Η άμεση λήψη μέτρων, ώστε να αυξηθούν οι ρυθμοί απορρόφησης της χρηματοδότησης του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) θεωρείται μια από τις πρώτες προτεραιότητες της κυβέρνησης προκειμένου να μη δούμε την ύφεση να «βαθαίνει». Αυτό υπογραμμίζει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Στ. Ταυρίδης, διευθύνων σύμβουλος της Ευρωσύμβουλοι ΑΕ. Ακόμη προτείνει οι προκηρύξεις των έργων να είναι εναρμονισμένες με τις σημερινές συνθήκες που επικρατούν στην αγορά.

– Το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ) θεωρείται ένα από τα λίγα «όπλα» που έχει η χώρα προκειμένου να επιτύχει αναπτυξιακούς ρυθμούς. Θεωρείτε ότι το «όπλο» αυτό χρησιμοποιείται στον βαθμό που πρέπει;

«Οχι. Ούτε τώρα, αλλά ούτε και στην αρχή του προγράμματος. Το ΕΣΠΑ έχει χρονική περίοδο αναφοράς την περίοδο 2007-2013 και τη στιγμή αυτή, στα τέλη του τέταρτου χρόνου, η απορρόφηση μόλις ξεπερνά το 10%, ενώ είναι ακόμη χαμηλότερη για τις δράσεις του ιδιωτικού τομέα. Από τη στιγμή λοιπόν που το ΕΣΠΑ- όπως φαίνεται και από το μνημόνιο- είναι από τις βασικές πηγές εισροών για τη χώρα, αλλά και ουσιαστικός μοχλός για την ανάπτυξη, αντιλαμβάνεται κανείς ότι με τέτοιους ρυθμούς απορρόφησης είναι πιθανότερο να δούμε την ύφεση να βαθαίνει. Πρέπει να ληφθούν μέτρα τώρα».

-Από τις επαφές σας με τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, ποιες είναι οι αδυναμίες που έχετε εντοπίσει στην υλοποίηση του ΕΣΠΑ; «Εχουμε τρία αρνητικά μηνύματα:λιγότερες εγκρίσεις (δυσαρέσκεια), λιγότερες επενδύσεις (μείωση ρευστότητας), λιγότερες υλοποιήσεις (χαμηλή απορροφητικότητα). Αυτό που προτείνουμελοιπόν είναι προκηρύξεις προσαρμοσμένες στα σημερινά δεδομένα της αγοράς, ταχύτερες διαδικασίες μέσω ευέλικτων ενδιάμεσων φορέων, πραγματική αποκέντρωση στις αποφάσεις με αρμοδιότητες στις νέες περιφέρειες και ειδικά για τη Βόρεια Ελλάδα στο υπουργείο, με τη νέα του μορφή. Δεν μπορεί να λέμε ότι το 80% του ΕΣΠΑ αφορά έργα στην περιφέρεια και οι αποφάσεις για αυτό να λαμβάνονται ερήμην της».

-Τι απαντάτε στα διλήμματα: «ΕΣΠΑ για μεγάλες ή ΕΣΠΑ για μικρές επενδύσεις;» και «ΕΣΠΑ για εταιρείες του Δημοσίου ή για ιδιωτικές εταιρείες;».

«Είκοσι χρόνια πριν, όταν ξεκίνησαν οι χρηματοδοτήσεις από την ΕΕ και σηματοδοτήθηκε το αναπτυξιακό “μπουμ” στην οικονομία με τη δημιουργία νέων κλάδων (κατασκευές, πληροφορική, τηλεπικοινωνίες, σύμβουλοι, ενέργεια), το δίλημμα ήταν άλλο:“Υποδομές ή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας”. Η βαρύτητα δόθηκε στις υποδομές και η χώρα σήμερα είναι πράγματι διαφορετική. Μείναμε όμως πίσω σε όρους ανταγωνιστικότητας. Σήμερα στα διλήμματα που αναφέρετεη απάντηση είναι μία:επενδύσεις παντός τύπου από οποιονδήποτε, αλλά με λιγότερη γραφειοκρατία. Δυστυχώς, οι επενδυτές σήμερα στην Ελλάδα χρειάζονται περισσότερο δικηγόρουςπαρά εξειδικευμένους συμβούλους».