Τελευταία χρονιά «φορολογικής ασυλίας» για 1.200.000 επαγγελματίες, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, «μπλοκάκια» που τηρούν βιβλία Β’ κατηγορίας (απλογραφικά), αφού μόνο για εφέτος θα μπορούν στη φορολογική δήλωσή τους και στο έντυπο Ε3 να μην καταγράψουν αναλυτικά τις διάφορες δαπάνες που μειώνουν τα φορολογητέα έσοδά τους. Από τις επόμενες φορολογικές δηλώσεις όχι μόνο θα πρέπει να εμφανίζουν αναλυτικά στοιχεία για μια σειρά από συνήθεις καθημερινές δαπάνες, αλλά το υπουργείο Οικονομικών προχωρεί και ένα βήμα παραπέρα, να υποχρεώνει μια σειρά από επαγγελματίες και επιχειρήσεις να συναλλάσσονται σε πρώτη φάση προαιρετικά και σε επόμενη υποχρεωτικά μόνο με ηλεκτρονικά τιμολόγια.
Σύμφωνα με αρμόδιο παράγοντα του υπουργείου Οικονομικών, ενώ είχε αποφασιστεί για τα εισοδήματα του 2017 (φορολογικές δηλώσεις 2018) να καταγραφούν στο ανανεωμένο Ε3 αναλυτικά μια σειρά από δαπάνες, τελικά ειδικά για εφέτος δεν θα συμβεί. Οχι όμως ότι οι επαγγελματίες δεν πρέπει να έχουν τα νόμιμα παραστατικά κατά περίπτωση.
Στις εν λόγω δαπάνες περιλαμβάνονται λογαριασμοί ρεύματος, ύδρευσης και αποχέτευσης, κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, βενζίνες για τις μετακινήσεις τους ως επαγγελματιών, συντήρηση – σέρβις και ανταλλακτικά μεταφορικών μέσων, διόδια, επαγγελματικά ταξίδια, ασφαλιστικές εισφορές, δαπάνες που αφορούν την προβολή και τη διαφήμιση του επιτηδευματία, κόστη για παρακολούθηση σεμιναρίων και ενημερωτικών ημερίδων, έξοδα που αφορούν γραφική ύλη, το ενοίκιο που καταβάλλει για την επαγγελματική του στέγη, έξοδα φιλοξενίας, γεύματα επαγγελματικά κ.τ.λ.
Οι εν λόγω δαπάνες στο εφετινό Εντυπο Ε3 θα αναγράφονται συνολικά στην κατηγορία λοιπά έξοδα, χωρίς ιδιαίτερη ανάλυση. Δεν θα ισχύσει όμως το ίδιο από τις φορολογικές δηλώσεις του 2019 (εισοδήματα 2018).
Με αυτόν τον τρόπο, στο υπουργείο Οικονομικών επιδιώκουν να βάλουν τέλος στο πάρτι των πλασματικών δαπανών όπου χιλιάδες επαγγελματίες έγραφαν ένα ποσό χωρίς ουσιαστικά αυτό να καλύπτεται από πραγματικά περιστατικά ή δαπάνες που να αφορούν την επαγγελματική δραστηριότητα και μόνο. Επίσης, λόγω του ότι οι δαπάνες αυτές μπορούν να αναγνωριστούν ακόμη και αν συνοδεύονται από Απόδειξη Λιανικής Πώλησης και όχι από τιμολόγιο, αν η αξία τους δεν ξεπερνά τα 100 ευρώ (εξαιρούνται τα καύσιμα, όπου εκεί το όριο έχει διαμορφωθεί στα 300 ευρώ) είναι πιο εύκολο κάποιος να τις επικαλεστεί.

Διασύνδεση των ταμειακών

Στο υπουργείο Οικονομικών έχουν ήδη ξεκινήσει την προετοιμασία για την ηλεκτρονική τιμολόγηση όπου ουσιαστικά θα υπάρχει διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τις φορολογικές αρχές «real time», όπως χαρακτηριστικά λένε ταυτόχρονα με την ηλεκτρονική τήρηση των βιβλίων.
Σε πρώτη φάση στο στόχαστρο θα βρεθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις (Ανώνυμες Εταιρείες, ΕΠΕ κ.τ.λ.) και στη συνέχεια ανάλογα με το πώς θα προχωρήσει το μέτρο, θα επεκταθεί και στις υπόλοιπες. Αναμένεται, όμως, να υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, όπως για παράδειγμα οι αγρότες, τα «μπλοκάκια», οι μικροεπιτηδευματίες (π.χ. το καφενείο του χωριού), οι οποίοι θα διατηρήσουν τη δυνατότητα επιλογής του τρόπου έκδοσης και καταγραφής των τιμολογίων δαπανών και εσόδων προκειμένου να μην επιβαρυνθούν με πρόσθετες διαδικασίες χωρίς ουσιαστικό λόγο.
Οταν τρέξει στην πλήρη μορφή του το ηλεκτρονικό τιμολόγιο, το κράτος θα γνωρίζει άμεσα τα έξοδα και τις εισπράξεις μιας επιχείρησης ή ενός επαγγελματία και με αυτόν τον τρόπο αναμένεται να περιοριστεί σημαντικά το φαινόμενο της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ