«Πυροσβεστική λύση» στο μείζον θέμα που έχει προκύψει με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για ακύρωση σημαντικών άρθρων του νόμου Κατρούγκαλου που αφορούν τους ελεύθερους επαγγελματίες εξετάζει το υπουργείο Εργασίας σε μια προσπάθεια να μην τιναχθεί στον αέρα το νέο σύστημα και ταυτόχρονα οι όποιες αλλαγές αποφασιστούν να είναι συμβατές με τις υποδείξεις του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου και με το Σύνταγμα.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του «Βήματος της Κυριακής», από το υπουργείο Εργασίας εξετάζονται διάφορες λύσεις, όπως η επιβολή χαμηλότερου συντελεστή για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών με ταυτόχρονη θεσμοθέτηση ενός μειωμένου συντελεστή και για τα εισοδήματα που υπερβαίνουν τα 70.000 ευρώ.
Η κλίμακα μειούμενων συντελεστών θα ξεκινά από το ποσό των 25.000 ευρώ και θα αυξάνεται προς τα υψηλότερα εισοδήματα.
Εναλλακτικά εξετάζεται η επιβολή ενός ανώτατου συνολικού πλαφόν ασφαλιστικών εισφορών και φόρων που δεν θα υπερβαίνει ένα ποσοστό περί το 55% του ετήσιου εισοδήματος.
Ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης κ. Τάσος Πετρόπουλος αναφερόμενος στην υπό έκδοση απόφαση του ΣτΕ δήλωσε ότι «ο ΕΦΚΑ είναι οικονομικά ασφαλής φορέας και δεν διατρέχει κανέναν κίνδυνο, ούτε βρίσκεται στον αέρα. Απόφαση από το ΣτΕ ακόμη δεν έχει διατυπωθεί για να ξέρουμε τις ειδικότερες σκέψεις. Δεν ξέρουμε καν σε τι θέμα αποφαίνεται το ΣτΕ» είπε ο υφυπουργός.
Και πρόσθεσε ότι «ο ΕΦΚΑ είναι ασφαλής. Οι αποδόσεις και οι επιδόσεις είναι εκείνες που ενισχύουν τη βιωσιμότητά του και την ανάπτυξή του. Δεν υπάρχει τίποτα που να με ανησυχεί».

Τι αναφέρει

Στις αιτήσεις ακύρωσης που υποβλήθηκαν από φορείς και απλούς πολίτες και εξέτασε και δέχθηκε το ΣτΕ σε διάσκεψή του αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
l Δεν θα έπρεπε να ενταχθούν στον ίδιο ασφαλιστικό φορέα με τους μισθωτούς οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι αυτοαπασχολούμενοι (γιατροί, δικηγόροι και μηχανικοί) και οι αγρότες, καθώς είναι εξαιρετικά ανόμοιες περιπτώσεις, τις οποίες το ασφαλιστικό σύστημα θα πρέπει να αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο.
l Με το νέο σύστημα οι εισφορές σε ορισμένες περιπτώσεις καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση της επαγγελματικής δραστηριότητας και τη συνεπή τήρηση των ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ένας των αιτούντων ελευθέρων επαγγελματιών που ενώ πλήρωνε με το παλαιό σύστημα 351 ευρώ, με το νέο σύστημα του νόμου Κατρούγκαλου πληρώνει 1.590 ευρώ.
l Ο νόμος Κατρούγκαλου προσβάλλει την αρχή της ισότητας με κάθε τρόπο στη σχέση μισθωτών – ελεύθερων επαγγελματιών, όπου οι ελεύθεροι επαγγελματίες πληρώνουν για τη σύνταξή τους τριπλάσια εισφορά από την εισφορά των μισθωτών, ενώ και μεταξύ των ίδιων των ελεύθερων επαγγελματιών όπου κάποιος καλείται να πληρώσει την ίδια εισφορά αν έχει εισόδημα 70.320 ευρώ με αυτόν που βγάζει 150.000, 300.000, 1.000.000 ευρώ, για τους οποίους η αναλογία της εισφοράς προς το εισόδημα είναι πολύ πιο χαμηλή. Επίσης, θεσπίζεται ένα ελάχιστο όριο εισφοράς το οποίο επιβάλλεται επί τεκμαιρόμενου δήθεν εισοδήματος 7.032 ευρώ τον χρόνο ακόμη και εις βάρος εκείνων που έχουν μηδενικό εισόδημα ή ζημίες, ενώ για τις ίδιες παροχές υγειονομικής κάλυψης ένας ασφαλισμένος πληρώνει περί τα 488 ευρώ τον χρόνο, ενώ ένας άλλος πληρώνει έως και 4.880 ευρώ τον χρόνο κ.λπ.
Μετά τη θύελλα που ξέσπασε, ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ κ. Γιώργος Καββαθάς παρενέβη με δήλωσή του καλώντας τους επαγγελματίες, βιοτέχνες και εμπόρους που εκπροσωπεί να συνεχίσουν να καταβάλλουν κανονικά τις εισφορές τους μέχρι να υπάρξει η οριστική απόφαση του ΣτΕ.

«Ο νόμος Κατρούγκαλου τιμωρεί τους συνεπείς»

Σκληρή κριτική δέχεται και από νομικούς κύκλους ο νόμος Κατρούγκαλου, καθώς με την εφαρμογή του αποκαλύπτονται κενά, αδικίες και ανισότητες.

Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντίνο Τσαγκαρόπουλο (φωτογραφία), ειδικευμένο δικηγόρο στο Εργατικό και Ασφαλιστικό Δίκαιο, πέραν των παραπάνω «το νέο ασφαλιστικό σύστημα έχει σοβαρό έλλειμμα ανταποδοτικότητας, όπως διαπιστώνεται και από σχετική μελέτη αναλογιστικής εταιρείας, από την οποία προκύπτει ανταποδοτικότητα ακόμη και κάτω από 40%. Επίσης, ο νόμος Κατρούγκαλου είναι αντιαναπτυξιακός καθώς δημιουργεί επιπλέον κίνητρα για φοροδιαφυγή και ουσιαστικά τιμωρεί τους συνεπείς φορολογουμένους και απουσιάζει η ειδική εμπεριστατωμένη οικονομική μελέτη από πλευράς υπουργείου, που να δικαιολογεί τις επιλογές».

Ο ίδιος εκτιμά ότι το ΣτΕ «θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα συνδράμει ως εκ του θεσμικού του ρόλου στην αποκατάσταση της κανονικότητας και την πιστή τήρηση και εφαρμογή του Συντάγματος».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ