Σ τη διαχείριση των ΔΕΚΟ η κυβέρνηση της ΝΔ σημειώνει παταγώδη αποτυχία. Με τη σύγχυση και τη διαμάχη στον ΟΤΕ ακυρώθηκε το σχέδιο στρατηγικής συμμαχίας που διακήρυττε πέρυσι. Με τη διαπόμπευση της Ολυμπιακής έδειξε την ανικανότητά της να διαχειριστεί μια κρίση.

Στο σύνολο των δημοσίων επιχειρήσεων τα ελλείμματα έχουν διογκωθεί και οι δανειακές ανάγκες το 2008 θα φτάσουν τα 2 δισ. ευρώ.

Λίγα χρόνια πριν η ΔΕΗ ήταν η ζωντανή απόδειξη πώς μια ελληνική δημόσια επιχείρηση μπορούσε να ξεφύγει από την κρατική γραφειοκρατία, να οργανωθεί με σύγχρονο στρατηγικό σχέδιο και να εξελιχθεί σε έναν ισχυρό επιχειρηματικό όμιλο με ρόλο σε ολόκληρη τη ΝΑ Ευρώπη. Σήμερα είναι μια προβληματική ΔΕΚΟ.

Και έτσι όμως η ΔΕΗ είναι εξαίρεση: ως τώρα η απελευθέρωση των αγορών γινόταν για να αυξηθεί ο ανταγωνισμός, για να μειωθούν οι τιμές και για να βελτιωθεί η ποιότητα. Θα είναι η πρώτη φορά που για να γίνει απελευθέρωση μιας μονοπωλιακής αγοράς τα τιμολόγια ακριβαίνουν. Η μόνιμη κυβερνητική στόχευση για τη ΔΕΗ είναι να τη χρησιμοποιήσει ως όχημα για την είσοδο ιδιωτικών επιχειρήσεων στην αγορά ηλεκτρισμού. Οσο η ΔΕΗ ήταν κερδοφόρα, ενιαία και ακολουθούσε μετριοπαθή τιμολογιακή πολιτική, οι ιδιώτες επενδυτές θα έπρεπε να μπουν στην παραγωγή ρεύματος με εξαιρετικά ανταγωνιστική οργάνωση, να δεχθούν μια παρατεταμένη περίοδο μέτριας κερδοφορίας και να αγωνιστούν να κερδίσουν τα δύσκολα μερίδια στην αγορά αιχμής. Η αμελής διαχείριση της τελευταίας τριετίας διέλυσε τα κέρδη των 250 εκατ. ευρώ ετησίως που είχε πετύχει η διοίκηση το 2004 και πέρυσι έκανε τη ΔΕΗ μια ζημιογόνο επιχείρηση. Στη δεύτερη φάση μετά τις εφετινές εκλογές επιχειρήθηκε ο κατακερματισμός της σε πολλές εταιρείες. Οταν οι αντιδράσεις των εργαζομένων παραμέρισαν αυτό το σχέδιο, μπήκε σε εφαρμογή η τρίτη φάση της αλυσιδωτής αύξησης των τιμολογίων ρεύματος κατά 30%.

Είναι βεβαίως αλήθεια ότι οι χαμηλές τιμές του ρεύματος οφείλονται κατά ένα μέρος στην προνομιακή χρήση του λιγνίτη και γι΄ αυτό πολλοί επιδιώκουν μέσω ΕΕ να της αφαιρέσουν αυτή τη δυνατότητα και να πλήξουν την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης. Αλλο τόσο όμως είναι γεγονός ότι η ΔΕΗ «διανέμει» αυτό το κεκτημένο προνόμιο με την ηλεκτροδότηση των νησιών με ρεύμα στις ίδιες τιμές με το εθνικό τιμολόγιο και στις γεωργικές χρήσεις, όπου ισχύουν ακόμη χαμηλότερα.

Στην πραγματικότητα, ο λιγνίτης επιδοτεί τα νησιά και τους αγρότες και όχι τη ΔΕΗ, όπως επίσης και την απασχόληση και πολλά έργα υποδομής στις λιγνιτοφόρες περιοχές.

Αν οι πρόσφατες υπέρογκες αυξήσεις στα τιμολόγια δεν αποσυρθούν, η ΔΕΗ θα καλύψει ορισμένα ελλείμματα, ταυτόχρονα όμως θα μείνει χωρίς επιχειρήματα σε όσους θέλουν να της αφαιρέσουν την προνομιακή εκμετάλλευση του λιγνίτη.

Η περίφημη απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού θα μεταμορφωθεί έτσι σε μια αφαίμαξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός.