Στο σημείο μηδέν κατρακύλησαν οι ήδη τεταμένες σχέσεις κυβέρνησης και ΓΣΕΕ με αφορμή την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων και ιδιαίτερα την ανακοίνωση από το υπουργείο Εργασίας της διαδικασίας και των προϋποθέσεων επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων.
Η ΓΣΕΕ αμφισβητεί ευθέως τις κυβερνητικές προθέσεις για την επαναφορά της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων, γεγονός που προκάλεσε «πόλεμο ανακοινώσεων» μεταξύ υπουργείου και Συνομοσπονδίας για το κατά πόσο «αναβιώνουν οι συμβάσεις» τον Αύγουστο του 2018 ή επέρχεται «νέο θανάσιμο πλήγμα» προτού ακόμη επανέλθουν.
Οι δύο πλευρές αντάλλαξαν σκληρές εκφράσεις, αφού η ΓΣΕΕ χαρακτήρισε «άνθρακες τον «θησαυρό» των κυβερνητικών υποσχέσεων», ενώ το υπουργείο «ταυτίζει τη ΓΣΕΕ με το «μέτωπο» που αντιδρά στην αποκατάσταση των συμβάσεων».
Το σημείο τριβής αφορά τον τρόπο με τον οποίο ταυτοποιείται η κάλυψη του 51% των εργαζομένων του κλάδου από τον εργοδοτικό φορέα, ο οποίος υπογράφει τη σύμβαση. Η ύπαρξη του 51% είναι απαραίτητη για να προχωρήσει ο υπουργός στην επέκταση της ισχύος της σύμβασης σε ολόκληρο τον κλάδο.
Κατά τη διαδικασία αυτή, ο εργοδοτικός φορέας που υπέγραψε τη σύμβαση θα πρέπει να προσκομίσει / καταθέσει στο Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ) το μητρώο των μελών του.

«Δικαίωμα βέτο»

Ωστόσο η εγκύκλιος δεν καθιστά υποχρεωτική αυτή τη διαδικασία αλλά την αφήνει στην προαίρεση του εργοδοτικού φορέα. Αναφέρει μάλιστα πως εφόσον η εργοδοτική οργάνωση δεν υποβάλει το μητρώο μελών «η επέκταση της σύμβασης δεν είναι δυνατή».
Το σημείο αυτό προκάλεσε την μήνιν της ΓΣΕΕ. Επιτέθηκε στο υπουργείο και στην κυβέρνηση κατηγορώντας τους ότι «χωρίς ντροπή παραχωρούν δικαίωμα βέτο στην εργοδοτική οργάνωση με το τρικ της προϋπόθεσης κατάθεσης του μητρώου μελών της, κάτι που επαφίεται στην πλήρη διακριτική ευχέρεια της ίδιας της εργοδοτικής οργάνωσης».
Η συνδικαλιστική οργάνωση εξηγεί πως «την επέκταση των συμβάσεων ανέκαθεν τη ζητούσε η πλευρά των εργαζομένων και παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις η εργοδοτική πλευρά πρόβαλλε εμπόδια στη σχετική υπουργική απόφαση, που στάθμιζε το δημόσιο συμφέρον και αποφάσιζε ανάλογα».
Οπότε η Συνομοσπονδία εκτιμά ότι «με το τρικ της κατάθεσης του μητρώου μελών η βασική αρχή της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας όχι μόνο δεν επανέρχεται, αλλά δέχεται θανάσιμο πλήγμα».

Οργισμένο ύφος

Η απάντηση του υπουργείου Εργασίας ήταν έντονη και σε οργισμένο ύφος. Συνέκρινε τη ΓΣΕΕ με το «μέτωπο των δυνάμεων» που προσπαθούν να μπλοκάρουν την επαναφορά των συμβάσεων, αναφέρεται στον ΣΕΒ ο οποίος διαφωνεί με την επεκτασιμότητα των συμβάσεων, όπως και στον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη που δηλώνει ότι δεν θα εφαρμόσει τα βασικά εργασιακά δικαιώματα. Επίσης γίνεται αναφορά στους θεσμούς, «οι οποίοι διαφώνησαν με τη λύση και τα κριτήρια που καθιερώθηκαν με την εγκύκλιο».
Ταυτοχρόνως, το υπουργείο εκτιμά ότι η διαδικασία αυτή θα λειτουργήσει, επειδή «η εργοδοτική οργάνωση που υπογράφει τη σύμβαση έχει αντικειμενικό συμφέρον (αποφυγή αθέμιτου ανταγωνισμού) να επεκταθεί σε ολόκληρο τον κλάδο και ως εκ τούτου θα δηλώνει ποια και πόσα είναι τα μέλη της».
Η ΓΣΕΕ επανέρχεται και κατηγορεί την κυβέρνηση για «επικοινωνιακό μίξερ και προπαγάνδα» ότι δήθεν επαναφέρει την επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων, ενώ στην πραγματικότητα «καμουφλάρει τις ευθύνες της για τη ναρκοθέτηση της εφαρμογής της». Και η ανακοίνωση συνεχίζει: «Το επικοινωνιακό μίξερ της κυβέρνησης ανακατεύει τους πάντες: ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, Μητσοτάκη και θεσμούς, για να καταλήξει στο ερώτημα: Με ποιον ταυτίζεται σήμερα η Συνομοσπονδία;».
Η ΓΣΕΕ επισημαίνει ότι στην ουσία της η εγκύκλιος καθιερώνει την προαιρετική κατάθεση από τις εργοδοτικές οργανώσεις του μητρώου των μελών τους προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία.
Ταυτοχρόνως, η συνδικαλιστική οργάνωση αποκαλύπτει ότι οι εργοδοτικές οργανώσεις στη διαβούλευση που προηγήθηκε της εγκυκλίου είχαν δηλώσει γραπτώς και προφορικά στην κυβέρνηση –επικαλούμενες την προστασία προσωπικών δεδομένων (προσχηματική ή μη) –ότι αρνούνται την κατάθεση του μητρώου μελών τους.
Και καταλήγει: «Στην πράξη θα φανεί ποιος λέει την αλήθεια για τις συμβάσεις και τότε θα δούμε τι θα απαντήσουν οι αρμόδιοι».


Η επίμαχη εγκύκλιος που προκάλεσε την αντιπαράθεση

Η επίμαχη εγκύκλιος που προκάλεσε την έντονη αντιπαράθεση υπουργείου Εργασίας και ΓΣΕΕ για τον τρόπο πιστοποίησης και κάλυψης του 51% της απασχόλησης ενός κλάδου, ώστε να είναι δυνατή η επέκταση μιας κλαδικής σύμβασης εργασίας σε ολόκληρο τον κλάδο, περιλαμβάνει διάφορα στάδια.

Αρχικά προβλέπει ότι «η επέκταση της κλαδικής σύμβασης εργασίας και η κήρυξή της ως υποχρεωτικής για έναν κλάδο γίνεται με απόφαση του υπουργού Εργασίας, η οποία εκδίδεται μετά τη διατύπωση γνώμης του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ). Η σύμβαση θα πρέπει να έχει υπογραφεί και να δεσμεύει – ήδη – εργοδότες που απασχολούν τουλάχιστον το 51% των εργαζομένων του κλάδου».
Πώς γίνεται όμως η διακρίβωση της κάλυψης του 51% από τους εργοδότες που υπέγραψαν τη σύμβαση, ώστε να είναι δυνατή η επέκτασή της;

Τα βήματα

1. Η υπογραφείσα κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας κατατίθεται στο τμήμα Συλλογικών Συμβάσεων και Συλλογικής Οργάνωσης του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Σε αυτήν γνωστοποιείται και ο κωδικός οικονομικής δραστηριότητας (ΣΤΑΚΟΔ) που αντιστοιχεί στον κλάδο τον οποίο αφορά η συλλογική σύμβαση.
2. Η κατάθεση της συλλογικής σύμβασης εργασίας γνωστοποιείται αμελλητί από το τμήμα Συλλογικών Συμβάσεων στον υπουργό Εργασίας, προκειμένου να υποβάλει αίτημα στο ΑΣΕ να κληθεί η εργοδοτική συνδικαλιστική οργάνωση που υπέγραψε τη συλλογική σύμβαση εργασίας να καταθέσει το μητρώο των μελών της που δεσμεύονται από τη συλλογική σύμβαση.
3. Με τη λήψη του σχετικού αιτήματος, το ΑΣΕ καλεί την εργοδοτική συνδικαλιστική οργάνωση που υπέγραψε τη συλλογική σύμβαση εργασίας να καταθέσει στο τμήμα Ειδικών Επιθεωρητών του ΣΕΠΕ το μητρώο των μελών της που δεσμεύονται από τη συλλογική σύμβαση.
4. Με την κατάθεση του μητρώου μελών, ειδικός επιθεωρητής του ΣΕΠΕ, μέσω του πληροφοριακού συστήματος του υπουργείου «ΕΡΓΑΝΗ», διαπιστώνει αφενός το σύνολο των εργαζομένων που απασχολούνται από εργοδότες που δεσμεύονται από την υπογραφείσα συλλογική σύμβαση και αφετέρου το σύνολο των εργαζομένων του κλάδου. Από τα κατά τα ανωτέρω εξαγόμενα στοιχεία διαπιστώνεται αν η συλλογική σύμβαση καλύπτει το 51% των εργαζομένων του κλάδου.
5. Τα στοιχεία που εξάγονται γνωστοποιούνται αμελλητί στο ΑΣΕ προκειμένου να γνωμοδοτήσει προς τον υπουργό Εργασίας για τη συνδρομή ή μη των απαραίτητων προϋποθέσεων και συνακόλουθα για τη δυνατότητα ή μη επέκτασης και κήρυξης ως γενικώς υποχρεωτικής της υπογραφείσας και κατατεθείσας συλλογικής σύμβασης εργασίας.
6. Και τέλος η επίμαχη διάταξη της εγκυκλίου αναφέρει τα εξής: «Σε περίπτωση μη υποβολής από την εργοδοτική οργάνωση του μητρώου μελών της και της συνακόλουθης αδυναμίας τήρησης της προβλεπόμενης διαδικασίας η επέκταση της συλλογικής σύμβασης δεν είναι δυνατή».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ