Η βρετανική κυβέρνηση δεν μπορεί να περιγράψει με βεβαιότητα τις μελλοντικές σχέσεις της χώρας με την ΕΕ όταν αυτή εγκαταλείψει την Ενωση, παραδέχθηκε την περασμένη Τετάρτη ο υπουργός Επιχειρήσεων, Ενέργειας και Βιομηχανίας Γκρεγκ Κλαρκ εν όψει της έναρξης ενδοκυβερνητικών διαβουλεύσεων για την ενδεδειγμένη προσέγγιση και υλοποίηση του Brexit. Πρόκειται για μια οιονεί αυτονόητη και ασφαλώς ειλικρινή διαπίστωση του βρετανού υπουργού, που όμως δημιουργεί έντονη ανησυχία στον επιχειρηματικό κόσμο της Βρετανίας. Διότι το πρώτο που απαιτούν οι όπου γης επιχειρήσεις από τις όπου γης κυβερνήσεις είναι να λειτουργούν μέσα σε ένα ασφαλές και προβλέψιμο πλαίσιο δραστηριοτήτων.
Η πλήρης αβεβαιότητα για το τι μέλλει γενέσθαι σε δεκατέσσερις μόλις μήνες, που συμβατικά θα γίνει η απαγκίστρωση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, στερεί από τις βρετανικές επιχειρήσεις κάθε δυνατότητα λειτουργικού προγραμματισμού. Είτε πρόκειται για παραγγελίες είτε για επενδύσεις είτε για διαχείριση κεφαλαίων και αποθεματικών είτε για διαχείριση του στοκ είτε βεβαίως για προσλήψεις προσωπικού, η ασάφεια για το τι θα ξημερώσει στις 30 Μαρτίου 2019 μετατρέπει κάθε επιχειρηματική απόφαση σε ποντάρισμα στον τροχό της τύχης.

Η ομολογία

Την Τετάρτη η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι ξεκίνησε κύκλο επαφών με τους υπουργούς της προκειμένου να καθορίσουν τη διαπραγματευτική στρατηγική του Λονδίνου με τις Βρυξέλλες. Το βρετανικό Εμπορικό Επιμελητήριο με ανοικτή επιστολή του ζήτησε από την κυβέρνηση να αποσαφηνίσει τι ακριβώς επιδιώκει από το Brexit και πώς θα το πετύχει. Απαντώντας στο Επιμελητήριο, ο υπουργός Επιχειρηματικότητας είπε ότι δεν είναι σε θέση ούτε να δώσει λεπτομέρειες για το τι ακριβώς επιδιώκει η χώρα ούτε να προσδιορίσει πότε θα έχει διαμορφώσει την τελική προσέγγισή της στο ζήτημα Brexit.

«Είναι μια διαπραγμάτευση για το τι πρόκειται να συμβεί. Δεν μπορούμε να εγγυηθούμε τι θα συμβεί στο τέλος μέχρι να καταλήξουν σε μια συμφωνία οι δύο πλευρές»
δήλωσε χαρακτηριστικά ο βρετανός υπουργός μιλώντας στο ραδιόφωνο του BBC. Βρετανία και ΕΕ έχουν καταλήξει σε κατ’ αρχήν συμφωνία για την έναρξη μιας περιόδου προσαρμογής, οι λεπτομέρειες της οποίας αναμένεται να καθοριστούν τον επόμενο μήνα. Αλλά, όπως μεταδίδει το Reuters επικαλούμενο έγγραφο της Κομισιόν, οι Βρυξέλλες διεκδικούν το δικαίωμα να διακόψουν την πρόσβαση της Βρετανίας στην ενιαία αγορά κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου σε περίπτωση που το Λονδίνο παραβιάσει τους συμπεφωνημένους κανόνες αποχώρησης από την ΕΕ.

Η εμπιστοσύνη στο ναδίρ

«Η παρατεινόμενη αβεβαιότητα για τις σχέσεις μας με την ΕΕ και η απουσία διαπραγματευτικών στόχων για τη Βρετανία πλήττουν καίρια και τις επιχειρήσεις και το αίσθημα εμπιστοσύνης του κόσμου για το αύριο» σημειώνει το βρετανικό Επιμελητήριο. Και τονίζει ότι ο επιχειρηματικός κόσμος θα καλωσόριζε μια περίοδο προσαρμογής και έναν οδικό χάρτη για το Brexit που θα του επέτρεπε να υλοποιήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για τη μετά ΕΕ εποχή.
«Πολλές επιχειρήσεις φοβούνται ότι η Βρετανία μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με ένα άτακτο Brexit που θα είχε ως αποτέλεσμα να εξασθενήσει η Δύση, να διαταραχθεί η ειρήνη στη Βόρεια Ιρλανδία, να τεθεί σε κίνδυνο η βρετανική οικονομία των 2,7 τρισ. δολαρίων και να κλονιστεί η θέση του Λονδίνου ως του μόνου χρηματοοικονομικού κέντρου του πλανήτη που μπορεί να ανταγωνιστεί τη Νέα Υόρκη» σημειώνει το βρετανικό πρακτορείο Reuters.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ