Ενώ την ερχόμενη διετία η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να ανακάμψει, εξερχόμενη από τη μεγαλύτερη μεταπολεμική ύφεση, η Ελλάδα βρίσκεται εγκλωβισμένη στο δικό της δημοσιονομικό αδιέξοδο, με τις νέες εκτιμήσεις των οικονομολόγων να προβλέπουν ότι η ύφεση του 2010 (-0,7%) θα αφήσει τη θέση της σε έναν αναιμικό ρυθμό ανάπτυξης (+0,4%) το 2011.

Χωρίς ένα αξιόπιστο, μακροπρόθεσμα, σχέδιο σταθεροποίησης της οικονομίας, η Ελλάδα, όπως εκτιμάται, δεν αποκλείεται να βρεθεί το ερχόμενο έτος αντιμέτωπη ακόμη και με τις κυρώσεις των Βρυξελλών, ενώ η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας επιβάλλει, όπως λέγεται, μεγαλύτερη περιστολή των δημοσίων δαπανών.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι πιέσεις στα ελληνικά ομόλογα και στις μετοχές των ξένων θεσμικών εντάθηκαν τις τελευταίες ημέρες, καθώς, όπως υποστηρίζεται ευρέως, οι αγορές περιμένουν έργα από την κυβέρνηση, δεδομένου ότι οι καλές προθέσεις δύσκολα μπορούν να μεταβάλουν το κακό επενδυτικό κλίμα για τη χώρα.

Για τις αγορές επίσης, τις τελευταίες ημέρες οι αξιωματούχοι των Βρυξελλών δήλωσαν απλώς την πεποίθησή τους ότι η Ελλάδα θα πάρει τελικά εκείνα τα (απαραίτητα) μέτρα ώστε να αποφευχθούν αρνητικά σενάρια για την ελληνική οικονομία. Οσο όμως το οικονομικό κλίμα παραμένει εύθραυστο και δεν υπάρχουν πειστικά δείγματα γραφής σχετικά με την έξοδο της χώρας από τη στενωπό, έστω και αν η χώρα δεν κινδυνεύει με χρεοκοπία, οι αγορές θα συνεχίσουν να πιέζουν ανοδικά το κόστος δανεισμού της χώρας, το οποίο εξάλλου εκτιμάται ότι θα κυμανθεί σε 55-60 δισ. ευρώ το 2010, καθώς τη νέα χρονιά υπάρχουν αυξημένες λήξεις και πληρωμές τόκων παλαιότερων εκδόσεων παράλληλα με τις ανάγκες χρηματοδότησης του δημοσιονομικού ελλείμματος.

Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει βαθύτερα στην εξυγίανση του κρατικού προϋπολογισμού από ό,τι έχει ως τώρα σχεδιάσει και επιπλέον πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε μια σειρά από μεταρρυθμίσεις ώστε να αντιστρέψει την εικόνα στις αγορές, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι διαχειριστές θεσμικών χαρτοφυλακίων.

Μπορεί το ρίσκο χρεοκοπίας της Ελλάδας να είναι μακρινό, εν τούτοις καθώς οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης δείχνουν να ενδιαφέρονται περισσότερο για την υλοποίηση πολιτικών παρά για τις υποσχέσεις της κυβέρνησης, ίσως είναι ήδη πολύ αργά για να αποφευχθεί ένας ακόμη γύρος υποβαθμίσεων. Αυτό όμως δεν θα ήταν καλό νέο για τις αγορές, καθώς αν η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας υποβαθμιστεί δραστικά, τότε θα μπορούσε να καταστεί περισσότερο δυσχερής η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας.

Ετσι, η επίδειξη υψηλής αφοσίωσης στη δημοσιονομική εξυγίανση και η βελτίωση της αξιοπιστίας αναφορικά με την πολιτική της φαίνεται να αποτελούν σήμερα, όπως υποστηρίζεται, και τις μοναδικές επιλογές της νέας κυβέρνησης αν θέλει να αποκαταστήσει μέρος της εμπιστοσύνης των αγορών. Την ίδια στιγμή, ενώ κατά τις εκτιμήσεις των αναλυτών Ηeiner Luz, Domenico Vinci, Μonica Κalia και Jacqueline Cheung της Goldman Sachs, οι εγχώριες τράπεζες θα κλείσουν τα «ανοιχτά» τους μέτωπα με το Δημόσιο ως τον ερχόμενο Μάιο, η αβεβαιότητα, απόρροια της δημοσιονομικής θέσης της ελληνικής οικονομίας, η αναμενόμενη πτώση των ρυθμών αύξησης των χορηγήσεων, η διαφαινόμενη απόσυρση της έκτακτης ρευστότητας της ΕΚΤ και η αναμενόμενη αύξηση της φορολόγησης του κλάδου περιορίζουν τις προοπτικές κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών. Καθώς όμως ο τραπεζικός τομέας αποτελεί το 46% του ελληνικού χρηματιστηρίου, οι πιέσεις στις μετοχές του κλάδου επηρεάζουν καταλυτικά και τη συνολικότερη πορεία του ΧΑ. Σε περιβάλλον ύφεσης εξάλλου, κατά τις εκτιμήσεις των ξένων αναλυτών, δύσκολα μπορούν και οι εγχώριες τράπεζες να σημειώσουν ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Το καλό νέο για την Ελλάδα έχει σχέση με το γεγονός ότι η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να εκπλήξει θετικά, κάτι που μπορεί να συμπαρασύρει και την ελληνική οικονομία, όπως ανέφερε τις προηγούμενες ημέρες στην Αθήνα όπου βρέθηκε ο Βill Ο΄Νeill της Μerrill Lynch Wealth Μanagement, ενώ το κακό νέο αφορά το γεγονός ότι οι αγορές θα συνεχίσουν να δοκιμάζουν τη δέσμευση της κυβέρνησης αναφορικά με την πορεία της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά και την αξιοπιστία των στόχων της- παράμετροι που θα καθορίσουν και την πορεία των ελληνικών ομολόγων και μετοχών.

Σύμφωνα πάντως με τους Ρeter Ηooper, Τhomas Μayer και Μark Wall, αλλά και την ομάδα των οικονομολόγων της Deutsche Βank, η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 3,9% το 2010 (από1,1% το 2009) και 3,8% το 2011. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στον βιομηχανικό κόσμο εκτιμάται στο 2,4% το ερχόμενο έτος και στο 2,2% το 2011, με την ανάπτυξη στην ευρωζώνη να υπολείπεται (1,5% και 1,2%) αυτής των ΗΠΑ (3,6% και 3,3%) αντίστοιχα.

Για την Ελλάδα, η γερμανική τράπεζα προβλέπει ότι η ύφεση του 2010 (-0,7%) θα αφήσει τη θέση της σε έναν ανεμικό ρυθμό ανάπτυξης (+0,4%) το 2011. Την ερχόμενη διετία, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θα κυμανθεί στο 1,9%, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα συρρικνωθεί περαιτέρω στο 7% του ΑΕΠ το 2010 (από 9% το 2009) και στο 6% του ΑΕΠ το 2011. Οι προβλέψεις της επίσης για το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας αναφέρουν ότι το-12,4% του ΑΕΠ εφέτος, θα κυμανθεί στο-10,4% του ΑΕΠ το 2010, για να υποχωρήσει μόλις στο -9,5% το 2011.

Παγκοσμίως τώρα με τον πληθωρισμό σχετικά ελεγχόμενο, όπως εκτιμά η Deutsche Βank, οι κεντρικές τράπεζες θα αυξήσουν τα επιτόκια το 2010, με την ΕΚΤ να διπλασιάζει τελικά το επιτόκιο αναφοράς στο 2%, αρχίζοντας τον νέο ανοδικό κύκλο από το τρίτο τρίμηνο (μαζί με τη Fed) του ερχόμενου έτους. Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ διατήρησε την περασμένη Πέμπτη, όπως αναμενόταν, το επιτόκιο αναφοράς αμετάβλητο, σηματοδοτώντας την απόσυρση των έκτακτων νομισματικών μέτρων. Οι εξελίξεις στην πραγματική οικονομία, η δυναμική της οικονομικής ανάκαμψης, η προοπτική της εξέλιξης του πληθωρισμού μεσοπρόθεσμα σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στον χρηματοοικονομικό τομέα θα προσδιορίσουν τη χρονική στιγμή υιοθέτησης συσταλτικής νομισματικής πολιτικής, η οποία για την Αlpha Βank δεν θα πρέπει να αναμένεται πριν από το δ΄ τρίμηνο του 2010. Ο κεντρικός τραπεζίτης της ευρωζώνης προέτρεψε πάντως τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών της να σχεδιάζουν τις στρατηγικές εξόδου των έκτακτων δημοσιονομικών προγραμμάτων στήριξης, τονίζοντας ότι κάποια κράτη θα πρέπει να ξεκινήσουν τη δημοσιονομική προσαρμογή το 2010 και κάποια άλλα το 2011.

Το 2009, οι κυβερνήσεις δαπάνησαν τρισεκατομμύρια δολάρια για να αναζωογονήσουν την οικονομία. Οι κεντρικές τράπεζες σχεδόν μηδένισαν τα επιτόκια. Οι επιχειρήσεις αναδιαρθρώθηκαν, προχώρησαν σε αποεπενδύσεις, πραγματοποίησαν συγχωνεύσεις και δανείστηκαν προκειμένου να προετοιμαστούν για την ανάκαμψη.

Το ερχόμενο έτος η σκυτάλη, όπως εκτίμησε η Μerrill Lynch Wealth Μanagement, περνάει στους καταναλωτές προκειμένου να δώσουν εκείνοι ώθηση στην ανάπτυξη και στα μέσα του έτους θα δούμε τα πρώτα σημάδια που θα φανερώσουν αν αυτή η παράδοση σκυτάλης θα στεφθεί με επιτυχία. Ο κίνδυνος διπλής βύθισης για την παγκόσμια οικονομία εμφανίζεται περιορισμένος, ενώ οι προκλήσεις πολιτικής αφορούν την παροχή ενισχυτικών κρατικών κινήτρων μέχρι του βαθμού που θα μπορεί να «αναλάβει» ο ιδιωτικός τομέας. Οι κύριες απειλές πάλι έχουν να κάνουν με ενδεχόμενο παρατεταμένο αποπληθωρισμό και με αποτυχία ανασχηματισμού των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Υπάρχει ο κίνδυνος να παρουσιαστεί ένα σύντομο, οξύ σοκ στα επιτόκια κατά το δεύτερο εξάμηνο, αλλά δεν αναμένεται ο πληθωρισμός να αποτελέσει πρόβλημα το επόμενο έτος.

Ετσι, το 2010, θα είναι μια καλή χρονιά για τις μετοχές οι οποίες θα ξεπεράσουν σε απόδοση τόσο τα εταιρικά όσο και τα κρατικά ομόλογα. Το δολάριο θα ανακάμψει για να βρεθεί στο 1,30 ως προς το ευρώ, ενώ το πετρέλαιο θα κυμανθεί στα 85 δολάρια το βαρέλι και ο χρυσός θα προσεγγίσει τα 1.500 δολάρια ανά ουγκιά.