«Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση έχει ξεκινήσει και η χώρα μας πρέπει να κινητοποιήσει κάθε παραγωγική και επιστημονική δυνατότητα και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που διαθέτει, διότι η ταχύτητα αλλαγής του παγκόσμιου οικονομικού περιβάλλοντος είναι πολύ υψηλή».Αυτό υπογραμμίζει ο διευθύνων σύμβουλος της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας κ. Αλέξανδρος Δανιηλίδης σε συνέντευξή του στο «Βήμα», ο οποίος θεωρεί ότι η οικονομία σταθεροποιείται, αλλά αυτό που απαιτείται «για να επιστρέψουν οι επιχειρήσεις σε μια αναπτυξιακή τροχιά είναι οι τομές στο φορολογικό και κανονιστικό πλαίσιο και να δοθούν κίνητρα στήριξης της επιχειρηματικότητας συνολικά αλλά και της βιομηχανίας συγκεκριμένα ως ενός από τους κλάδους που μπορεί να δημιουργήσει θετικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία». Ο ίδιος σημειώνει ότι η Αθηναϊκή Ζυθοποιία, στο πλαίσιο σημαντικών στρατηγικών αποφάσεων με στόχο την ανάπτυξη και τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας, υλοποιεί ένα νέο πρόγραμμα επενδύσεων ύψους €61 εκατ. που καλύπτει τη βελτίωση των παραγωγικών της εγκαταστάσεων, την προώθηση των εξαγωγών και την κυκλοφορία νέων προϊόντων.
Κύριε Δανιηλίδη, ύστερα από πολυετή ύφεση η ελληνική οικονομία δείχνει να έχει σταθεροποιηθεί, αλλά και τα βασικά θεμελιώδη μεγέθη της να ακολουθούν πλέον μια ανοδική τάση. Η εικόνα αυτή ισχύει και για την πραγματική οικονομία, τις επιχειρήσεις;
«Είναι γεγονός πως φαίνεται να υπάρχει μια σχετική βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας, σε συνέχεια των τριών προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Βέβαια αυτό είναι κάτι που ακόμη δεν έχει αποτυπωθεί επαρκώς στην αγορά και στις επιχειρήσεις. Βασικός λόγος είναι η σημαντική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών που δεν μπορεί να αποκατασταθεί εντός μικρού χρονικού διαστήματος. Και αυτό σε μεγάλο βαθμό θεωρώ ότι οφείλεται στην προσπάθεια «διόρθωσης» των δημόσιων οικονομικών κυρίως μέσω της αύξησης της φορολογίας και λιγότερο μέσω δομικών αλλαγών στην οικονομία. Ετσι, για παράδειγμα, η αύξηση του ΦΠΑ από 19% σε 24% και ο διπλασιασμός του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στην μπίρα από το 2009 ζημίωσαν την κατανάλωση στον κλάδο μας, δημιουργώντας αύξηση στις τελικές τιμές.
Για να αντιστραφεί αυτή η εικόνα και να επιστρέψουν οι επιχειρήσεις σε μια αναπτυξιακή τροχιά, πιστεύω ότι χρειάζεται να γίνουν σημαντικές τομές στο φορολογικό και κανονιστικό πλαίσιο και να δοθούν κίνητρα στήριξης της επιχειρηματικότητας συνολικά αλλά και της βιομηχανίας πιο συγκεκριμένα ως ενός από τους κλάδους που μπορεί να δημιουργήσει θετικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία».
Κατά πόσο οι μεταρρυθμίσεις που προωθήθηκαν και προωθούνται σε ό,τι αφορά τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος διευκολύνουν τις βιομηχανίες;
«Δυστυχώς η βιομηχανία για πολλά χρόνια δεν αντιμετωπίστηκε ως κεντρικός αναπτυξιακός βραχίονας, παρά τα μεγάλα πολλαπλασιαστικά οφέλη που έχει για το σύνολο της οικονομίας, την απασχόληση, τα δημόσια έσοδα κ.λπ. Χαιρόμαστε, όμως, που ο ίδιος ο Πρωθυπουργός από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ μίλησε εκτενώς για στήριξη της βιομηχανικής ανάκαμψης, με βραχυπρόθεσμο στόχο η βιομηχανική παραγωγή να ανέλθει στο 12% του ΑΕΠ. Η κρίση πιστοποίησε ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη οικονομία χωρίς ανταγωνιστικό παραγωγικό μοντέλο, τόσο στον πρωτογενή τομέα όσο και στη μεταποίηση.
Η 4η Βιομηχανική ΕΔπανάσταση έχει ξεκινήσει και η χώρα μας πρέπει να κινητοποιήσει κάθε παραγωγική και επιστημονική δυνατότητα και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που διαθέτει, διότι η ταχύτητα αλλαγής του παγκόσμιου οικονομικού περιβάλλοντος είναι πολύ υψηλή».
Εχουν αρθεί τα εμπόδια για τον κλάδο της ζυθοποιίας και ποια είναι αυτά που απομένουν για την ενίσχυση της αναπτυξιακής της δραστηριότητας;
«Χωρίς αμφιβολία ένα μεγάλο αιτούμενο της αγοράς που αφορούσε την τροποποίηση των όρων, των προϋποθέσεων και των τεχνικών προδιαγραφών για την παραγωγή του μηλίτη είναι στο τελικό στάδιο επίλυσης. Αυτό θα μας δώσει τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε παραγωγή προϊόντων μηλίτη σε ελληνικό έδαφος, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο την ελληνική βιομηχανία. Από την άλλη, όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την υπέρμετρη αύξηση της φορολογίας, η οποία αυξάνει αντίστοιχα το κόστος για τις επιχειρήσεις και επιβραδύνει την αναπτυξιακή δυναμική, ειδικά όταν αφορά κλάδους με τόσο σημαντικό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία. Αυτό που εμείς επιδιώκουμε είναι να προηγείται ένας διάλογος μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων, ώστε να αναδεικνύονται όλες οι διαστάσεις των επιλογών πριν ληφθούν οι τελικές αποφάσεις».
Η Αθηναϊκή Ζυθοποιία είναι μέλος του ομίλου της Heineken. Πώς βλέπουν οι ξένοι μέτοχοι την ελληνική οικονομία και συγκεκριμένα ως προς το σκέλος της πραγματοποίησης νέων επενδύσεων;
«Ο όμιλος της Heineken έχει δείξει έμπρακτα όλα αυτά τα χρόνια ότι η μακροχρόνια παρουσία του στην Ελλάδα έχει στρατηγικά αναπτυξιακό χαρακτήρα, ακόμα και σε δύσκολες περιόδους. Αξίζει να σημειωθεί πως κατά την περίοδο της κρίσης η Αθηναϊκή έδωσε δυναμικό «παρών» στη χώρα προχωρώντας σε επενδύσεις ύψους €120 εκατ. Στο πλαίσιο των σημαντικών στρατηγικών αποφάσεων, με στόχο την ανάπτυξη και τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας, η εταιρεία μας υλοποιεί κατά την περίοδο 2017-2019 ένα νέο πρόγραμμα επενδύσεων ύψους €61 εκατ. που καλύπτει τη βελτίωση των παραγωγικών της εγκαταστάσεων, την προώθηση των εξαγωγών και την κυκλοφορία νέων προϊόντων».
Ποιο είναι το οικονομικό και κοινωνικό αποτύπωμα της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας στη χώρα μας;
«Από την ίδρυση της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, το 1963, επενδύουμε στη βιώσιμη ανάπτυξη και παράγουμε ποιοτικά προϊόντα στην Ελλάδα, δημιουργώντας αξία σε όλη την αλυσίδα παραγωγής, από το χωράφι μέχρι τα ποτήρια μας. Σύμφωνα με τη μελέτη του οικονομικού και κοινωνικού αντιτύπου που πραγματοποιούμε περιοδικά ως εταιρεία, η συνολική προστιθέμενη αξία των δραστηριοτήτων μας ισοδυναμεί με το 0,7% του ΑΕΠ της χώρας. Παράλληλα, κατά το διάστημα 2011-2017 έχουμε αποδώσει στο κράτος €1,1 δισ. σε φόρους και εισφορές, ενώ, διατηρώντας συνεργασίες με ελληνικές επιχειρήσεις, πάνω από το 90% της αξίας των προϊόντων μας παραμένει στην ελληνική οικονομία. Σημαντική είναι και η συμβολή της εταιρείας σε θέματα απασχόλησης, καθώς πέρα από τις 900 άμεσες θέσεις εργασίας υποστηρίζουμε έμμεσα και άλλες 27.000 στον ευρύτερο τομέα του εμπορίου, των μεταφορών, των υπηρεσιών και της βιομηχανίας. Τέλος, μέσω του Προγράμματος Συμβολαιακής Καλλιέργειας Κριθαριού, που εφέτος συμπλήρωσε την πρώτη του δεκαετία, συνεργαζόμαστε με 2.500 παραγωγούς σε 19 νομούς, δημιουργώντας περισσότερες από 800 θέσεις εργασίας στον πρωτογενή τομέα και παράγοντας προστιθέμενη αξία που έχει ξεπεράσει τα €60 εκατ.
Πρόθεσή μας είναι το αναμφίβολα θετικό μας αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία να ενδυναμώνεται αδιάλειπτα και θα εργαστούμε για να πετύχουμε τους στόχους μας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ