Τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών, που δημιουργούν υποψία πολιτικής αστάθειας, οι αρνητικές δηλώσεις διαχειριστών περί πιθανής χρεοκοπίας της Ελλάδας εντός τριετίας και η αναμενόμενη αναθεώρηση του ελλείμματος και του χρέους του 2009 από τη Εurostat επανέφεραν τις πιέσεις στα ελληνικά ομόλογα, τα οποία σε μικρό χρονικό διάστημα έχασαν μεγάλο μέρος των κερδών που σημείωσαν τους τελευταίους μήνες. Αν και αναλυτές της αγοράς εκτιμούν πως ίσως μετά το τέλος της εκλογικής αναμέτρησης τα πράγματα να βελτιωθούν μερικώς.

Πάντως το «καπέλο» των ελληνικών ομολόγων έναντι των αντίστοιχων γερμανικών εκτινάχθηκε ως τις 840 μονάδες βάσης, ενώ και τo κόστος ασφάλισής τους βρέθηκε στις 815 μονάδες βάσης, σύμφωνα με το Μarkit, και αυτό σημαίνει ότι το κόστος για κάθε 10 εκατ. ευρώ ελληνικού χρέους έναντι αθέτησης πληρωμών ανέρχεται πλέον σε 815.000 ευρώ.

Την ίδια στιγμή τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (ΒΙS) δείχνουν πως σε πωλήσεις συνολικής αξίας 45 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων προχώρησαν κυρίως οι γαλλικές, οι γερμανικές, οι ιταλικές και οι ολλανδικές τράπεζες, συντείνοντας έτσι στην κατάρρευση των ελληνικών τίτλων και στην κορύφωση της ελληνικής κρίσης που οδήγησε στη «διάσωση» της ελληνικής οικονομίας από την τρόικα.

Οι γαλλικές τράπεζες πούλησαν, π.χ., ελληνικά ομόλογα αξίας 10 δισ. δολάρια, μειώνοντας τις θέσεις τους στα 57,3 δισ. δολάρια ενώ οι γερμανικές τράπεζες, οι οποίες είχαν προχωρήσει και σε «συμφωνία κυρίων» με τον υπουργό Οικονομικών της χώρας κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ρευστοποίησαν ελληνικά ομόλογα αξίας 7,4 δισ.. ευρώ, περιορίζοντας την έκθεσή τους στους ελληνικούς τίτλους στα 36,8 δισ. δολάρια.

Οι ιταλικές τράπεζες πάλι κατάφεραν να ρευστοποιήσουν όλα τα ελληνικά ομόλογα που κατείχαν (6,841 δισ. ευρώ) ώστε να μη διατηρούν πλέον καμία έκθεση στη χώρα μας, ενώ σχεδόν στο μισό μειώθηκε η έκθεση στην Ελλάδα των τραπεζών από τις ΗΠΑ και την Ολλανδία έπειτα από ρευστοποιήσεις τίτλων 6,5 δισ. δολαρίων και 5,7 δισ. δολαρίων αντίστοιχα.

Σχεδόν σε 60% ανήλθε η μείωση των θέσεων των ιαπωνικών τραπεζών ύστερα από ρευστοποιήσεις ομολόγων 3,4 δισ. δολαρίων, ενώ οι ιρλανδικές τράπεζες παρά τα προβλήματά τους ρευστοποίησαν ομόλογα αξίας μόλις 48 εκατ. ευρώ, παρά την έκθεσή τους στους ελληνικούς τίτλους που φθάνουν τα 7,9 δισ. ευρώ. Την ίδια ώρα οι βρετανικές τράπεζες εμφανίζονται καθαροί αγοραστές ελληνικών ομολόγων κατά 45 εκατ. ευρώ, αυξάνοντας την έκθεσή τους στα 12 δισ. δολάρια.

Πάντως στις πωλήσεις συνολικά συνέβαλε η αγορά ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ καθώς για ορισμένους η μεταφορά χρέους από τον ιδιωτικό προς τον δημόσιο τομέα συνεχίζεται, ενώ οι απαιτήσεις συνολικά των ξένων τραπεζών έναντι των ελληνικών τίτλων μειώθηκαν κατά 20%, στα 208 δισ. δολάρια.

Το γεγονός ότι μόνο οι αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ υπερβαίνουν πλέον τα 50 δισ. ευρώ, ενώ συνολικά η έκθεση του ευρωπαϊκού συστήματος στην Ελλάδα κυμαίνεται σε 310 δισ. ευρώ, δύσκολα σημειώνει ο κ. Αλ. Κύρτσης της UΒS, θα μπορούσε να βρει κανείς λόγους που να μην επιθυμούν οι εταίροι μας να τα καταφέρουμε, εκτιμώντας μάλιστα πως μετά τις δημοτικές εκλογές δεν μπορεί να αποκλειστεί μερική αποκλιμάκωση στο «καπέλο» των ελληνικών ομολόγων έναντι των γερμανικών.

Αναφορικά με τη Citigroup, τα επόμενα δύο- τρία χρόνια τυχόν ελληνική στάση πληρωμών θεωρείται απίθανη, αν και εκτιμά πως η αναδιάρθρωση του χρέους είναι πιθανότερη από το 2013 και μετά, ειδικά αν οι Ευρωπαίοι καταλήξουν σε συμφωνία για τη δημιουργία μηχανισμού ελεγχόμενων χρεοκοπιών στην ευρωζώνη.

Το πιθανό κόστος μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους εξακολουθεί να είναι μεγαλύτερο από τα όποια οφέλη, εκτιμούν και οι κκ. Αntonio Garcia Ρascual και Ρiero Ghezzi της Βarclays Capital, θεωρώντας πως ώσπου να αποσαφηνιστεί η ικανότητα της χώρας να συνεχίσει να εφαρμόζει το πρόγραμμα προσαρμογής, αλλά και οι δυνατότητές της για επιστροφή στην ανάπτυξη, δεν μπορεί κανείς να είναι κατηγορηματικός για τη φερεγγυότητα (ή μη) της Ελλάδας. Πάντως, σε περίπτωση που όλες οι άλλες προσπάθειες αποτύχουν, τότε η Βarclays Capital πιστεύει ότι οι επενδυτές των ομολόγων θα έχαναν το 50% των χρημάτων τους, ενώ σημειώνει πως καθώς τα spreads υποδηλώνουν πιθανότητες χρεοκοπίας 50% τα επόμενα τρία- πέντε χρόνια, η αγορά αποτιμά τώρα δίκαια το ρίσκο της Ελλάδας.