Μέσα στην κρίση οι Ελληνες εξακολουθούν να φτιάχνουν πισίνες! Οχι βέβαια με τους ρυθμούς που μας είχαν συνηθίσει παλαιότερα ούτε με το ίδιο κόστος, αφού τα παζάρια είναι πολύ σκληρά και μια μέση πισίνα των 30 τ.μ., που κοστίζει περίπου 20.000 ευρώ, τώρα με την κρίση μπορεί να κατασκευαστεί με 12.000-15.000 ευρώ.

Σήμερα στη χώρα μας υπολογίζεται ότι υπάρχουν περισσότερες από 120.000 πισίνες, μικρές, μεσαίες των 60 τ.μ. ή και μεγάλες των 150 τ.μ. σε πολυκατοικίες, μονοκατοικίες, επαύλεις ή ξενοδοχεία. Οι περισσότερες από αυτές κατασκευάστηκαν τη χρυσή περίοδο 1995-2007 όπου ορισμένοι συμπολίτες μας έφτασαν να θεωρούν την πισίνα απαραίτητο οικιακό εξάρτημα, όπως το ψυγείο ή η τηλεόραση.

Χρυσή χρονιά για τις πισίνες θεωρείται το 2005, οπότε κατασκευάστηκαν περίπου 6.000 πισίνες μέσα στο δωδεκάμηνο. Το 2008 όμως, όταν ξεκίνησε η κρίση, κατασκευάστηκαν 2.000 «κομμάτια». Το 2009 κατασκευάστηκαν 1.300-1.400, αφού πολλές έμειναν ημιτελείς, ενώ στο πρώτο εξάμηνο της εφετινής χρονιάς (ω της εκπλήξεως) κατασκευάστηκαν περίπου 700 πισίνες, δηλαδή 10% περισσότερες από ό,τι στο εξάμηνο της περυσινής χρονιάς που ήταν το χειρότερο της τελευταίας δεκαπενταετίας.

«Η κατασκευή μιας πισίνας εξαρτάται και από ψυχολογικούς λόγους, αφού το κόστος της δεν είναι ιδιαίτερα υψηλό, είναι περίπου όσο και ενός αυτοκινήτου μεσαίου κυβισμού» λέει ο κ. Στέλιος Σταυρίδης (σκίτσο), πρόεδρος της εταιρείας Ρiscines ideales, που είναι η πιο μεγάλη στον κλάδο και βραβεύεται κάθε χρόνο με το έπαθλο του καλύτερου εργασιακού περιβάλλοντος. Ο ίδιος διευκρινίζει ότι κατασκευάζει μόνο νόμιμες πισίνες, δηλαδή αυτές που έχουν πολεοδομική άδεια, και δεν ανακατεύεται με τις χιλιάδες παράνομες που υπάρχουν. Το κλειδί για να καταλάβει κανείς αν μια πισίνα είναι νόμιμη ή όχι είναι η παραλαβή του μπετόν που πρέπει να γίνει μέρα μεσημέρι με όλα τα παραστατικά και όχι…τα μαύρα μεσάνυχτα. Οσο για αυτές που έχουν χτιστεί χωρίς άδεια, μια και το τεκμήριο πισίνας δεν είναι υψηλό ( 6.000 ευρώ για 60 τ.μ.), ο κ. Σταυρίδης εκφράζει την άποψη ότι με ένα πρόστιμο της τάξεως των 150 ευρώ ανά τ.μ. θα μπορούσε να τακτοποιηθεί και να κερδίσει αρκετά εκατομμύρια και το Ελληνικό Δημόσιο.

Πώς ξεκίνησε η «φάμπρικα»
Το φθινόπωρο του 1992 στον προθάλαμο του πολυτελέστατου γραφείου του προέδρου της ΑΓΕΤ Ηρακλής γινόταν πανδαιμόνιο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε πουλήσει τον Ηρακλή στην ιταλική Καλτσεστρούτσι και ο ισχυρός άνδρας των γειτόνων, ο παλαίμαχος συνδικαλιστής και μετέπειτα μάνατζερ των εργοδοτών του Τζ. Παντσαβόλτα, επέλεγε τους στενούς συνεργάτες του. Εξω από το γραφείο του εκείνη την ημέρα περίμενε το «φαβορί» για να αναλάβει τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου ή του γενικού διευθυντή. Ηταν οκ. Στέλιος Σταυρίδης, ο οποίος είχε «τρέξει» τον Ηρακλή για λογαριασμό της κυβέρνησης Μητσοτάκη, θεωρούνταν επιτυχημένος στο πόστο του και είχε άριστες σχέσεις με τους Ιταλούς.

Οταν όμως μπήκε στο γραφείο του κ. Παντσαβόλτα με τις βαριές κουρτίνες, τα σκουρόχρωμα έπιπλα από καρυδιά και τη φωτεινή θέα στον μεγάλο κήπο του κτιρίου της Λυκόβρυσης, τον περίμενε μια άνευ προηγουμένου ψυχρολουσία. Χωρίς περιστροφές, ο ιταλός μάνατζερσυνδικαλιστής τού ανακοίνωσε ότι δεν θα συνεργαστούν αφού τις καίριες θέσεις στον όμιλο θα καταλάμβαναν τεχνοκράτες που θα μετακόμιζαν κατευθείαν από το Μιλάνο στην Αθήνα.

Ο κ. Σταυρίδης, που θεωρούσε σχεδόν δεδομένη την τοποθέτησή του, έχασε το έδαφος κάτω από τα πόδια του. Εμεινε χωρίς δουλειά, αναζήτησε φίλους και γνωστούς επιχειρηματίες για να δουλέψει μαζί τους, αλλά βρήκε πόρτες κλειστές. Ανθρωποι με τους οποίους συνέτρωγε συχνά, άνθρωποι με τους οποίους είχε κάνει διακοπές μαζί και του δήλωναν ότι θα του συμπαρασταθούν στο δύσκολο έργο του στον Ηρακλή όταν θα αναλάμβανε, τώρα δεν… έβγαιναν καν στο τηλέφωνο!

Πάνω στην απογοήτευσή του συνάντησε έναν παλιό φίλο από το Πολυτεχνείο ο οποίος μόλις είχε έρθει από το Παρίσι. «Γιατί δεν ασχολείσαι με τις πισίνες; Στη Γαλλία τους έχει πιάσει όλους τρέλα. Φτιάχνουν πισίνες στους κήπους τους, στις ταράτσες τους, στα ξενοδοχεία τους, ακόμη και μέσα σε παλιούς στάβλους». Ηταν το σινιάλο μέσα στην απογοήτευση. Ο κ. Σταυρίδης το αποφάσισε και μέσα σε δύο μήνες ίδρυσε την εταιρεία Ρiscines Ιdeales. Το ξεκίνημα της εταιρείας ήταν… κολοσσιαίο: ένα δυάρι για έδρα, ένας αυτόματος τηλεφωνητής, μια γραμματέας, ένα fax και ένας συνεταίρος για να παίρνει μέτρα και να αναθέτει τις εργολαβίες. Ελληνικά φαινόμενα, δηλαδή, αλλά με αισιοδοξία για το μέλλον, η οποία δικαιώθηκε εκ του αποτελέσματος.

Δυσκολίες στην αρχή

Κάθε αρχή και δύσκολη, λοιπόν. Το ίδιο συνέβη και με τον κ. Σταυρίδη, ο οποίος το 1994 κατασκεύασε μόλις 15 πισίνες σε όλη τη χώρα, την επόμενη χρονιά 130 και έφτασε το 2007 να κατασκευάσει περίπου 1.000 και το 2008 να φτάσει τις 1.200. «Καθόλου άσχημα, αν σκεφτεί κανείς ότι μία στις τρεις καινούργιες επιχειρήσεις κλείνουν στην Ελλάδα μέσα σε έναν χρόνο και τέσσερις στις πέντε κλείνουν μέσα σε μία τετραετία» λέει ο ίδιος.

Εν τω μεταξύ όμως, και παρά την κρίση, ο κ. Σταυρίδης πρόλαβε να αναδείξει την εταιρεία του και το 2009 για τρίτη συνεχόμενη χρονιά την καλύτερη από άποψη εργασιακού περιβάλλοντος στην Ελλάδα και την τέταρτη καλύτερη στην Ευρώπη με βάση τα βραβεία του οργανισμού Βest Work Ρlace Εurope. Το βραβείο στηρίζεται σε υπόδειγμα που επινόησαν δύο αμερικανοί δημοσιογράφοι πριν από περίπου 15 χρόνια και περιλαμβάνει 54 ερωτήσεις σε στελέχη επιχειρήσεων τα οποία απαντούν ανωνύμως.

Οι παράμετροι που υπολογίζονται είναι ο σεβασμός, η δικαιοσύνη, η συντροφικότητα, η προσωπική αξιοπρέπεια και η αξιοπιστία μέσα στην επιχείρηση. Αυτό το τελευταίο, δηλαδή η αξιοπιστία μιας επιχείρησης, φαίνεται ότι είναι και το πιο σημαντικό, όπως θα δούμε αμέσως.

Η Ειρήνη Παπά και η «θεατρική πισίνα»
Πριν από τρία-τέσσερα χρόνια η κορυφαία ελληνίδα ηθοποιός Ειρήνη Παπά απευθύνθηκε στον κ. Σταυρίδη και του ζήτησε να φτιάξει στο εξοχικό της στην Ανδρο μια πρωτότυπη πισίνα που θα ήταν ένα πραγματικό έργο τέχνης. Η επιθυμία της ήταν η πισίνα να θυμίζει θεατρική σκηνή, προφανώς αρχαίου θεάτρου. Ηταν μια πραγματική πρόκληση για τον κ. Σταυρίδη, αφού είναι φανερό ότι μια τέτοια κατασκευή στον κήπο του εξοχικού της Ειρήνης Παπά θα έκανε τον γύρο του κόσμου σε γνωστά περιοδικά και θα προσέφερε στην Ρiscines Ιdeales άφθονη δωρεάν διαφήμιση.

Ο κ. Σταυρίδης το μελέτησε, το μέτρησε, και τελικά διαπίστωσε ότι τεχνικά μια τέτοια κατασκευή στον συγκεκριμένο χώρο είχε τεράστιες πιθανότητες τεχνικής αποτυχίας. Με παρρησία λοιπόν ομολόγησε στην κυρία Παπά ότι δεν μπορεί να αναλάβει το έργο διότι δεν είναι σίγουρος 100% για την επιτυχία του και μάλιστα χαρακτηριστικά σχολίασε: «Αν σας φτιάξω τέτοια πισίνα, κινδυνεύω να γίνω εγώ ο ίδιος θέατρο!».

Ο κ. Σταυρίδης υπενθυμίζει κάτι που δεν έχει γίνει ιδιαίτερα αντιληπτό: «Τα επόμενα 15 χρόνια η Ανατολική Μεσόγειος θα γίνει ένας από τους τρεις μεγαλύτερους τουριστικούς προορισμούς στον κόσμο, αφού θα επενδυθούν περίπου 4 τρισ. ευρώ σε χώρες όπως η Ελλάδα αλλά και σε γύρω χώρες που έχουν αεροπορική απόσταση από την Αθήνα έως τρεις ώρες».

Ως το μεγάλο τουριστικό «μπουμ» πάντως η ελληνική αγορά, όπου λειτουργούν περισσότερες από 120.000 πισίνες, εκ των οποίων το 40% είναι παράνομες, περιμένει την ανάκαμψη. Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης γίνονται και εισαγωγές προκατασκευασμένων κατασκευών χαμηλού κόστους, περίπου 6.000 ευρώ, που χρησιμοποιούνται κυρίως σε σπίτια της επαρχίας. Μόδα έχει γίνει και το λεγόμενο swimming spa, δηλαδή ένα μεγάλο υδρομασάζ που χρησιμοποιείται και μέσα σε σπίτια ή σε δωμάτια ξενοδοχείων, δεν χρειάζεται άδεια και κοστίζει από 15.000 έως 60.000 ευρώ τον χρόνο.

Πέρα από τους αριθμούς, ο κ. Σταυρίδης δηλώνει ότι υπολογίζει κυρίως στην ανθρώπινη εμπιστοσύνη και στον σεβασμό των υπαλλήλων και των συνεργατών του.