«Επρεπε να το κάνουµε… κι αυτό µας κοστίζει πολύ ψυχολογικά…το να σας ζητάµε…» . Ο κόµπος στον λαιµό δεν άφησε τη νέα υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας της Ιταλίας Ελσα Μαρία Φορνέρο να συνεχίσει τη φράση της στη συνέντευξη Tύπου που έδωσε την περασµένη Κυριακή. Τη λέξη που δεν µπόρεσε να προφέρει τη συµπλήρωσε ο πρωθυπουργός Μάριο Μόντι που καθόταν πλάι της: «… θυσίες»! ∆εν είναι συνηθισµένο το θέαµα ενός υπουργού που βουρκώνει όταν πρόκειται να ανακοινώσει µέτρα λιτότητας στους πολίτες. Πόσω µάλλον όταν δεν πρόκειται για έναν πολιτικό που ευλόγως αντιµετωπίζει τους πολίτες ως ψηφοφόρους, αλλά για µια καθηγήτρια που µετέχει σε µια κυβέρνηση τεχνοκρατών και ουδόλως κόπτεται αν θα γίνει αντιδηµοφιλής ή όχι.

Το δάκρυ, βεβαίως, ενός πολιτικού µπροστά στις τηλεοπτικές κάµερες µετατρέπεται αυτοµάτως σε επικοινωνιακό «µπαζούκας». Βάζει… φωτιά στο «ψυχρό» µέσο επικοινωνίας που είναι η τηλεόραση. Φυσικά µια τόσο θερµή εκδήλωση σε ένα τόσο παγερό µέσο κινδυνεύει να «κάψει» τον υπερευαίσθητο πρωταγωνιστή, γελοιοποιώντας τον µπροστά στο αποστασιοποιηµένο τηλεοπτικό κοινό. Και όµως! Στην περίπτωση της κυρίας Φορνέρο αυτό δεν φάνηκε να συµβαίνει.

Τουναντίον, οι τηλεθεατές σε ολόκληρο τον κόσµο που παρακολούθησαν το παράξενο στιγµιότυπο από τη συνέντευξη Τύπου, µπουχτισµένοι από τα κροκοδείλια δάκρυα των ριάλιτι ή «παγωµένοι» από το κλάµα των θυµάτων της βίας της πραγµατικής ζωής, συγκινήθηκαν βλέποντας µια καθωσπρέπει κυρία να δυσκολεύεται να συγκρατήσει τα δάκρυά της όχι εξαιτίας του προσωπικού της δράµατος, αλλά εξαιτίας του δράµατος των άλλων.

Κάποιοι κακεντρεχείς είπαν ότι η κυρία Φορνέρο δεν είναι πολιτικός, γι’ αυτό µπορεί να συγκινείται ακόµα. Είπαν επίσης ότι είναι από µόνο του συγκινητικό το ότι µια έµπειρη τεχνοκράτισσα µπορεί να είναι ακόµα ζωντανή. Να µην έχει µετατραπεί σε µούµια των βουλευτικών εδράνων. ∆ιότι είναι γνωστό ότι το χρήµα µίσησαν πολλοί, αλλά τη δόξα ουδείς. Αν και είναι να αναρωτιέται κανείς τι είδους δόξα απολαµβάνουν πλέον οι κυβερνώντες, αφού ούτε την εικόνα τους δεν τολµούν να περιφέρουν ελεύθερα στους δρόµους από τον φόβο µήπως συγκεντρώσει την οργή και το ανάθεµα των κυβερνωµένων.

Εν πάση περιπτώσει, η νέα υπουργός Εργασίας της ιταλικής κυβέρνησης τεχνοκρατών πιθανότατα θα συνεχίσει να περπατά ευθυτενής στους δρόµους του Τορίνου, παρά τα δυσβάστακτα µέτρα λιτότητας που ανακοίνωσε στους συµπατριώτες της. Το ερώτηµα που ανακύπτει όµως είναι «γιατί αλήθεια να χρεωθεί µια ευυπόληπτη καθηγήτρια την επιδείνωση του επιπέδου ζωής των συµπατριωτών της, αφού άλλωστε “τη χαλάει” και συναισθηµατικά;». ∆ιότι, ως φαίνεται, «κάτι την αρρωσταίνει» την κυρία Ελσα σ’ αυτή την (πανευρωπαϊκή) πολιτεία. Σύµφωνα µε τα δηµοσιεύµατα του ιταλικού Τύπου, η ηλικίας 63 ετών καθηγήτρια της Πολιτικής Οικονοµίας στο Πανεπιστήµιο του Τουρίνου έχει ένα σπουδαίο βιογραφικό. Πέρα από τις ακαδηµαϊκές της περγαµηνές (µεταξύ άλλων το 2001 έλαβε το βραβείο του Αγίου Βικεντίου για την Οικονοµία, ενώ δύο χρόνια αργότερα βραβεύθηκε µε το βραβείο της Ιταλικής Ακαδηµίας για τις µελέτες που εκπόνησε για το ζήτηµα της κοινωνικής ασφάλισης), η γεννηµένη στο Τουρίνο οικονοµολόγος έχει και αξιόλογη «τεχνοκρατική» εµπειρία. Ως τον προ τριών εβδοµάδων διορισµό της στην κυβέρνηση υπήρξε (επί µία διετία περίπου) αντιπρόεδρος του εποπτικού συµβουλίου της τράπεζας Intesa Sanpaolo.

Παλαιότερα είχε προσφέρει τις υπηρεσίες της ως µέλος του διοικητικού συµβουλίου της Ιταλικής Κοινωνίας των Οικονοµολόγων, ως µέλος της Επιτροπής Επιστηµονικών Εµπειρογνωµόνων της Confindustria (πρόκειται για την Ενωση Ιταλικών Βιοµηχανιών), ως µέλος της Επιτροπής Εµπειρογνωµόνων της Παγκόσµιας Τράπεζας, ως διαρκές µέλος του εδρεύοντος στις Βρυξέλλες και λειτουργούντος υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών για τη ∆ιακρατική Μεταφορά Συνταξιοδοτικών ∆ικαιωµάτων στην ΕΕ…

Πέρα από την επιστηµονική και τεχνοκρατική της δράση, η ιταλίδα υπουργός ασχολήθηκε και µε τα κοινά, ως δηµοτική σύµβουλος από το 1993 ως το 1998 στον δήµο της πόλης της, του Τουρίνου. Επίσης, αρθρογραφεί επί σειρά ετών στην ηµερήσια οικονοµική εφηµερίδα «Il Sole 24 ore».

Εν πάση περιπτώσει, αν τα δάκρυα είναι η «βουβή διάλεκτος του πόνου», όπως είχε πει ο Βολταίρος, η Ελσα Φορνέρο κατάφερε να δείξει στους συµπατριώτες της αλλά και στους Ελληνες και στους άλλους Ευρωπαίους ότι συναισθάνεται τον ρόλο της στην τελευταία πράξη του ευρωπαϊκού δράµατος. Από την άλλη όµως, µε τύψεις και αυτοµαστιγώµατα δεν είναι δυνατόν να ασκείται πολιτική.

Θετικά τα σχόλια του Τύπου

* Θετική ανταπόκριση είχαν σε γενικές γραμμές από τον ιταλικό Τύπο τα μέτρα της κυβέρνησης τεχνοκρατών του Μάριο Μόντι, που αποσκοπούν στην εξοικονόμηση από 24 ως 30 δισ. ευρώ ετησίως. «Φθάνει κάποτε η στιγμή που πρέπει να δυσαρεστήσεις κάποιον και για την Ιταλία η στιγμή αυτή έχει φθάσει» υποστηρίζει στο κύριο άρθρο της η συντηρητική «La Stampa».

* Η κεντροαριστερή «Corriere della Sera» εξήρε την απόφαση του Μόντι να συμμετάσχει στις θυσίες αποποιούμενος τον μισθό του πρωθυπουργού, ενώ η οικονομική «Ιl Sole 24 Ore» θεωρεί ότι «το μεγάλο στοίχημα θα παιχτεί στις αγορές και στον τρόπο με τον οποίο αυτές θα αντιδράσουν στα μέτρα λιτότητας».

* Βεβαίως, οι εφημερίδες που υποστηρίζουν τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι ασκούν… μπερλουσκονικής αισθητικής κριτική στα μέτρα. «Η κυβέρνηση κλαίει την ώρα που μας πηδά» ήταν το πρωτοσέλιδο της ημερήσιας «Libero». Αναφερόταν βεβαίως στα δάκρυα της Ελσας Φορνέρο

Τα μέτρα που έκαναν την υπουργό να δακρύσει
Αύξηση της φορολόγησης, περικοπές στο κράτος πρόνοιας, στις δαπάνες για την Υγεία και στις συντάξεις

Τα… ποτισµένα µε δάκρυα µέτρα της ιταλικής κυβέρνησης αφορούν την αύξηση της φορολόγησης, περικοπές στο κράτος πρόνοιας και κυρίως στις δαπάνες για την Υγεία και επίσης περικοπές στις συντάξεις, που ενδεχοµένως να φθάσουν ακόµη και στην πλήρη κατάργηση κάποιων συντάξεων, καθώς πρόκειται να τροποποιηθούν οι ελάχιστες προϋποθέσεις για τη χορήγηση σύνταξης.

• Σε ό,τι αφορά τους συνταξιούχους έπειτα από τον θόρυβο που προκάλεσαν τα δάκρυα της Ελσας Φορνέρο, η υπουργός ανακοίνωσε (την περασµένη Πέµπτη) ότι αναθεωρείται από τα 936 στα 1.400 ευρώ το επίπεδο πάνω από το οποίο θα «παγώσουν» οι τιµαριθµικές αναπροσαρµογές στις συντάξεις. Κατά τα άλλα, µελετάται η αύξηση της κατώτατης ηλικίας συνταξιοδότησης στα 63 έτη και για τα δύο φύλα και η καθιέρωση κινήτρων για απασχόληση ως τα 68 ή και τα 70 έτη.

• Σε ό,τι αφορά τους φόρους, προβλέπεται επαναφορά του φόρου στα ακίνητα που είχε καταργήσει η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι. Από το µέτρο αυτό η κυβέρνηση Μόντι προϋπολογίζει να εισπράττει 3,5 δισ. ευρώ ετησίως. Επίσης, δεν αποκλείεται η φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας και η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ, που είναι σήµερα στην Ιταλία 4%, 10% και 21%.

• Οι περικοπές στις παροχές υγείας αφορούν 2,5 δισ. ευρώ το 2013 και 5 δισ. ευρώ το 2014.

• Στα µέτρα της κυβέρνησης Μόντι εντάχθηκε το σχέδιο αποκρατικοποιήσεων του Μπερλουσκόνι που αποσκοπεί στην πώληση περιουσιακών στοιχείων του κράτους συνολικής αξίας 5 δισ. ευρώ.

• Καθιερώθηκαν ως ανώτατο όριο συναλλαγών µε ρευστά τα 500 ευρώ. Στόχος του µέτρου είναι η αποτροπή της φοροαποφυγής.

• Χαµηλώνουν οι κατώτερες χρεώσεις για την παροχή υπηρεσιών από επαγγελµατίες όπως οι δικηγόροι ή οι αρχιτέκτονες.

• Υιοθετούνται µέτρα προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης (ακριβέστερα: της απορρύθµισης) της αγοράς εργασίας για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ιταλικής οικονοµίας. Τα µέτρα αυτά θα συγκεκριµενοποιηθούν έπειτα από διάλογο µε τους κοινωνικούς φορείς και την εργοδοσία και θα αποσκοπούν στη χαλάρωση των κανόνων προστασίας της εργασίας και των εργαζοµένων. Η Φορνέρο υποσχέθηκε πάντως στους συµπατριώτες της εργαζοµένους την καθιέρωση ενός κατώτατου µισθού.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ