Αν και η συμφωνία για το χρέος, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, δίνει μια ανάσα για τα επόμενα 5-10 χρόνια στην οικονομία, εντούτοις οι αγορές θα παραμείνουν επιφυλακτικές έως ότου η Ελλάδα μπορέσει να πουλήσει επιτυχώς μια σειρά ομολόγων σε διεθνείς επενδυτές, ενώ ορισμένοι αναρωτιούνται αν αυτό είναι και «το τελευταίο deal» για τη χώρα.
Μακροπρόθεσμα (πέραν της 10ετίας), όσο η Ελλάδα επιδεικνύει τη δέσμευσή της να παραμείνει ευθυγραμμισμένη με την Ευρώπη, μια νέα ελάφρυνση του χρέους δεν μπορεί να αποκλειστεί. Οι αγορές θα παρακολουθούν ωστόσο τη μεταρρυθμιστική ατζέντα και την πορεία της οικονομίας, καθώς ακόμη η εμπιστοσύνη κινείται σε χαμηλά επίπεδα.

Απώλειες στο ΧΑ

Το Χρηματιστήριο της Αθήνας μετά την αρχική ανοδική αντίδραση έκλεισε την Παρασκευή με απώλειες, ενώ οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων αποκλιμακώθηκαν στο ακόμη απαγορευτικό επίπεδο του 4,15%, την ώρα που ορισμένοι δεν αποκλείουν μια δοκιμαστική έξοδο στις αγορές τον Ιούλιο.
Η Ελλάδα αρχικά είχε προγραμματίσει εφέτος να πουλήσει 4 δισ. ευρώ σε 3ετή και 10ετή ομόλογα. Ωστόσο, η πολιτική αναταραχή του Μαΐου στην Ιταλία ανέβαλε αυτή την ιδέα. Αν δεν αποκλιμακωθούν σημαντικά οι αποδόσεις, είναι δύσκολο να δούμε πώς μπορεί να δοκιμάσει κάτι παρόμοιο η χώρα.
Οι επενδυτές επίσης θα θέλουν να δουν μεγαλύτερη σταθερότητα πριν από τη διάθεση κεφαλαίων. Από την άλλη πλευρά, η junk (σκουπίδια) πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας σημαίνει ότι τα κρατικά ομόλογα δεν θα είναι επιλέξιμα ως collateral για τα δάνεια της ΕΚΤ, και αυτό θα υποχρεώσει τις τράπεζες να βρουν άλλες, πιο ακριβές πηγές χρηματοδότησης.

«Το τελευταίο deal;»

Είναι «το τελευταίο deal για την Ελλάδα;» αναρωτήθηκε ο Marc de-Muizon, οικονομολόγος της Deutsche Bank, σημειώνοντας ότι πέρα από την ενισχυμένη επιτήρηση, ο πυρήνας των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους εξασφαλίζει σε μεσοπρόθεσμο (5 χρόνια) ορίζοντα τη χώρα ώστε να επιτύχει σταδιακά την πρόσβασή της στις αγορές μέσα στην επόμενη 10ετία.
Μακροπρόθεσμα (πέραν της 10ετίας) όσο η Ελλάδα επιδεικνύει τη δέσμευσή της να παραμείνει ευθυγραμμισμένη με την Ευρώπη, τόσο οι πιθανότητες να πάνε καλά τα πράγματα θα αυξάνονται. Μετά τη συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους η έκθεση βιωσιμότητας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι πιθανό να καταλήξει ότι το ελληνικό χρέος βρίσκεται ήδη σε βιώσιμη πορεία, ενώ το ΔΝΤ είναι πιθανό να συνεχίσει να αμφισβητεί τη βιωσιμότητά του.
Οι Βρυξέλλες αντιλαμβάνονται την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Ισπανία ως ιστορίες επιτυχίας παρέχοντας έναν απτό χάρτη πορείας τον οποίον μπορεί να ακολουθήσει και η Ελλάδα.
Η συμφωνία για το χρέος δίνει ανάσα ζωής για την ελληνική οικονομία μέχρι το 2033, μακρύτερο διάστημα από όσο είχαν αφήσει να εννοηθεί ευρωπαίοι αξιωματούχοι σε πρόσφατες δηλώσεις τους, εκτίμησε η κυρία Μιράντα Ξαφά, senior scholar, Centre for International Governance Innovation (CIGI).
Πέρα από τη δεκαετή παράταση της περιόδου χάριτος και της προθεσμίας λήξης των δανείων του EFSF, η συμφωνία περιλαμβάνει 9,5 δισ. ευρώ για το απόθεμα ρευστών διαθεσίμων, 3,5 δισ. για επαναγορά ακριβού χρέους και επιστροφή των κερδών των ομολόγων ANFA & SMP υπό όρους. Το γαλλικό «κλειδί» δεν ήταν μέρος της συμφωνίας, αυτό όμως δεν αποτελεί μεγάλη απώλεια. Το ΔΝΤ είχε ξεκαθαρίσει ότι η σύνδεση της αποπληρωμής χρέους με την ανάπτυξη θα ήταν χρήσιμη μόνο αν ήταν αυτόματη, δηλαδή αν οδηγούσε αυτόματα σε χαμηλότερες πληρωμές χρεολυσίων σε χρονιές χαμηλής ανάπτυξης.
Η Γερμανία όμως επέμενε ότι μια τέτοια απόφαση θα απαιτούσε την έγκριση του Γερμανικού Κοινοβουλίου, πράγμα που θα καθιστούσε το γαλλικό «κλειδί» απρόβλεπτο και επομένως άχρηστο, κατά το ΔΝΤ. Η βιωσιμότητα του χρέους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και με το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους. Με τα σημερινά δεδομένα, το ΔΝΤ προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 1% μακροπρόθεσμα ενώ το κόστος δανεισμού θα παραμείνει υψηλό.

Η βιωσιμότητα

Οπως δήλωσε η κυρία Λαγκάρντ, η συμφωνία που επιτεύχθηκε για το χρέος δεν διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του, όπως προφανώς θα δείξει η ανάλυση βιωσιμότητας που θα δημοσιευτεί τον Ιούλιο μαζί με την ετήσια έκθεση του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία. Μέχρι το 2033, όμως, η Ελλάδα θα έχει περίοδο χάριτος για να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που δεν εφαρμόστηκαν στα μνημονιακά χρόνια, για να βελτιώσει το επιχειρηματικό κλίμα και να γίνει πόλος έλξης επενδύσεων.
Για την Goldman Sachs η συμφωνία που προβλέπει εκταμιεύσεις κεφαλαίων για την ενίσχυση του cash buffer, μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και το πλαίσιο ώστε να διασφαλιστεί ότι η όποια μελλοντική ελληνική κυβέρνηση θα διατηρήσει τη δημοσιονομική πειθαρχία και θα εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, είναι θετική για την Ελλάδα και κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ θα βοηθήσει την επιστροφή της χώρας στις αγορές, καθώς και την αναπροσαρμογή των ελληνικών ενεργητικών προς τα επίπεδα αυτών της ευρωπαϊκής περιφέρειας.

Επιστροφή

Βραχυπρόθεσμα, λόγω του «μαξιλαριού» ρευστότητας, των θετικών προοπτικών ανάπτυξης στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη και της πολύ διευκολυντικής (ακόμη) νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, η χώρα θα μπορέσει να κάνει μια επιτυχημένη επιστροφή στην αγορά, αν και τα ελληνικά ομόλογα θα επηρεαστούν από τις εξελίξεις στην Ιταλία.
Μεσοπρόθεσμα, η δέσμευση για επανεξέταση ενός περαιτέρω reprofiling του δανείου του EFSF στο τέλος της περιόδου χάριτος, το 2032, τονίζει ότι de facto το δάνειο του επίσημου τομέα θεωρείται υποδεέστερο (junior) του δανείου του ιδιωτικού τομέα. Μια περαιτέρω επέκταση της ωρίμανσης αυτού του δανείου είναι το βασικό σενάριο, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει δημοσιονομικά υπεύθυνες οικονομικές πολιτικές.

Το πολιτικό ρίσκο και οι εκλογές

Το πολιτικό ρίσκο που σχετίζεται με τον εκλογικό κύκλο αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο καθώς αν μια μελλοντική κυβέρνηση δεν διατηρήσει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα και επιδιώξει επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές, το πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί θα μπορούσε να βρεθεί στον αέρα, εκτιμά η Goldman Sachs.

Εν τούτοις, προς το παρόν τουλάχιστον, φαίνεται απίθανο πως τώρα, που η οικονομία ανακάμπτει και η πλήρης πρόσβαση στις αγορές είναι ορατή, τα πολιτικά κόμματα θα το έθεταν αυτό σε κίνδυνο. Αναφορικά με τις πολιτικές εξελίξεις, η Deutsche Bank δεν αποκλείει ο Αλ. Τσίπρας να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές πριν από το τέλος του 2018 και πριν από τις περικοπές των συντάξεων του Ιανουαρίου του 2019. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως θα κερδίσει η ΝΔ, αλλά το εκλογικό σύστημα ίσως οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε νέα εκλογική αναμέτρηση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ