ΜΠΟΡΕΙ μια ασφαλιστική εταιρεία να δραστηριοποιείται στον κλάδο της οδικής βοήθειας χωρίς να διαθέτει δικά της μηχανήματα (φορτηγά, γερμανούς κλπ.) και με ασφάλιστρα εξαιρετικώς χαμηλά και ως εκ τούτου επωφελή για τους ασφαλισμένους ΙΧήδες; Στις αρχές Απριλίου μια ομάδα νομικών, που έχει συγκροτηθεί γι’ αυτό τον λόγο, θα δώσει τη γνωμοδότησή της στην Επιτροπή Ιδιωτικής Ασφάλισης του υπουργείου Ανάπτυξης (τομέας Εμπορίου) και, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, θα είναι καταφατική.


Τι σημαίνει τούτο; Οτι στον χώρο της οδικής βοήθειας έρχονται τα πάνω κάτω και με τα σημερινά δεδομένα μεγάλος ωφελημένος θα είναι ο καταναλωτής. Γιατί; Διότι τα τιμολόγια τα οποία προσφέρουν ήδη οι ασφαλιστικές εταιρείες συνεργαζόμενες με ορισμένες εταιρείες οδικής ασφάλειας είναι πάρα πολύ χαμηλά. Τούτο όμως έχει ως αποτέλεσμα ο πόλεμος μεταξύ μιας τουλάχιστον εταιρείας οδικής βοήθειας (της Εξπρες Σέρβις του κ. Ι. Ραπτόπουλου) και των ασφαλιστικών εταιρειών που παρέχουν και οδική βοήθεια να είναι σκληρός. Αλλωστε αφορά μια αγορά ο τζίρος της οποίας υπερβαίνει ετησίως τα 30 δισεκατομμύρια δραχμές. Βεβαίως χιλιάδες ασφαλισμένοι με την κάλυψη της οδικής βοήθειας στρέφονται ήδη προς τις ασφαλιστικές εταιρείες, εγκαταλείποντας λόγω υψηλών τιμών τις εταιρείες οδικής βοήθειας (Express Service και ΕΛΠΑ). Αυτό αποδεικνύει ότι στην αγορά έχουν δημιουργηθεί νέα δεδομένα και η κατάσταση δεν είναι πλέον αναστρέψιμη.


Η τυπική επικύρωση των νέων δεδομένων, που είναι σύννομη με την ευρωπαϊκή και ελληνική ασφαλιστική νομοθεσία, αποτελεί ούτως ή άλλως θέμα χρόνου. Κάτι τέτοιο άλλωστε ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.


Σε αυτή τη νέα κατάσταση πώς είναι δυνατόν να απαντήσουν οι θιγόμενες εταιρείες οδικής βοήθειας; Να μετατραπούν και αυτές με τη σειρά τους σε… ασφαλιστικές εταιρείες. Αλλά τούτο δεν είναι μια δύσκολη υπόθεση. Η ατομική επιχείρηση Εξπρές Σέρβις του κ. Ραπτόπουλου, για παράδειγμα, που διαθέτει κύκλο εργασιών πάνω από 6 δισ. δρχ., για να μετατραπεί σε ασφαλιστική εταιρεία είναι αναγκασμένη να δεσμεύσει αποθέματα ύψους περίπου 2,5 δισ. δρχ. προκειμένου να καλύπτει τους απαιτούμενους όρους λειτουργίας μιας ασφαλιστικής εταιρείας.


Πάντως, όπως και αν έχει το ζήτημα, όλα θα κριθούν εκτός από τη γνωμοδότηση της αρμόδιας επιτροπής του υπουργείου ανάπτυξης και από τα δικαστήρια όπου έχουν προσφύγει οι ενδιαφερόμενοι και από τις δύο πλευρές. Τι θα πουν τα δικαστήρια



Η ΕΙΣΟΔΟΣ των ασφαλιστικών εταιρειών στον κλάδο οδικής βοήθειας άρχισε την άνοιξη του 1996. Εξι χρόνια πριν, το 1990, με την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος 103/90 ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία η κοινοτική οδηγία 84/641, σύμφωνα με την οποία η παροχή υπηρεσιών οδικής – τουριστικής βοήθειας αποτελεί ασφαλιστική δραστηριότητα. Εκμεταλλευόμενη η Εθνική Ασφαλιστική τη νέα νομοθεσία, το 1994 αποφάσισε να επεκτείνει τη δραστηριότητά της και στον κλάδο της οδικής βοήθειας.


Πράγματι υπέβαλε τα απαιτούμενα δικαιολογητικά στην αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Ανάπτυξης (τομέας Εμπορίου) και της χορηγήθηκε η έγκριση για την επέκταση των δραστηριοτήτων της και στον εν λόγω κλάδο. Μεταξύ των δικαιολογητικών που υπέβαλε στην υπηρεσία Ασφαλιστικών Εταιρειών και Αναλογιστικής ­ έτσι λέγεται η αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου ­ υπήρχε και ένα έγγραφο στο οποίο εξηγούσε τον τρόπο με τον οποίο θα ασκούσε την εν λόγω δραστηριότητα: «Η δραστηριότητα του κλάδου οδικής βοήθειας θα ασκηθεί με το υπάρχον προσωπικό και για την παροχή βοήθειας σε είδος θα χρησιμοποιηθεί ο εξοπλισμός άλλων εταιρειών στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό».


Δύο χρόνια μετά, την άνοιξη του 1996, η Εθνική Ασφαλιστική άρχισε να ασκεί τη συγκεκριμένη δραστηριότητα συνεργαζόμενη με την ισπανικής προέλευσης Eurosos Assistance ΑΕ. Μέτοχοι σε αυτή την εταιρεία ήταν κατά 61% η ισπανική εταιρεία Mapfre και κατά 31% η ελληνική ασφαλιστική εταιρεία Ευρωπαϊκή Πίστη ΑΕΓΑ. Την ίδια περίοδο ανάλογη πολιτική άρχισαν να ακολουθούν οι εταιρείες Φοίνιξ ΑΕΓΑ του συγκροτήματος της Εμπορικής Τράπεζας συνεργαζόμενη με την Europe Assistance, η Εμπορική ΑΑΕ συνεργαζόμενη με την Gesa και η Ευρωπαϊκή Πίστη ΑΕΓΑ με την Eurosos Assistance.


Η είσοδος των ασφαλιστικών εταιρειών στην οδική βοήθεια, την οποία προσέφεραν πακέτο με την ασφαλιστική κάλυψη του ΙΧ σε πολύ χαμηλές τιμές, σήμανε συναγερμό στις εταιρείες του κλάδου. Στις 10 Απριλίου 1996 η Express Service ΑΑΕ και ο ιδιοκτήτης της κ. Ι. Ραπτόπουλος, που διατηρεί και ατομική επιχείρηση με τον ίδιο διακριτικό τίτλο Express Service, υπέβαλαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων κατά των τριών ασφαλιστικών εταιρειών με το σκεπτικό ότι παραβιάζουν το νομικό καθεστώς που διέπει τον κλάδο «Βοήθεια».


Το βασικό επιχείρημα του κ. Ραπτόπουλου ήταν ότι και οι τρεις ασφαλιστικές εταιρείες (και οι τρεις συνεργαζόμενες με εταιρείες οδικής βοήθειας) δεν διαθέτουν δικά τους μέσα και ότι ασκείται σε βάρος του αθέμιτος ανταγωνισμός διότι το ασφάλιστρο είναι εξαιρετικώς χαμηλό. Από την πλευρά τους οι τρεις ασφαλιστικές εταιρείες υποστήριξαν ότι «η παροχή υπηρεσιών οδικής βοήθειας είναι σύννομη, αφού ασκείται μετά τη λήψη νόμιμης άδειας από το αρμόδιο υπουργείο Εμπορίου αλλά και σε κάθε περίπτωση δεν παραβιάζονται κανόνες δικαίου αφού ο νόμος δεν απαιτεί την ύπαρξη ιδίων μέσων για την παροχή υπηρεσιών οδικής βοήθειας».


Στις 22 Μαΐου 1996 η αίτηση εκδικάστηκε και το αρμόδιο δικαστήριο απαγόρευσε προσωρινώς στις τρεις εταιρείες να ασκούν δραστηριότητα οδικής βοήθειας. Τελικώς αποδεικνύεται, επισημαίνει ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Ασφαλιστικής κ. Μ. Νεκτάριος, ότι «οι μόνοι που δεν μπορούν να προσφέρουν οδική βοήθεια στην Ελλάδα είναι οι… ασφαλιστικές εταιρείες!». Στις 17 Ιουνίου 1996 η Εθνική Ασφαλιστική κατέθεσε αίτηση ανάκλησης της απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης επικαλούμενη νέα πραγματικά περιστατικά. Στις 20 Ιουνίου η αίτηση εκδικάσθηκε και απορρίφθηκε ως «νόμω αβάσιμη».


Η νομική «οδύσσεια» όμως συνεχίζεται και στις 10 Ιουλίου 1996 η Εθνική Ασφαλιστική άσκησε «τακτική αναγνωριστική αγωγή» στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, με σκοπό να ανακληθεί η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Η αγωγή απορρίφθηκε πάλι διότι κρίθηκε αυτή τη φορά ως αρμόδιο δικαστήριο να την εκδικάσει το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης.


Τις ίδιες ημέρες ο κ. Ραπτόπουλος καταθέτει «αναφορά – καταγγελία» στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης, την οποία κοινοποιεί σε αρκετούς άλλους υπουργούς, στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στον διοικητή της Εθνικής Τράπεζας. Αντίστοιχη καταγγελία όμως υποβάλλει, μεταξύ των άλλων, και στον υπουργό Οικονομικών η εταιρεία Gesa Assistance, η οποία συνεργάζεται με την Εμπορική Ασφαλιστική.


Μεταξύ των στοιχείων της καταγγελίας της Gesa περιλαμβάνεται και έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο η μεν ασφαλιστική εταιρεία Express Service έχει κύκλο εργασιών από ασφαλίσεις ύψους 600 εκατ. δρχ., ενώ η ατομική επιχείρηση του κ. Ραπτόπουλου, η οποία δεν είναι ασφαλιστική και δεν υπόκειται σε κανέναν απολύτως κρατικό έλεγχο, εμφανίζει κύκλο εργασιών από ασφαλίσεις (!) οδικής βοήθειας ύψους 7 δισ. δρχ.!


Εν τω μεταξύ η Εθνική Ασφαλιστική μετά την απόρριψη της αγωγής στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών άσκησε έφεση, που εκδικάσθηκε στο Εφετείο Αθηνών, η οποία όμως επίσης απορρίφθηκε. Στις 7 Φεβρουαρίου 1997 συζητήθηκε μετά από αναβολή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης η κύρια αγωγή της Express Service και του κ. Ραπτόπουλου εναντίον των τριών ασφαλιστικών εταιρειών. Η απόφαση ακόμη δεν έχει εκδοθεί.


Στις 21 Ιουλίου 1997 η Εθνική Ασφαλιστική κάνει καταγγελία στο υπουργείο Οικονομικών με θέμα «Λειτουργία επιχειρήσεων με τον διακριτικό τίτλο Express Service», στην οποία τεκμηριώνεται, κατά την άποψη της καταγγέλλουσας εταιρείας, η μη σύννομη λειτουργία του ομίλου αναφέροντας συγκεκριμένες παραβάσεις του νόμου.


Εκτός όμως από τις τρεις εταιρείες, οι οποίες σήκωσαν και το κύριο βάρος της νομικής αντιπαράθεσης με τον όμιλο του κ. Ραπτόπουλου, επτά ακόμη μικρές και μεσαίου μεγέθους εταιρείες (Ευρωπαϊκή Πίστη ΑΕΓΑ, Eurostar ΕΑΕΑ, Ηνίοχος ΑΕΑΖ, Εστία ΑΑΕ, Ατλαντική Ενωση ΑΕΓΑ, Interlife ΑΑΕΓΑ και Ολυμπιακή Βικτώρια ΑΑΕΖ) στις 2 Οκτωβρίου 1997 κατέθεσαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά του κ. Ραπτόπουλου και της Express Service ΑΑΕ.


Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Πίστη από το 1987 προσπαθεί να ασκήσει τη συγκεκριμένη δραστηριότητα και είναι η πρώτη εταιρεία, όπως είπε ο κ. Χρ. Γεωργακόπουλος, διευθύνων σύμβουλος, που υπέβαλε σχετική αναφορά εκείνη τη χρονιά στο υπουργείο Εμπορίου. Τα ασφαλιστικά μέτρα όμως, όπως έγραψε «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή, απορρίφθηκαν για τυπικούς λόγους, ενώ ο δικαστής προχώρησε στην ουσία της υπόθεσης επισημαίνοντας ότι η συγκεκριμένη «μορφή ασφάλισης από ατομική επιχείρηση του κ. Ραπτόπουλου είναι μη σύννομη».


Στην αίτησή τους οι επτά εταιρείες ανέφεραν μεταξύ των άλλων: «Πληροφορηθήκαμε με κατάπληξη, βάσει «κατάστασης λογαριασμού αποτελεσμάτων», ότι πλην της πρώτης εξ αυτών ασφαλιστικής εταιρείας (σ.σ.: Express Service ΑΑΕ) δραστηριοποιείται στον χώρο της οδικής βοήθειας και η δεύτερη εξ αυτών ατομική επιχείρηση (σ.σ.: του κ. Ραπτόπουλου) πραγματοποιούσα μάλιστα κύκλο εργασιών ύψους 7.671.106.375, δηλαδή 12 περίπου φορές μεγαλύτερο αυτού της πρώτης εξ αυτών ασφαλιστικής εταιρείας. Είναι επομένως προφανές ότι οι καθ’ ων, μέσω ιδιοφυούς τεχνάσματος, καταφέρνουν μέχρι σήμερα να εξαπατούν τις αρμόδιες αρχές και τους καταναλωτές, παραβιάζοντας τη σχετική κοινοτική και εθνική νομοθεσία».


Εν κατακλείδι, ενώ έτσι έχουν τα δικόγραφα των αγωγών και οι φάκελοι των εκατέρωθεν καταγγελιών και ενώ αναμένεται η έκδοση μιας ακόμη δικαστικής απόφασης, ο πόλεμος για την πίτα των 30 δισ. δρχ. συνεχίζεται αμείωτος. Οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι μεγαλύτερες και οι πιο φερέγγυες τουλάχιστον, έχουν μπει δυναμικά στον κλάδο της οδικής βοήθειας σε συνεργασία με ευρωπαϊκές εταιρείες, αντί χαμηλών ασφαλίστρων, με κερδισμένους τους ιδιοκτήτες ΙΧ.