ΣΤΟΥΣ καταλόγους με τις επιχειρήσεις που έχουν ιδιωτικοποιηθεί αυτή τη δεκαετία και κυκλοφορούν… για τους δύσπιστους θα δείτε μεταξύ των πρώτων το όνομά της: Θεσσαλική ΑΕ. Ιδιωτικοποιήθηκε, είναι αλήθεια, σχετικά νωρίς, τον Απρίλιο του 1992. Οι τότε ιθύνοντες του ΟΑΕ, του γνωστού μας Οργανισμού των «Προβληματικών», μεταβίβασαν την εν λόγω λαρισαϊκή χαρτοβιομηχανία πανηγυρικά, μετά βαΐων και κλάδων, σε ένα λαρισαίο βιομήχανο ειδών ενδυμασίας, που φυσικά δεν είχε γνώση ούτε εμπειρία του αντικειμένου. Για την ακρίβεια, μεταβίβασε την εταιρεία στην οικογενειακή βιομηχανία ειδών ενδυμασίας Πίσσας ΑΕ. Σήμερα, σχεδόν έξι χρόνια μετά, δεν υπάρχει ούτε η βιομηχανία ρούχων ούτε η χαρτοβιομηχανία και ο ΟΑΕ είναι απλήρωτος!


Τα πράγματα έχουν πάρει τον δικαστικό δρόμο και στις 23 Ιανουαρίου 1998 με την υπόθεση θα ασχοληθεί το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Λάρισας. Ο ΟΑΕ ζήτησε την άσκηση ποινικής δίωξης και ακολουθεί η δίκη εις βάρος του επιχειρηματία κ. Αθαν. Πίσσα, ιδρυτή και διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας Πίσσας ΑΕ, αυτής που τον Δεκέμβριο του 1992 εξαγόρασε τη χαρτοβιομηχανία αλλά, τελικά, το 1995 οδηγήθηκε σε… πτώχευση.


Οι εκπρόσωποι του ΟΑΕ, αφού εν τω μεταξύ οι «προκάτοχοί» τους απέτυχαν να προστατεύσουν τουλάχιστον την περιουσία της Θεσσαλικής ΑΕ, κατηγορούν τώρα τον αγοραστή της ότι διέπραξε τα ακόλουθα τρία αδικήματα: πρώτον, απάτη σύμφωνα με το άρθρο 386 του ΠΚ· δεύτερον, καταδολίευση δανειστών κατ’ άρθρο 397 του ΠΚ· και, τρίτον, παρακώλυση άσκησης δικαιώματος κατ’ άρθρο 399 του Ποινικού Κώδικα.


Σε πρώτη φάση ο ΟΑΕ είχε υποβάλει μήνυση τον Σεπτέμβριο του 1995 αλλά η προκαταρκτική εξέταση που ακολούθησε προφανώς απαίτησε πολύ χρόνο. Ετσι σήμερα μπορεί ο ΟΑΕ να έχει εγείρει κατά του κ. Πίσσα απαιτήσεις για ποσό που ξεπερνά το 1 δισ. δρχ. αλλά δεν μπορεί μάλλον να ελπίζει σε πολλά πράγματα: πολύτιμος εξοπλισμός του εργοστασίου φαίνεται να «φυγαδεύθηκε». Και αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι με την υπόθεση ασχολείται Πλημμελειοδικείο της Λάρισας, δεν αποκλείεται το θέμα να αποδειχθεί «άνευ αξίας» για τον ΟΑΕ και κατ’ επέκταση το ελληνικό Δημόσιο. Ο ΟΑΕ θα υποστηρίξει, μεταξύ άλλων, ότι… «επλανήθη».


Στον ΟΑΕ σχεδόν «πανηγύριζαν» τα μέσα του 1992 ανακοινώνοντας ότι «οριστικοποιήθηκε» η πώληση της Θεσσαλικής, βιομηχανίας που είχε ιδρυθεί τη δεκαετία του ’60 από Ελληνοαμερικανούς, παρήγε χαρτιά γραφής και εκτυπώσεων με τα οποία φτιάχνονταν και τα σχολικά βιβλία του υπουργείου Παιδείας και απασχολούσε την περίοδο της ακμής της 400 εργαζομένους. Η εταιρεία είχε καταρρεύσει όμως κάτω από το βάρος των μεγάλων τραπεζικών δανείων που είχε «απορροφήσει» και δεν λειτουργούσε.


Ετσι, λοιπόν, προκειμένου να διευκολυνθεί το έργο της επαναλειτουργίας και του κ. Πίσσα, επιχειρηματία που έχει τη φήμη ότι κινείται με άνεση σε όλους σχεδόν τους πολιτικούς χώρους και χαίρει εκτίμησης από ισχυρούς τοπικούς πολιτικούς παράγοντες, συμφωνήθηκε τίμημα εξαγοράς 400 εκατ. δρχ., με παράλληλη υποχρέωση του αγοραστή να αποπληρωθεί προς τον ΟΑΕ οφειλή της Θεσσαλικής ύψους 754 εκατ. δρχ.


Η πραγματική απαίτηση του ΟΑΕ από οφειλές της εταιρείας έφθανε το 1,8 δισ. δρχ. αλλά για να διευκολυνθεί η πώληση περιορίστηκε με απόφαση του Εφετείου Αθηνών στο ποσόν που προαναφέρθηκε.


Τα άσχημα μαντάτα από τη Λάρισα δεν άργησαν και ο ΟΑΕ, λόγω μη καταβολής των οφειλών που προέβλεπαν οι συμβάσεις μεταβίβασης της Θεσσαλικής ΑΕ στην Πίσσας ΑΕ, στα τέλη του 1994 ενέγραψε προσημείωση υποθήκης ποσού 754 εκατ. δρχ. στο ακίνητο 103.000 τ.μ. της Θεσσαλικής στο Ομορφοχώρι της Λάρισας αφήνοντας «ελεύθερο» τον εξοπλισμό. Οι φήμες ότι «επίκειται» η πώληση των μηχανημάτων σε Αμερικανούς, ακόμη και σχετικές «αγγελίες» που είχαν δημοσιευθεί στους «Financial Times», δεν στάθηκαν ικανές να «συνεγείρουν» τους αρμοδίους του ΟΑΕ.


Ανενόχλητος έτσι ο κ. Πίσσας, αφού δοκίμασε ανεπιτυχώς για διάστημα οκτώ μηνών να λειτουργήσει μερικώς έστω τη Θεσσαλική, βρήκε την ευκαιρία και μεταπώλησε τη μεγάλη χαρτοποιητική μηχανή της εταιρείας. Και, φυσικά, δεν μπήκε στον κόπο να ενημερώσει σχετικώς, όπως όφειλε, τον ΟΑΕ. Οι υπεύθυνοι του τελευταίου στη μήνυση που κατέθεσαν επιμένουν μάλιστα ότι ο κ. Αθ. Πίσσας τούς διαβεβαίωνε πως ο εξοπλισμός παραμένει στη θέση του ­ στο επιχείρημα αυτό στηρίζουν την κατηγορία για απάτη. Μια επίσκεψη εκπροσώπων του ΟΑΕ στο εργοστάσιο στάθηκε αρκετή βεβαίως για να αποκαλυφθεί η αλήθεια της μεταπώλησης και, πάντως, της… απουσίας του εξοπλισμού. Αυτό όντως έγινε «κατόπιν εορτής» τον Ιούλιο του 1995, για να ακολουθήσει τότε η πρώτη μήνυση.


Στον ΟΑΕ ήλπιζαν βεβαίως ότι θα μπορούσαν τουλάχιστον να στραφούν κατά του νομικού προσώπου του αγοραστή, δηλαδή κατά της βιομηχανίας ειδών ενδυμασίας Πίσσας ΑΕ, εταιρείας που στις αρχές της δεκαετίας ανέφερε ετήσιο κύκλο εργασιών ύψους 2,25 δισ. δρχ. Κατά σύμπτωση, όμως, ούτε εναντίον αυτής της εταιρείας μπορούσαν να στραφούν. Από το 1992 η εταιρεία είχε πάρει την κατιούσα, το 1993 ήδη είχε αξεπέραστα προβλήματα και εναντίον της είχαν στραφεί προ πολλού οι τράπεζες Εθνική, Ιονική και Κρήτης για συνολικές οφειλές της τάξης των 2 δισ. δρχ. Η εταιρεία αυτή, που κατασκεύαζε και εξήγε πιτζάμες, σεντόνια και μαξιλαροθήκες, στο Μελισσοχώρι της Λάρισας, είχε ιδιόκτητο οικόπεδο 11.000 τ.μ., αλλά το 1995 τέθηκε σε πτώχευση. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, το εργοστάσιο ενοικιαζόταν σε άλλη επιχείρηση ιδιοκτησίας συγγενικών προσώπων της οικογένειας Πίσσα και τελικά το ακίνητο εκπλειστηριάστηκε από την Εθνική Τράπεζα για να περάσει σε άλλη, τρίτη επιχείρηση. Η εταιρεία Πίσσας ΑΕ είχε κηρύξει στάση πληρωμών από τον Νοέμβριο του 1993 και κηρύχθηκε τελικά σε πτώχευση τον Νοέμβριο του 1995, για να ακολουθήσει ανάκληση της άδειας λειτουργίας της τον Νοέμβριο του 1996.


Η εταιρεία Θεσσαλική ΑΕ, λοιπόν, αδρανεί από το 1994, στερημένη του βασικού εξοπλισμού της, ενώ η εταιρεία Πίσσας ΑΕ δεν υφίσταται. Αδρανεί εξάλλου από το 1994 και μια εταιρεία κεραμικών με την επωνυμία Κεραμικός ΑΕΒΕ, που ήταν ένας ακόμη «βραχίονας» της οικογένειας Πίσσα στον βιομηχανικό χώρο.