Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης στην ευρωζώνη δεν εμφανίζουν σημάδια κόπωσης και το 2018 μπήκε με… φόρα για τη βιομηχανία. Παραγγελίες και απασχόληση παρουσίασαν νέα αύξηση τον Ιανουάριο (δείκτης PMI Markit), με ατμομηχανή τις οικονομίες σε Γαλλία και Γερμανία, εξ ου και η άνοδος του ευρώ.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, η τάση αυτή στη μεταποίηση θα συνεχιστεί, καθώς η Γερμανία συνεχίζει να εξάγει με τρελούς ρυθμούς και στη Γαλλία ο δείκτης παραγγελιών PMI προσέγγισε τον Ιανουάριο το 60.
Στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι το μερίδιο της μεταποίησης στο πλαίσιο της «ευρωπαϊκής βιομηχανικής αναγέννησης» να φθάσει το 2020 στο 20% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ από 13,9% το 2014 και 14,4% το 2016. Και αυτό γιατί μετά την κρίση του 2008 η Ευρώπη αλλά και οι ΗΠΑ υιοθετούν και εφαρμόζουν πολιτικές ενίσχυσης της βιομηχανίας, και ειδικότερα της μεταποίησης, αναγνωρίζοντας ότι η υποχώρησή της συνιστά απειλή για την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους και την κοινωνική συνοχή.
Την ίδια ώρα στην Ελλάδα τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της βιομηχανίας έχουν κάνει την εμφάνισή τους αλλά έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε.

Βελτίωση συνθηκών

Σύμφωνα με τη Markit, «οι επιχειρηματικές συνθήκες του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα εξακολούθησαν να βελτιώνονται κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα του 2017, και στον μεγαλύτερο βαθμό σε διάστημα εννιάμισι ετών. Η ανάπτυξη ήταν αποτέλεσμα της περαιτέρω σημαντικής αύξησης των νέων παραγγελιών, τόσο από την εγχώρια αγορά όσο και από τις αγορές του εξωτερικού. Ανταποκρινόμενες σε αυτά τα δεδομένα, οι εταιρείες αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα και τον αριθμό των εργαζομένων, γεγονός το οποίο συνέβαλε στη δεύτερη εντονότερη αύξηση της παραγωγής που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2008. Τα δεδομένα ενισχύουν τις ελπίδες ότι η ελληνική οικονομία έχει αλλάξει πορεία και βρίσκεται πλέον σε τροχιά ανάκαμψης».
Οσες βιομηχανίες άντεξαν στην κρίση έχουν τώρα όλες τις προϋποθέσεις να βγουν στο ξέφωτο. Παράλληλα όμως η ανάγκη των τραπεζών για μείωση των «κόκκινων» δανείων θα επιφέρει εκκαθαρίσεις και νέα «λουκέτα».

Υψηλό κόστος

Την ίδια ώρα η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής μεταποίησης υπολείπεται των ευρωπαϊκών μονάδων. Το υψηλό ενεργειακό κόστος και οι εξοντωντικές εισφορές αποτελούν τροχοπέδη για μια διαρκή και βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία. Ηλεκτρικό ρεύμα και φυσικό αέριο είναι σχεδόν 50% ακριβότερα σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Ακόμα και η εφαρμογή της διακοψιμότητας, η οποία είναι ένα μέτρο που μειώνει το ενεργειακό κόστος και πήρε παράταση για άλλα δύο χρόνια, «ακουμπά» το πολύ 10 βιομηχανικούς ομίλους και όχι το σύνολο των μεταποιητικών μονάδων. Οι ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένου και εργοδότη φθάνουν στο 52% του μισθού έναντι 23% που είναι ο μέσος όρος στην Ευρώπη.
Ενα αίτημα των βιομηχάνων είναι να πληρώνουν ρεύμα ανάλογα με το προϊόν, καθώς άλλη ποσότητα ρεύματος χρειάζεται για να παραχθεί, π.χ., ένα κιλό νήμα και άλλη ποσότητα ένα προϊόν συσκευασίας. Ειδικότερα, ζητούν όσο μεγαλύτερη είναι η ενεργειακή ανάγκη αντιστρόφως ανάλογος να είναι ο συντελεστής που θα διαμορφώνει το κόστος.
Και επειδή τουρισμός και εξαγωγές δεν αρκούν για να φέρουν την «άνοιξη» στην ελληνική βιομηχανία, όλοι ζητούν επιτέλους ένα φιλικό περιβάλλον για επενδύσεις. Αναφέρουν χαρακτηριστικά το έργο της ανάπλασης του Ελληνικού, η κατασκευή του οποίου θα απορροφήσει δεκάδες μεταποιητικά προϊόντα, όπως χάλυβα, τσιμέντο, αλουμίνιο κ.ά.

Το 12% του ΑΕΠ να προέρχεται από τη μεταποίηση το 2020

Οι ελληνικές βιομηχανίες ταλαιπωρήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης λόγω της δραστικής μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και της υψηλής φορολογίας. Κατεγράφησαν εκατοντάδες «λουκέτα» και χιλιάδες απολύσεις.

Υποχρεωτικά εστράφησαν προς τις εξαγωγές. Στην αρχή για να «κερδίσουν» τα διεθνή ράφια με χαμηλά ως αρνητικά περιθώρια κέρδους. Στην πορεία η ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε και, σε συνδυασμό με την άνοδο του τουρισμού στη χώρα μας, η μεταποίηση – ξεκινώντας από χαμηλή βάση – καταγράφει αλλεπάλληλα ρεκόρ.
Πρόσφατα όλοι σχεδόν οι παραγωγικοί φορείς (ΣΕΒ, Ελληνική Παραγωγή, ΣΒΑΠ κ.ά.) με κοινή παρέμβασή τους υιοθέτησαν έναν στόχο ώστε η μεταποίηση από 8,6% του ΑΕΠ σήμερα να φθάσει το 2020 στο 12%. Παράλληλα, θεωρούν πως η στρατηγική για την ανάπτυξη της βιομηχανίας θα πρέπει να αποτελέσει βασικό δομικό στοιχείο ενός εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου και ήδη εργάζονται προς αυτή την κατεύθυνση. Οπως επισημαίνουν, περαιτέρω ενίσχυση της μεταποίησης θα απογειώσει την ελληνική οικονομία, δεδομένου ότι ακόμα και σήμερα η «πληγωμένη» βιομηχανία – λόγω του λανθασμένου οικονομικού μοντέλου που ακολουθήθηκε τα χρόνια της ευμάρειας – «ευθύνεται» για το 42,1% των συνολικών εξαγωγών (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, της ναυτιλίας, των μεταφορών κ.λπ.), προσφέρει απασχόληση σε περίπου 1,2 εκατομμύριο εργαζομένους, συνεισφέρει το 40% του συνολικού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, ενώ ακόμα και μέσα στην κρίση (2009-2015) πραγματοποίησε επενδύσεις 23 δισ. ευρώ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ