Σε αναπτυξιακή ατμομηχανή της χώρας μπορεί να εξελιχθεί η φαρμακοβιομηχανία στην Ελλάδα. Παρά τις ασφυκτικές πιέσεις που έχει δεχθεί ο κλάδος τα τελευταία χρόνια, αποτελεί ακόμα και σήμερα τον δεύτερο εξαγωγικό κλάδο της χώρας, εξάγοντας σε 141 χώρες, με άμεση και έμμεση επίδραση στο ΑΕΠ 6,1 δισ. ευρώ (-3,5% του ΑΕΠ) και με συνολική επίδραση στην απασχόληση που αγγίζει τις 86.000 θέσεις εργασίας. Η μελέτη McKinsey δείχνει ότι η ελληνική φαρμακοβιομηχανία είναι o πιο ελπιδοφόρος αναπτυξιακός πυλώνας της εθνικής οικονομίας, ένας από τους εννέα πυλώνες του στρατηγικού οικονομικού σχεδιασμού για το 2020. Την τελευταία δεκαετία έχει κάνει συνολικές επενδύσεις 800 εκατ. ευρώ στην ελληνική επικράτεια, χρήματα που μένουν και στηρίζουν την εγχώρια οικονομία.

Ισχυρή δύναμη

Στην Ελλάδα λειτουργούν περισσότερες από 150 φαρμακευτικές εταιρείες με 28 εργοστάσια και έντονη συνεργασία μεταξύ ελληνικών και διεθνών εταιρειών. Το 29% των προϊόντων διεθνών εταιρειών παράγεται σε ελληνικά εργοστάσια. Η επιτυχημένη συνέργεια του τοπικού με τον διεθνή επιχειρηματικό παράγοντα διαμορφώνει μια ισχυρή εθνική φαρμακευτική παραγωγική δύναμη με ανεκτίμητη προστιθέμενη αξία τόσο στο πεδίο της Υγείας όσο και στον χώρο της ανάπτυξης.
Ο κλάδος κάνει κάθε χρόνο 30 εκατ. ευρώ επενδύσεις σε R&D (Ερευνα και Ανάπτυξη), που αντιστοιχούν σε 80 ερευνητικά προγράμματα, ποσό που με τις κατάλληλες συνθήκες και το απαραίτητο θεσμικό πλαίσιο μπορεί να μεγαλώσει και να καταστεί η ελληνική φαρμακοβιομηχανία κέντρο φαρμακευτικής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας.
Η συμβολή του κλάδου στο ΑΕΠ της χώρας υπολογίζεται σε 2,8 δισ. ευρώ, ενώ για κάθε 1.000 ευρώ που δαπανώνται για την αγορά εγχωρίως παραγόμενων φαρμάκων το ΑΕΠ της χώρας ενισχύεται κατά 3.420 ευρώ.
Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία κατέχει ηγετική θέση στον κλάδο της μεταποίησης: κατά τη δεκαετία 2000-2010 παρουσίασε την υψηλότερη μέση ετήσια αύξηση σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας σε σχέση με τους υπόλοιπους εγχώριους μεταποιητικούς κλάδους, ενώ η αύξηση αυτή υπήρξε η μεγαλύτερη στις χώρες-μέλη της ΕΕ για το ίδιο χρονικό διάστημα.

Εξωστρέφεια

Οπως λέει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας κ. Θεόδωρος Τρύφων, οι ελληνικές βιομηχανίες εμφανίζουν ένα πολύ δυνατό προφίλ εξωστρέφειας, ποιότητας και ανταγωνιστικής παρουσίας στη διεθνή αγορά.

«Τα φάρμακά μας είναι επώνυμα και ήδη έχουν κατακτήσει ισχυρές και δύσκολες αγορές σε όλη την Ευρώπη και σε περισσότερες από 50 άλλες χώρες του κόσμου» δηλώνει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Τρύφων. «Ως προς την εσωτερική αγορά», συνεχίζει, «το συγκριτικό πλεονέκτημά μας είναι η ποιότητα, η αποτελεσματικότητα, οι εξαιρετικά χαμηλές τιμές και η διαχρονική αποδοχή των φαρμάκων μας από τον ιατρικό κόσμο και τους ασθενείς. Θεωρούμε ότι η Πολιτεία και οι θεσμοί –όταν διαμορφώνουν δεσμευτικές πολιτικές –θα πρέπει να βλέπουν τη μεγάλη εικόνα. Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία μπορεί να καλύψει το 60% των αναγκών της χώρας σε πολύ οικονομικό κόστος θεραπείας. Η ανάπτυξή της, με την τεράστια προστιθέμενη αξία που παράγει στην ελληνική οικονομία και την κοινωνία, σε όρους επενδύσεων, απασχόλησης, φορολογικών εσόδων, τεχνογνωσίας, αξιοποίησης του επιστημονικού κεφαλαίου, οφείλουν να είναι από τις βασικές προτεραιότητες σε κάθε αναπτυξιακό σχέδιο οποιασδήποτε κυβέρνησης». Ωστόσο –προσθέτει –για να μπορέσει ο κλάδος να μπει σε αυτή τη θετική πορεία ανάπτυξης, θα πρέπει σήμερα να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των ασφυκτικά χαμηλών προϋπολογισμών της φαρμακευτικής δαπάνης, να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά φαρμάκου και να σπάσει ο φαύλος κύκλος των οριζόντιων μέτρων λογιστικού χαρακτήρα που λαμβάνονται τα τελευταία χρόνια.

Η κλινική έρευνα

Η κρίση ανέδειξε τη συνεισφορά του Φαρμακευτικού Κλάδου ως ενός από τους σημαντικότερους πυλώνες της εθνικής οικονομίας, αλλά και ως ενός από τους πλέον κρίσιμους υπερασπιστές του αναφαίρετου δικαιώματος των ελλήνων ασθενών στην απρόσκοπτη πρόσβαση στις θεραπείες που έχουν ανάγκη, τονίζει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) κ. Πασχάλης Αποστολίδης. Κατορθώνει να αποτελεί τη δεύτερη εξαγωγική δύναμη της χώρας –σημειώνει -, και όλα αυτά στην περίοδο της πρωτοφανούς κρίσης, όπου μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων ο κλάδος συνεισφέρει το 40% περίπου της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης. Βασικό μοχλό ανάπτυξης και επιστημονικής και κοινωνικής προόδου αποτελεί τεκμηριωμένα η κλινική έρευνα, που είναι μια από τις πλέον παραγωγικές επενδύσεις, με εξαιρετικά υψηλή προστιθέμενη αξία για την πραγματική οικονομία της χώρας. Σήμερα, η διεξαγωγή κλινικών μελετών συνδέεται με την εισροή σημαντικών ιδιωτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό που αγγίζουν τα 80 εκατ. ευρώ ετησίως.

«Οταν αναλογιστούμε ότι η διεθνής φαρμακοβιομηχανία επενδύει περίπου 35 δισ. ευρώ ετησίως για κλινική έρευνα στην Ευρώπη, καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης. Είναι μια ευκαιρία με προοπτικές και οφέλη για τους έλληνες ασθενείς, τους έλληνες επιστήμονες, το σύστημα υγείας και την ελληνική οικονομία.
Στόχος του ΣΦΕΕ είναι η χώρα μας να προσελκύσει τις επενδύσεις που δικαιούται σε κλινική έρευνα και να τις τριπλασιάσει σε βάθος τριετίας, φτάνοντας και τα 250 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Αλλά και οι ελληνικές εταιρείες επενδύουν σημαντικά ποσά σε έρευνα, και μάλιστα διεξάγουν περισσότερες από 100 μελέτες βιοϊσοδυναμίας στο εξωτερικό. Γιατί να μην έρθουν αυτές οι μελέτες στην Ελλάδα;» διερωτάται ο κ. Αποστολίδης.

Πασχάλης Αποστολίδης: Η επιμονή σε μέτρα πλήττει την καινοτομία

«Για να προσελκύσει η χώρα μας επενδυτικά κεφάλαια, πρέπει καταρχάς να πληροί βασικά κριτήρια υγιούς οικονομίας, δηλαδή σταθερό και προβλέψιμο επιχειρηματικό και φορολογικό περιβάλλον, σύστημα εφαρμογής νόμων και δικαστικών αποφάσεων. Επιπλέον, προϋπόθεση είναι ο εξορθολογισμός και η βελτιστοποίηση του θεσμικού πλαισίου, η παροχή κινήτρων, π.χ. φορολογικών, η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, η ίδρυση μιας ειδικής ομάδας για την επιτάχυνση των σχετικών ζητημάτων, η ουσιαστική ενίσχυση της Εθνικής Επιτροπής Δεοντολογίας και του ΕΟΦ, καθώς και διάφορα άλλα θέματα για τα οποία ο ΣΦΕΕ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις.

Αντιθέτως, η επιμονή σε φοροεισπρακτικά και αντιαναπτυξιακά μέτρα, όπως τα εξωτερικά και εσωτερικά κριτήρια αξιολόγησης και αποζημίωσης φαρμάκων και το νέο σχέδιο νόμου για τη σύσταση HTA, δηλαδή Οργανισμού Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας, πλήττει καίρια την καινοτομία, την πρόσβαση βαρέως και χρονίως πασχόντων ασθενών σε θεραπείες, επιβραδύνει – από δύο έως τέσσερα χρόνια – ή και αποτρέπει την είσοδο νέων και σημαντικών φαρμάκων στη χώρα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ