Απ’ όλα είχε η κατάρρευση της γιγαντιαίας βρετανικής κατασκευαστικής εταιρείας Carillion την περασμένη Δευτέρα: αδίστακτους εργολάβους, golden boys, ιδιοτελείς συνδικαλιστές, αγανακτισμένους φορολογουμένους, κομματικούς Πόντιους Πιλάτους… Εχει όμως επιπλέον δριμεία κριτική από τον βρετανικό Τύπο και τα συνδικάτα για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι μεταβιβάζει σε ιδιώτες δημόσια έργα, για το περιβόητο outsourcing δηλαδή που κάνει.
Εχει, τέλος, και ανησυχία για τις κοινωνικές επιπτώσεις της χρεοκοπίας. Διότι δεν είναι μόνο οι 20.000 εργαζόμενοι στην Carillion και οι οικογένειές τους που βρίσκονται στον «αέρα» –σημειωτέον ότι πρόκειται για τη δεύτερη σε τζίρο κατασκευαστική εταιρεία της Βρετανίας. Είναι και η ανησυχία για το ότι η κυβέρνηση Μέι δεν έχει ακόμη εγγυηθεί για μια σειρά υπηρεσιών που παρείχε στους Βρετανούς η πτωχευμένη εταιρεία· υπηρεσιών που ξεκινούν από τα σχολικά γεύματα και φθάνουν μέχρι τη συντήρηση των δρόμων.

Προκαταλήψεις επιβεβαίωσης


«Οι ψυχολόγοι έχουν διακρίνει ένα φαινόμενο που αποκαλούν «προκατάληψη επιβεβαίωσης». Πρόκειται για την τάση που έχουν οι άνθρωποι να ερμηνεύουν μια πληροφορία ως απλή επιβεβαίωση πάγιων πεποιθήσεών τους. Και έχουμε δει πολλή προκατάληψη επιβεβαίωσης μετά τη χρεοκοπία της Carillion» σημειώνει ο Μπεν Τσου της «Independent».
Ο αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας εξηγεί ότι για κάποιους στην Αριστερά η χρεοκοπία επιβεβαιώνει την πεποίθηση ότι η ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών ισοδυναμεί με καταστροφή. Επιβεβαιώνει ότι τα golden boys των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων στο τέλος τη βγάζουν καθαρή, ενώ εκείνοι που υποφέρουν είναι οι εργαζόμενοι και οι μικρές επιχειρήσεις. Επιβεβαιώνει επίσης ότι οι δημόσιες υπηρεσίες βρίσκονται υπό διαρκή απειλή και ότι οι φορολογούμενοι πληρώνουν πάντα τον λογαριασμό.

Η αλήθεια βρίσκεται στη μέση

Για κάποιους στη Δεξιά πάλι, παρατηρεί ο Μπεν Τσου, η χρεοκοπία της Carillion επιβεβαιώνει ότι οι ιδιωτικοποιήσεις λειτουργούν κατά κανόνα έτσι όπως πρέπει. Χρεοκόπησε μια ιδιωτική επιχείρηση με κακή διοίκηση. Τα συμβόλαια που είχε υπογράψει με την κυβέρνηση θα αναδιανεμηθούν σε άλλους, ικανότερους ιδιώτες. Οσο για την κατηγορία της Αριστεράς ότι οι ιδιώτες πλουτίζουν εις βάρος του Δημοσίου, η Δεξιά διαπιστώνει ακριβώς το αντίθετο. Υποστηρίζει ότι το Δημόσιο πιέζει τον ιδιωτικό τομέα ώστε να εξαντλεί τα περιθώρια κέρδους του, δίνοντας μεγαλύτερη αξία στα λεφτά των φορολογουμένων.

«Και οι δύο πλευρές καλό θα ήταν να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους και να βγάλουν τις παρωπίδες. Είναι ασφαλώς καλοδεχούμενο το ότι οι μέτοχοι της Carillion και οι πιστωτές τους, παρά τις έντονες πιέσεις, δεν διασώθηκαν από την κυβέρνηση κατά τον τρόπο που αυτή διέσωσε τις τράπεζες το 2008. Οι μέτοχοι θα χάσουν τις επενδύσεις τους και οι τράπεζες θα διαγράψουν τα δάνειά τους. Ετσι πρέπει να γίνεται και οι αριστεροί οπαδοί των εθνικοποιήσεων θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι ο χειρισμός της χρεοκοπίας της Carillion αποτελεί μια πρόοδο» σημειώνει ο αρθρογράφος της «Independent».
Από την άλλη πλευρά, όμως, οι τενόροι των ιδιωτικοποιήσεων θα πρέπει να αναγνωρίσουν κάποιες δυσάρεστες διαπιστώσεις που έφερε στην επιφάνεια αυτό το σκάνδαλο. «Τα περιθώρια κέρδους κάποιων εργολάβων μπορεί να είναι μικρά, αλλά η Carillion πάντα κατάφερνε να πληρώνει τακτικά και πλουσιοπάροχα μερίσματα στους μετόχους της, ακόμα και όταν η εταιρεία ήταν οικονομικά πολύ στριμωγμένη» παρατηρεί ο Μπεν Τσου. Και υπενθυμίζει επίσης τις τεράστιες αμοιβές που ενθυλάκωναν τα στελέχη της Carillion για τις αποτυχημένες, όπως αποδείχθηκε, υπηρεσίες που παρείχαν.
Ο πρώην διευθύνων σύμβουλός της Ρίτσαρντ Χάουσον αμειβόταν με 1,5 εκατ. στερλίνες ετησίως (1,69 εκατ. ευρώ), ενώ ο επικεφαλής του βρετανικού ΕΣΥ Σάιμον Στίβενς αμείβεται με 190.000 στερλίνες ετησίως (214.000 ευρώ). «Αραγε οι μετριοπαθώς αμειβόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι είναι λιγότερο ικανοί από τον Χάουσον και την ομάδα του στην Carillion;» αναρωτιέται ο αρθρογράφος.

Αναπόφευκτη η συμβίωση

Οι σχέσεις μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι νομοτελειακά συνδεδεμένες. Η συμβίωση μοιάζει αναπόφευκτη. Αλλά μια κυβέρνηση δεν μπορεί να αφήσει μια φυλακή αφρούρητη, ένα νοσοκομείο βρώμικο, ένα σχολείο δίχως τροφοδοσία. Επιδιώκοντας διαρκώς τη φθηνότερη συνεργασία με τους ιδιώτες, το Δημόσιο ρισκάρει να προκαλέσει την οικονομική κατάρρευσή τους.

«Ενα μάθημα που πρέπει όλοι να διδαχθούν από την κατάρρευση της Carillion είναι ότι απαιτείται μεγαλύτερη διαφάνεια στα λογιστικά βιβλία των εργολάβων του Δημοσίου. Και μια κομβική διαπίστωση που άπαντες πρέπει να δεχθούν είναι ότι για να εξασφαλίζεται η προσήκουσα ισορροπία στις σχέσεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, πρέπει να διασφαλιστούν αξιόπιστοι έλεγχοι από αδιαμφισβήτητες Αρχές που θα βεβαιώνουν και τον πλέον δύσπιστο ότι κυρίαρχο μέλημα όλων είναι η προάσπιση του ευρύτερου δημόσιου συμφέροντος» υπογραμμίζει η βρετανική εφημερίδα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ