Τον Νοέμβριο κάθε έτους οι επιχειρήσεις συντάσσουν τον προϋπολογισμό τους για την επόμενη χρονιά. Παρά τις αστοχίες της κυβερνητικής πολιτικής στην οικονομία το 2015 και το 2016, το ΑΕΠ υποχώρησε μόνο 0,3% και 0,2% αντίστοιχα, αλλά το 2017 όλα δείχνουν ότι η ανάπτυξη της οικονομίας θα ξεπεράσει το 1% και το 2008 υπό προϋποθέσεις θα «πιάσει» το 2%.
Η πλειονότητα όμως των επιχειρήσεων στα σενάρια που επεξεργάζεται για το 2018 αναφέρει πως τα έσοδά τους δεν θα διαφοροποιηθούν από αυτά του 2017.
Διστάζουν δηλαδή να βάλουν υψηλότερους στόχους και ακολουθούν μια συντηρητική πολιτική. Η συντηρητική αυτή πολιτική μοιραία επηρεάζει την επεξεργασία νέων επενδυτικών προγραμμάτων και κατ’ επέκταση τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Είναι δικαιολογημένη η στάση αυτή που δεν συμβαδίζει και με τις θριαμβολογίες της κυβέρνησης ότι το 2018 θα είναι έτος εξόδου από τα μνημόνια;

Στην Εφορία

Οι επιχειρηματίες ζουν μέσα στην κοινωνία και αφουγκράζονται τις ανάγκες των πελατών τους. «Οταν οι μισοί Ελληνες χρωστούν στην Εφορία, τι σχέδια να κάνουμε για τα 2018;» αναφέρει στο «Βήμα της Κυριακής» επιχειρηματίας που ασχολείται με τον τομέα της μεταποίησης. Το μεγάλο όμως πρόβλημα των ελληνικών επιχειρήσεων είναι η διευθέτηση των «κόκκινων» δανείων και το ξεσκαρτάρισμα των εταιρειών που έχουν προοπτικές σε σχέση με τα ζόμπι του επιχειρείν.
Από τα 100 δισ. ευρώ των «κόκκινων» δανείων τα 43 δισ. είναι επιχειρηματικά. «Κάποιες εταιρείες έχουν ήδη κλείσει αλλά δεν το γνωρίζουν» τονίζει χαρακτηριστικά γνωστός τραπεζίτης και περιγράφει τη γενική εικόνα που θέλει τα 2/3 των επιχειρήσεων της χώρας να βρίσκονται σε ζώνη οριακής επιβίωσης. Ακόμα και για τις εταιρείες που δεν έχουν «κόκκινα δάνεια», αλλά έχουν υψηλό δανεισμό, τα χρηματοοικονομικά τους έξοδα είναι τόσο μεγάλα που δεν τους επιτρέπουν να κάνουν σχέδια για το μέλλον και κοιτάζουν μόνο πώς θα εξυπηρετούν τα τραπεζικά τους ανοίγματα. Αλλωστε, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, η ανάκαμψη του 2017 στηρίζεται περισσότερο σε εξωγενείς παράγοντες –όπως ο τουρισμός και η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Στο εσωτερικό η ζήτηση παραμένει υποτονική. Η ιδιωτική κατανάλωση υποχωρεί, οι αποταμιεύσεις είναι αρνητικές και οι δημόσιες επενδύσεις συνεχώς ψαλιδίζονται.

Eπιδόσεις

Πρόσφατα η Ιcap δημοσίευσε την έρευνά της για τις 500 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, τα αποτελέσματα των οποίων είναι άκρως ικανοποιητικά και παραπέμπουν σε επιδόσεις επιχειρήσεων… άλλης χώρας. Το 2016 οι επιχειρήσεις αυτές κατέγραψαν κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων 12 δισ. ευρώ έναντι 2,4 δισ. ευρώ το 2015. Πρόκειται για τον αφρό του ελληνικού επιχειρείν, που όμως δεν αντιπροσωπεύει τη μεγάλη εικόνα.
Η μεγάλη εικόνα είναι οι περίπου 670.000 μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις οι οποίες από πηγές της απασχόλησης έγιναν τροφοδότες της ανεργίας, πληρώνοντας βαρύ τίμημα μέσα στην κρίση. Η απασχόληση στις ΜμΕ μειώθηκε από 2,39 εκατ. εργαζομένους το 2008 σε 1,79 εκατ. το 2014 (σύμφωνα με τελευταία έρευνα της ΕΥ για λογαριασμό του ΣΕΒ).
Αν αναλογιστεί κανείς ότι οι ΜμΕ αντιπροσωπεύουν το 87% της απασχόλησης, ευλόγως προκύπτει πως αν θέλουμε ως χώρα να ξεφύγουμε από την κρίση και το μεγαλύτερό της σύμπτωμα που είναι η ανεργία θα πρέπει να ενισχυθούν οι μεσαίες και οι μικρές επιχειρήσεις.
Το «κλειδί» για την επιβίωση και την επίτευξη καλύτερων επιδόσεων για όσες από τις ΜμΕ έχουν τις προοπτικές (τεχνογνωσία, καλό προϊόν κ.ά.) είναι η μεγέθυνσή τους μέσα από εξαγορές και συγχωνεύσεις και η εξεύρεση λύσης για τα «κόκκινα» δάνεια που διατηρούν οι περισσότερες από αυτές.
Οι ελληνικές εταιρείες αντικειμενικά και παρά τα χιλιάδες «λουκέτα» έδειξαν μεγάλη ανθεκτικότητα τα οκτώ χρόνια της κρίσης. Δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο τη μείωση της ζήτησης λόγω της υποχώρησης του διαθέσιμου εισοδήματος των Ελλήνων. Η χώρα μας έχει από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην Ευρώπη: ΦΠΑ 24%, έναντι 20,1% κατά μέσο όρο στην Ευρώπη, φόρο εισοδήματος επιχειρήσεων 29%, έναντι 19,5%, φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων 45% έναντι 34,9%, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης 16% για τον εργαζόμενο και 24,1% για τον εργοδότη, έναντι 12,8% και 21,7% αντιστοίχως. Λόγω του ύψους των συντελεστών αυτών, η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στη φοροδιαφυγή που σκοτώνει την ανάπτυξη, στην αδήλωτη εργασία που στερεί πόρους από τα ασφαλιστικά ταμεία και στο λαθρεμπόριο.

Nέες θέσεις εργασίας

Οι επενδύσεις είναι αυτές που θα «μεγαλώσουν» τις επιχειρήσεις, θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας ώστε να ανακόψουν τη φυγή ικανών στελεχών στο εξωτερικό και θα τονώσουν την ανάπτυξη. Μπορεί όμως να υπάρξει βιώσιμη ανάκαμψη της οικονομίας με το τραπεζικό σύστημα να μη λειτουργεί ομαλά λόγω capital controls και της προβληματικής χρηματοδότησης της οικονομίας, λόγω των υψηλών μη εξυπηρετούμενων δανείων; Μπορούν να γίνουν σοβαρές επενδύσεις στη χώρα από ξένα κεφάλαια χωρίς να αντιμετωπιστούν ριζικά τα θέματα αδειοδότησης και εγκατάστασης επιχειρήσεων, καθώς και της ταχείας απονομής της δικαιοσύνης; Τα ερωτήματα αυτά απασχολούν όλους τους επιχειρηματικούς φορείς τα τελευταία χρόνια, χωρίς όμως να υπάρχει απάντηση. Οι επιχειρήσεις όμως είναι αυτές που θα παράξουν νέο πλούτο και όχι η λογική της αναδιανομής εισοδημάτων, που προέρχονται μάλιστα από την υπερφορολόγηση.

Ευκαιρία για τις εξαγωγικές εταιρείες να κάνουν τη διαφορά

Το κλίμα στην οικονομία εν όψει της λήξης της δανειακής σύμβασης της Ελλάδας με τους πιστωτές τον ερχόμενο Αύγουστο αρχίζει να αλλάζει. Η διαφαινόμενη ταχεία ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, η υποχώρηση των spreads σε όλες τις εκδόσεις των ομολόγων, η έστω και μικρότερη του αναμενομένου ανάπτυξη για τρίτο στη σειρά τρίμηνο το 2017 δημιουργούν προσδοκίες για τη συνέχεια. Σε αυτό το περιβάλλον η λειτουργία των ελληνικών επιχειρήσεων μόνο κέρδη θα έχει να αποκομίσει, ιδίως αν πρόκειται για εταιρείες με εξαγωγικό προσανατολισμό αφού θα διευκολύνει την προώθηση των προϊόντων τους στις διεθνείς αγορές.

Στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2017 οι εξαγωγές σημείωσαν άνοδο 13%. Την ίδια ώρα όμως ενισχύονται και οι εισαγωγές με ακόμα μεγαλύτερους ρυθμούς, γεγονός που αποτυπώνει τη δυσκολία μετασχηματισμού της οικονομίας ώστε η μεταποίηση να έχει μεγαλύτερη συμμετοχή στο ετήσιο ΑΕΠ.
Πίσω από την αύξηση των εισαγωγών οι αισιόδοξοι βλέπουν… ανάπτυξη της οικονομίας και εξηγούν: «Η άνοδος των εισαγωγών οφείλειται και στην εισαγωγή πρώτων υλών. Οι εισαγωγές πρώτων υλών θα μεταποιηθούν σε τελικό προϊόν που θα εξαχθεί και θα τονωθεί η ανάπτυξη». Ιδωμεν…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ