλιση της οστικής πυκνότητας του εξεταζόμενου ατόμου σε σχέση με έναν 25χρονο ανάλογου σωματότυπου (ύψος και βάρος). Αν το Τ σκορ κυμαίνεται από 0 έως 1, δεν απαιτείται θεραπεία. Αν κινείται από1 έως -2,49, ο ασθενής κατατάσσεται στο εύρος της οστεοπενίας. Ο γιατρός θα αποφασίσει αν θα πρέπει – πλάι στο ασβέστιο και τη βιταμίνη D – να ακολουθήσει και ειδική θεραπεία. Συνήθως, στο σημείο αυτό, παίζουν ρόλο ατομικοί ή οικογενειακοί παράγοντες κινδύνου, όπως για παράδειγμα το να παίρνει κανείς φάρμακα για τον θυρεοειδή. Αν ο δείκτης της εξέτασης είναι μεγαλύτερος του -2,50, η οστεοπόρωση είναι δεδομένη και χρειάζεται συνδυαστική αγωγή.
Η σημασία της θεραπείας
Η οστεοπόρωση – ως χρόνια νόσος – επηρεάζει καταλυτικά την ποιότητα ζωής του ασθενούς, αποτελώντας την υπ΄ αριθμόν ένα αιτία για τα οστεοπορωτικά κατάγματα. Ως εκ τούτου, απαιτεί προσοχή, πειθαρχία στη θεραπεία και, σαφώς, παρακολούθηση από ειδικούς.
Διόλου τυχαία, στην Ελλάδα καταγράφονται περίπου 13.000 κατάγματα ισχίου τον χρόνο, τα οποία αφορούν άτομα άνω των 65 ετών και είναι οστεοπορωτικά _ συμβαίνουν σε επίπεδο έδαφος, με ελάχιστη βία.
Από τους παθόντες αυτούς, μόνον το 10% επανακτά πλήρως την αρχική του κινητικότητα, δυσκολεύονται για παράδειγμα να ανεβούν σκάλες. Περίπου τα 2.800 – 3.000 από αυτά, αποβαίνουν μοιραία.
Τα τελευταία 15 χρόνια, έχουν εμφανιστεί στην αγορά αποτελεσματικά φάρμακα (σσ: τα οποία και καλύπτουν τα ασφαλιστικά Ταμεία) που εμποδίζουν την περαιτέρω οστική απώλεια ενώ η έρευνα για φάρμακα νέου τύπου συνεχώς εξελίσσεται, γεννώντας ελπίδες.