Μπορεί η S&P να αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο μετά τη συμφωνία για το χρέος σε «B+» από «B», εν τούτοις η ελληνική οικονομία υπολείπεται της επενδυτικής βαθμίδας (investment grade), καθώς ακόμη και μετά την αναβάθμιση του οίκου βρίσκεται 4 βαθμίδες μακριά.
Ο αμερικανικός οίκος πάντως αναβάθμισε τη χώρα, καθώς προβλέπει υποχώρηση των κινδύνων σε σχέση με το χρέος λόγω της δημιουργίας ταμειακών αποθεμάτων και της επιμήκυνσης μεγάλου μέρους του ελληνικού χρέους.
Η εξέλιξη αυτή «μειώνει σημαντικά τους κινδύνους εξυπηρέτησης του χρέους τα επόμενα δύο χρόνια» ανέφερε, εκτιμώντας πως σημειώνεται σημαντική πρόοδος στη μείωση των υψηλών επιπέδων μη εξυπηρετούμενων δανείων από τις τράπεζες, εξέλιξη που θα συμβάλει στην ενίσχυση της ανάπτυξης.
Η έκτακτη αναβάθμιση κατά μία μονάδα του οίκου ωστόσο συνοδεύτηκε από μετατροπή του outlook (των προοπτικών) της ελληνικής οικονομίας σε «σταθερές» από «θετικές».
Το σταθερό outlook αντανακλά την ισορροπία των κινδύνων στη φερεγγυότητα της χώρας. Από τη μια πλευρά, η απόφαση του τελευταίου Eurogroup να παράσχει στην Ελλάδα επιπρόσθετη επιμήκυνση δανείων και ένα ευμέγεθες μαξιλάρι ρευστότητας έχει ενισχύσει περαιτέρω το βελτιωμένο προφίλ χρέους, αλλά από την άλλη πλευρά ιδιωτικό και δημόσιο χρέος παραμένουν υψηλά ενώ η προσέλκυση επενδύσεων είναι αδύναμη.
Η S&P σημειώνει πως η αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από το ασυνήθιστα χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και της συνεχούς στήριξης των πιστωτών με τη μορφή δανείων με πολύ μεγάλες ωριμάσεις και με την ελάφρυνση χρέους.
Ωστόσο, το ύψος του χρέους της χώρας αποτελεί βαρίδι καθώς μετά την Ιαπωνία, η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο δείκτη χρέους προς ΑΕΠ από τη λίστα των χωρών που ο οίκος καλύπτει.
Το ιστορικό της πολιτικής αβεβαιότητας στην Ελλάδα και οι πελατειακές σχέσεις έχουν επίσης επιβαρύνει το ζήτημα του χρέους, καθώς προκαλούν αβεβαιότητα στην οικονομία, αποτρέπουν τις εισροές κεφαλαίων, ενώ προκαλούν εκροές τραπεζικών καταθέσεων.
Μία νέα αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την S&P θα μπορούσε να λάβει χώρα αν ενισχυθεί η προβλεψιμότητα των εφαρμοζόμενων πολιτικών, αυξηθούν οι καθαρές ξένες άμεσες επενδύσεις και διαπιστωθεί περαιτέρω πρόοδος στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Bιωσιμότητα
Η Fitch, αν και αποτίμησε θετικά τη συμφωνία για την Ελλάδα θεωρώντας πως βελτιώνει τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους, δεν προχώρησε ωστόσο σε έκτακτη αξιολόγηση της οικονομίας όπως η S&P.
Επισημαίνει ότι δεν περίμενε ονομαστική μείωση των χρεών του επίσημου τομέα, τα οποία παραμένουν εξάλλου ιδιαίτερα υψηλά, αντιπροσωπεύοντας το 148,2% του ΑΕΠ της χώρας την ώρα που το συνολικό χρέος του 2017 διαμορφώθηκε στο 178,6% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, το «μαξιλάρι» ρευστότητας και η παράταση στις ωριμάσεις περιορίζουν το ρίσκο αναχρηματοδότησης και θα στηρίξουν τη μεταμνημονιακή πρόσβαση στις αγορές και την ικανότητα της χώρας να εξυπηρετεί το χρέος της προς τους ιδιώτες πιστωτές, ενώ η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους θα μπορούσε να βελτιωθεί αν το πολιτικό ρίσκο περιοριστεί και βελτιωθούν οι προοπτικές ανάπτυξης.
Η συμφωνία, σημειώνει η Fitch, συνάδει με τις προσδοκίες για «υβριδικά καθαρή έξοδο» της χώρας από το πρόγραμμα, με σημαντικούς όρους. Το Eurogroup επισημαίνει ότι η ελάφρυνση χρέους περιλαμβάνει κίνητρα που διασφαλίζουν τη συνεχιζόμενη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, μεταξύ των οποίων και ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022, καθώς και τις δεσμεύσεις σε ευθυγράμμιση με το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο αμέσως μετά.

Δέσμευση
Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος για δεύτερο έτος δείχνει τη δέσμευση των ελληνικών αρχών στη δημοσιονομική σύγκλιση. Το εγχώριο πολιτικό πλαίσιο έχει γίνει πιο σταθερό και οι σχέσεις μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, μειώνοντας το ρίσκο ανατροπής των πολιτικών.
Η διατήρηση υψηλών πλεονασμάτων ως το 2060 συνηγορεί στην εκτίμηση πως οι πολιτικές προκλήσεις θα παραμείνουν, αν και ενδέχεται να υπάρξει εν μέρει μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο μέλλον. Η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων μπορεί να βελτιώσει τη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη την οποία η Fitch υπολογίζει σε 1,5%, καταλήγει.

Οι προκλήσεις της ανάπτυξης

Η συμφωνία είναι θετική για το αξιόχρεο της υπερχρεωμένης χώρας, ανέφερε ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, θεωρώντας πως ανοίγει ο δρόμος για τη σταδιακή επιστροφή στη χρηματοδότηση από τις αγορές, κάτι που είναι θετικό για το αξιόχρεο. Η ελάφρυνση του χρέους διασφαλίζει ότι οι ανάγκες αναχρηματοδότησης την επόμενη 10ετία θα είναι «πολύ ήπιες», ενώ «το πακέτο αποτελεί σημείο αναφοράς για το χρέος και την οικονομική και τραπεζική κρίση». Ωστόσο, η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, όπως η ανάγκη να παραμείνει προσηλωμένη σε συνετή δημοσιονομική πολιτική και να επιτυγχάνει πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για πολλά χρόνια ακόμη, ενώ οι προοπτικές ανάπτυξης παραμένουν μάλλον μέτριες, στο 2%-2,5% ανά έτος στην καλύτερη των περιπτώσεων, εκτός αν υπάρχει ισχυρή αύξηση των επενδύσεων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ