Αύξηση του κύκλου εργασιών τους κατά 0,6% στα 33,16 δις. ευρώ και των κερδών προ φόρων τόκων και αποσβέσεων κατά 8,7% στα 3,2 δις. ευρώ, σημείωσαν το πρώτο εξάμηνο του 2014 οι εισηγμένες επιχειρήσεις στο χρηματιστήριο της Αθήνας, σύμφωνα με την επεξεργασία των ισολογισμών τους από την Beta ΑΕΠΕΥ. Τα καθαρά μετά από τους φόρους κέρδη σημείωσαν πτώση 82,6% στα 941,6 εκατ. ευρώ, ενώ όπως σημειώνει ο επικεφαλής του τμήματος ανάλυσης της χρηματιστηριακής, Μάνος Χατζηδάκης, δεν έλειψαν οι έκτακτες εγγραφές οι οποίες είχαν για μια ακόμα φορά την τιμητική τους ιδιαίτερα στον τραπεζικό κλάδο, καθιστώντας πολύ δύσκολη την σύγκριση των αποτελεσμάτων σε επίπεδο τελικής γραμμής. Η μείωση της μεταβλητότητας των μεγεθών δεν αφορά μόνο τις εταιρίες καθεαυτές, αλλά το σύνολο των εταιριών του ΧΑ.
Το εύρος μεταξύ ζημιογόνων και κερδοφόρων εταιριών σε απόλυτα μεγέθη κερδοφορίας έχει μειωθεί είτε επειδή όσες εταιρίες έχουν απομείνει έχουν κάνει σοβαρές προσπάθειες αναδιάρθρωσης που πλέον φαίνονται στα περιθώρια κέρδους, είτε επειδή έχουν αποχωρήσει από την αγορά δυνάμεις που λειτουργούσαν με αθέμιτο τρόπο. Συνολικά, μετά από μια περίοδο μεγάλης μεταβλητότητας στα αποτελέσματα των εταιριών ήρθε ένα τρίμηνο σταθεροποίησης το οποίο τουλάχιστον μέχρι την γραμμή των λειτουργικών κερδών έχει αισθητές βελτιώσεις σε σχέση με πέρυσι, αλλά και με το α’ τρίμηνο της χρονιάς.
Η σταθεροποίηση του κύκλου εργασιών αποτελεί ενδεχομένως και μια ένδειξη ανελαστικότητας του συνόλου των εισηγμένων. Αφενός οι εταιρίες δεν μπορούν να δημιουργήσουν καινούριο τζίρο χωρίς την πιστωτική συνδρομή των τραπεζών, αφετέρου έχουν τις εσωτερικές δυνάμεις (ρευστότητα, μερίδια αγορών κλπ) για να μην χάσουν άλλα έσοδα. Οι εξαγωγές μπορεί να εμφανίζουν κάποια στασιμότητα, από την άλλη πλευρά η εκκίνηση κάποιων κλάδων της εσωτερικής αγοράς (έργα παραχώρησης, τουρισμός) έχουν αναπληρώσει σημαντικό μέρος από το χαμένο έδαφος.
Σε επίπεδο λειτουργικών κερδών η εικόνα είναι πιο ενθαρρυντική. Τα λειτουργικά κέρδη έχουν βελτιωθεί αισθητά κατά 8,7%, αντανακλώντας την μείωση του κόστους, αλλά και την ενσωμάτωση της εποχικής επίδραση της ζήτησης της πασχαλινής περιόδου.
Η αύξηση στο λειτουργικό περιθώριο είναι της τάξεως των 64 μονάδων βάσης σε σχέση με το α’ τρίμηνο, μικρό μέρος της οποίας «κατεβαίνει» στην τελική γραμμή. Για τις εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις η αύξηση στο καθαρό περιθώριο είναι της τάξεως των 18 μονάδων βάσης καθώς παρατηρείται οριακή θετική τελική γραμμή έναντι ζημιών σε σχέση με πέρυσι με βάση τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα.
Η τελική γραμμή εξαμήνου έκλεισε με κέρδη 941 εκατ. ευρώ που προέρχονται στην πλειοψηφία τους από τον χρηματοοικονομικό κλάδο. Η συνεισφορά των τραπεζών είναι 908 εκατ. ευρώ που προήλθαν κυρίως από την εγγραφή έκτακτων θετικών αποτελεσμάτων, αλλά και την βελτίωση της οργανικής επίδοσης σε σχέση με το α’ τρίμηνο. Οι βελτιώσεις που παρατηρήθηκαν στους τραπεζικούς ισολογισμούς έχουν να κάνουν με την μείωση στο κόστος χρηματοδότησης, την μείωση των οργανικών εξόδων λόγω των εκτεταμένων προσπαθειών αναδιάρθρωσης, αλλά και την κόπωση του ρυθμού αύξησης των προβλέψεων επισφαλών δανείων.
Η σχέση μεταξύ κερδοφόρων και ζημιογόνων εταιριών συνέχισε την αποκλιμάκωσή της παρουσιάζοντας μικρή αλλά σταθερή βελτίωση. Αυτό αποδίδεται στο ότι πλέον αρχίζει να δημιουργείται δυναμική αντιστροφής περισσότερων εταιριών σε κερδοφορία καθώς εκτός από τις 7 επιπλέον εταιρίες που γύρισαν σε κέρδη στο εξάμηνο άλλες 78 εταιρίες δείχνουν συρρίκνωση των ζημιών τους στο β’ τρίμηνο. Ο δείκτης αυτός είναι καθοριστικός καθώς αποτυπώνει τον συστημικό κίνδυνο των συναλλαγών μεταξύ των επιχειρήσεων, αλλά και των δυνητικών νέων προβλέψεων που οι τραπεζικοί ισολογισμοί πιθανόν θα κληθούν να εγγράψουν.