Ανησυχία επικρατεί στο υπουργείο Οικονομικών από το γεγονός ότι η φετινή υποβολή των φορολογικών δηλώσεων προχωρά με πάρα πολύ αργούς ρυθμούς, σε μία χρονική περίοδο όπου είναι σημαντικό να γνωρίζει το κράτος τι έχει να εισπράξει από φόρους εισοδήματος αλλά και τι έχει να δώσει από επιστροφές φόρου ενόψει επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων και εξόδου από τα μνημόνια.

Ενδεικτικό της εικόνας αυτής είναι ότι πέρυσι την 1η Ιουνίου είχαν υποβληθεί συνολικά 1.916.627 φορολογικές δηλώσεις (έντυπο Ε1), ενώ την περασμένη Παρασκευή ο αριθμός αυτός με το ζόρι ξεπέρασε το 1.439.000. Αυτό σημαίνει ότι σε σύγκριση με πέρυσι η όλη διαδικασία έχει πάει πίσω κατά 500.000 δηλώσεις. Την ίδια στιγμή οι φορολογούμενοι έχουν προθεσμία έως τις 30 Ιουνίου να ολοκληρώσουν τη διαδικασία υποβολή των δηλώσεων αν και φαίνεται ότι είναι παραπάνω από σίγουρο ότι θα δοθεί παράταση.

Ειδικοί επισημαίνουν ότι η όλη διαδικασία θα τρέξει με γοργούς ρυθμούς καθώς χιλιάδες νοικοκυριά που είναι δικαιούχοι του οικογενειακού επιδόματος θα πρέπει έως τις 20 Ιουνίου να υποβάλουν αίτηση Α21 για να λάβουν τη 2η δόση του εν λόγω βοηθήματος έως τις 27 Ιουνίου. Προϋπόθεση όμως για να υποβληθεί το Α21 είναι να έχει προηγηθεί η οριστική υποβολή της φορολογικής δήλωσης.

Ωστόσο οι φοροτεχνικοί επισημαίνουν και ένα ακόμη σημαντικό παράγοντα που λειτουργεί ανασταλτικά στην υποβολή των φορολογικών δηλώσεων. Επισημαίνουν ότι χιλιάδες φορολογούμενοι δεν μπορούν να βγάλουν άκρη με τις αποδείξεις που πρέπει να δηλώσουν καθώς σε πολλές περιπτώσεις τα ποσά που εμφανίζονται στην εφαρμογή του TAXISnet κατά τη συμπλήρωση των ηλεκτρονικών εντύπων απέχουν πολύ τόσο από τα ποσά που οι ίδιοι οι φορολογούμενοι εκτιμούν ότι έχουν συγκεντρώσει όσο και από το όριο που απαιτείται για να μην επιβαρυνθούν με πρόσθετη φορολογία 22%.

Σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία 3 στους 10 φορολογούμενους που έχουν υποβάλλει φορολογική δήλωση και συγκεκριμένα 483.000 πολίτες καλούνται να πληρώσουν πρόσθετο φόρο πάνω από το ψυχολογικό φράγμα των 700 ευρώ.
Την ίδια στιγμή, μόλις το 13,3% των φορολογουμένων ή 191.822 σε απόλυτο αριθμός θα τύχουν επιστροφής φόρου η οποία κυμαίνεται κατά μέσο όρος σε 307 ευρώ. Από την άλλη 764.179 φορολογούμενοι (53% του συνόλου) ούτε επιστροφή φόρου θα λάβουν αλλά ούτε και κάποιο ποσό θα κληθούν να πληρώσουν καθώς γι΄ αυτούς έχει προκύψει μηδενικό αποτέλεσμα εκκαθάρισης.
Η πληρωμή του φόρου θα γίνει σε 3 δόσεις με την 1η να πρεπει να καταβληθεί έως τέλη Ιουλίου, τη Δεύτερη έως τέλη Σεπτεμβρίου και την τελευταία έως τέλη Νοεμβρίου.

Μαζί και ο ΕΝΦΙΑ

Ωστόσο εντός του Αυγούστου αναμένεται να εκδοθούν τα φετινά εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ. Ο φόρος θα πρέπει να πληρωθεί σε τέσσερις μηνιαίες δόσεις, από τον Σεπτέμβριο έως τον Δεκέμβριο ενώ είναι πολύ πιθανό να ισχύσει ότι και πέρυσι δηλαδή να πληρωθεί σε μία ακόμη δόση έως τέλη Ιανουαρίου. Για τον υπολογισμό του φετινού ΕΝΦΙΑ υπάρχει η μεγάλη εκκρεμότητα του καθορισμού των νέων αντικειμενικών αξιών στα ακίνητα οι οποίες θα είναι ευθυγραμμισμένες, βάσει μνημονιακής δέσμευσης, με τις εμπορικές αξίες.

Από τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία εκτέλεσης προϋπολογισμού (Απρίλιος 2018) προκύπτει ότι η αύξηση του στόχου και η επίτευξη πλεονάσματος οφείλεται στα έσοδα από φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά 77 εκατ. ευρώ ή 3,6%, από φόρους στην περιουσία κατά 88 εκατ. ευρώ ή 18,8%, από άμεσους φόρους παρελθόντων οικονομικών ετών (ΠΟΕ) κατά 64 εκατ. ευρώ ή 7,5%, από έμμεσους φόρους ΠΟΕ κατά 164 εκατ. ευρώ ή 36,8% και από μη φορολογικά έσοδα κατά 411 εκατ. ευρώ ή 27,3%.

Μειωμένα έναντι του στόχου την ίδια περίοδο ήταν τα έσοδα από φόρο εισοδήματος ειδικών κατηγοριών κατά 78 εκατ. ευρώ ή 18,4%, από ΕΦΚ ενεργειακών προϊόντων κατά 56 εκατ. ευρώ ή 4,0%, από λοιπούς ΕΦΚ (καπνού, κλπ) κατά 19 εκατ. ευρώ ή 2,2%, και λοιπούς φόρους κατανάλωσης κατά 12 εκατ. ευρώ ή 8,7%.