Μία ανάσα πριν από την εκπνοή του τρίτου μνημονίου, οι διαπραγματεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους βρίσκονται στην κορύφωσή τους, καθώς η μορφή που θα πάρει η ελάφρυνση αυτή θα καθορίσει όχι μόνο το βάθος της αυστηρής, ούτως ή άλλως, «μεταμνημονιακής εποπτείας», όσο ίσως και την προσπάθεια της χώρας να επιστρέψει στις αγορές δανειζόμενη με λογικά επιτόκια.
Το Βερολίνο θα επιθυμούσε μια περιορισμένη, υπό όρους και όχι αυτοματοποιημένη ελάφρυνση του χρέους σε συνδυασμό με μια εκτεταμένη αυστηρή εποπτεία και δυνατότητα αναστολής των μέτρων ελάφρυνσης σε περίπτωση που η Ελλάδα θα αποκλίνει από το συμπεφωνημένο δημοσιονομικό και μεταρρυθμιστικό πλαίσιο.
Από την πλευρά του, το ΔΝΤ, που επιθυμεί μεγαλύτερη και πιο αυτοματοποιημένη ελάφρυνση του χρέους, διαμηνύει ότι το παράθυρο ευκαιρίας για να ενεργοποιηθεί το πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας που ενέκρινε «κατ’ αρχήν» τον περασμένο Ιούλιο θα κλείσει μέχρι το επόμενο Eurogroup της 24ης Μαΐου, όπου και θα πρέπει να επιτευχθεί σχετική συμφωνία.

Η αιρεσιμότητα των μέτρων

Στόχος της κυβέρνησης είναι η τελική συμφωνία για την αξιολόγηση αλλά και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους να ολοκληρωθούν έως τις 21 Ιουνίου, ενώ εκτιμά πως θα ξέρουμε εάν το ΔΝΤ θα συμμετάσχει ή όχι στο πρόγραμμα και στη μεταμνημονιακή επιτήρηση μέχρι τα τέλη του μήνα ή στις αρχές Ιουνίου. Τον Μάιο – Ιούνιο θα ληφθούν αποφάσεις για μέτρα περαιτέρω ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, εκτίμησαν και αξιωματούχοι των Βρυξελλών, αναφέροντας πως μια πιθανή συμμετοχή του ΔΝΤ δεν προϋποθέτει και τη χρηματοδότηση από την πλευρά του Ταμείου.
Η χαμηλή αξιοπιστία της Ελλάδας πάντως περιπλέκει τα πράγματα, προκαλώντας διαφωνία όσον αφορά την αιρεσιμότητα των μέτρων ελάφρυνσης. Η Γερμανία και άλλες βόρειες χώρες θέλουν να συνδέσουν την ελάφρυνση χρέους με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, ενώ η Γαλλία και οι χώρες της Νότιας Ευρώπης θεωρούν ότι η αιρεσιμότητα των μέτρων ελάφρυνσης δημιουργεί αβεβαιότητα ως προς τη βιωσιμότητα του χρέους.
Την άποψη αυτή συμμερίζεται το ΔΝΤ, το οποίο δέχεται μόνο τη σύνδεση της επιστροφής των κερδών του ευρωσυστήματος (ANFA & SMP) με τις μεταρρυθμίσεις. Ακόμη και η γαλλική πρόταση για σύνδεση των δαπανών εξυπηρέτησης του χρέους με τον ρυθμό ανάπτυξης ενδέχεται να τεθεί υπό την αίρεση των μεταρρυθμίσεων.
Ενα νέο πρόγραμμα του ΔΝΤ, το Policy Coordination Instrument (PCI), αποτελεί μια ακόμη επιλογή αλλά μάλλον αντίκειται στην κυβερνητική ρητορική περί καθαρής εξόδου. Σχεδιασμένο για χώρες που επιδιώκουν να επιδείξουν τη δέσμευσή τους σε μια μεταρρυθμιστική ατζέντα, το PCI δεν παρέχει χρηματοδότηση, αλλά θα μπορούσε να βοηθήσει στην άντληση χρηματοδότησης από άλλους επίσημους δανειστές ή ιδιώτες επενδυτές, σηματοδοτώντας πρόοδο στη μεταρρυθμιστική προσπάθεια.

Τα δύο σενάρια

Στο πλαίσιο αυτό, όπως εκτιμά το CIGI, το θετικό σενάριο για την Ελλάδα περιλαμβάνει παράταση της προθεσμίας λήξης του χρέους προς το EFSF, που αποτελεί σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού χρέους της γενικής κυβέρνησης και αρχίζει να λήγει το 2022, όταν τελειώνει η δεκαετής περίοδος χάριτος που μας παραχώρησε το Eurogroup το 2012.
Το σενάριο αυτό ενδέχεται να περιλαμβάνει και εξόφληση του χρέους προς το ΔΝΤ (9 δισ. ευρώ) με χαμηλότοκο, μακροπρόθεσμο δάνειο από τον ESM, καθώς και σύνδεση της δαπάνης εξυπηρέτησης του χρέους με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας βάσει της γαλλικής πρότασης.
Για να είναι αποδεκτό από το ΔΝΤ, που πιέζει για μεγαλύτερη ελάφρυνση, το σενάριο αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την εξόφληση ενός τμήματος των διμερών δανείων που χρηματοδότησαν το πρώτο πρόγραμμα, ύψους 53 δισ. ευρώ, χρησιμοποιώντας τα χρήματα που θα περισσέψουν από τα 86 δισ. ευρώ του τρίτου προγράμματος. Αυτή η παραχώρηση θα παρέτεινε περαιτέρω την προθεσμία λήξης του χρέους, εφόσον τα διμερή δάνεια αρχίζουν να λήγουν το 2020 ενώ τα δάνεια του ESM είναι μακροπρόθεσμα. Σε αυτό το σενάριο το ΔΝΤ θα θεωρούσε ότι η ελάφρυνση επαρκεί για να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του χρέους, οπότε θα ενεργοποιούσε το πρόγραμμα που ενέκρινε «κατ’ αρχήν» τον περασμένο Ιούλιο.
Στο αρνητικό σενάριο οι ευρωπαίοι εταίροι θα φροντίσουν να μειώσουν όσο γίνεται τις δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους τα επόμενα 3-4 χρόνια, χρησιμοποιώντας τα 27 δισ. που υπολογίζεται να περισσέψουν από τα 86 δισ. του τρίτου προγράμματος για να εξαγοράσουν το υπόλοιπο των δανείων του ΔΝΤ (9 δισ.) ή/και τα ομόλογα ANFA & SMP (14 δισ.), ώστε να μη χρειαστεί η Ελλάδα να αντλήσει σημαντικά ποσά από τις αγορές τα επόμενα χρόνια. Σε αυτό το σενάριο το ΔΝΤ δεν θα θεωρούσε τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους εξασφαλισμένη, είτε επειδή τα μέτρα ελάφρυνσης είναι ανεπαρκή είτε επειδή η εφαρμογή τους είναι αβέβαιη, με ό,τι αυτό σημαίνει για την προσπάθεια μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους από τις αγορές.
Η Ελλάδα εξάλλου είναι ευάλωτη σε διεθνή σοκ, όπως φάνηκε και από τις εξελίξεις στην Ιταλία, που οδήγησαν στην εκτόξευση της απόδοσης του ελληνικού 10ετούς τίτλου στο απαγορευτικό 4,4%, ενώ φαίνεται να αλλάζει και τον σχεδιασμό για διενέργεια νέου swap στα ομόλογα του PSI+ που παραμένουν ενεργά (περίπου 3,5 με 4 δισ.) καθώς και στην έκδοση νέου ομολόγου 10ετούς ή 7ετούς διάρκειας. Συνολικά, σύμφωνα με αναλυτές, όποια λύση για το ελληνικό χρέος επιλεγεί τελικά δεν θα πρέπει να αποτελέσει έναν συμβιβασμό μικροπολιτικών παραμέτρων της ελληνικής κυβέρνησης με τους ευρωπαίους δανειστές, αλλά μια ουσιαστική επιλογή που θα πείθει τις αγορές βάζοντας στέρεες βάσεις στην προσπάθεια της χώρας να αναχρηματοδοτεί μακροπρόθεσμα με λογικό κόστος το χρέος της.

Τα μέτρα που είναι πάνω στο τραπέζι

Σήμερα τα μέτρα που είναι πάνω στο τραπέζι και αναμένεται να αποτελέσουν υπό αυστηρούς όρους μέρος της λύσης έχουν ως εξής:

l Παράταση της προθεσμίας λήξης του χρέους προς το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), με παράλληλη ενδεχομένως αναβολή στην καταβολή τόκων επί των δανείων.
l Πιθανή εξόφληση του χρέους προς το ΔΝΤ (9 δισ. ευρώ) με χαμηλότοκο, μακροπρόθεσμο δάνειο από τον ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας).
l Εξόφληση ενός τμήματος των διμερών δανείων που χρηματοδότησαν το πρώτο πρόγραμμα από τα χρήματα που θα περισσέψουν από το τρίτο πρόγραμμα.
l Διεύρυνση της βάσης της ελάφρυνσης χρέους ώστε αυτή να περιλαμβάνει τα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου και τα δάνεια του ESM που χρηματοδοτούν το τρίτο – οι Ευρωπαίοι αποκλείουν ελάφρυνση στα δάνεια του ESM, το οποίο μπορεί να εξελιχθεί σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο.
l Σύνδεση της δαπάνης εξυπηρέτησης του χρέους με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας βάσει της γαλλικής πρότασης.
l Αιρεσιμότητα των μέτρων ελάφρυνσης (σύνδεση ελάφρυνσης με μεταρρυθμίσεις), αν και το ΔΝΤ θεωρεί πως κάτι τέτοιο δημιουργεί αβεβαιότητα ως προς τη βιωσιμότητα του χρέους και ίσως προκαλέσει σκεπτικισμό στις αγορές.
l Η Ελλάδα αποπληρώνει το GLF μέσω ενός μακροπρόθεσμου δανείου από τον ESM.
l Στις παραδοχές σημειώνεται ότι οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας θα πρέπει να κινούνται κάτω από το όριο του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και του 20% μακροπρόθεσμα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ