Τι γίνεται στην Κύπρο με τα «κόκκινα» δάνεια; Πώς τα αντιμετωπίζει το ΔΝΤ και τι συμβουλές παρέχει προς τους κύπριους δανειολήπτες το Ταμείο; Γιατί, όπως διαπιστώθηκε, οι Κύπριοι, αντί να εξοφλούν τα δάνειά τους, προτιμούν να τα… αγοράζουν ή ακόμη να εξακολουθούν να αγοράζουν αγαθά από τα δάνεια που πήραν, σαν να μην τρέχει τίποτε. Και τούτο συμβαίνει επειδή έχουν «μια κουβέρτα προστασίας της πρώτης κατοικίας», όπως αποφάσισε η κυβέρνηση με τους δανειστές στις διαπραγματεύσεις που έγιναν προ της εξόδου από το Μνημόνιο.

Ετσι, παρά την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη στην Κύπρο (μετά τη μνημονιακή εποχή), τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια δεν έχουν μειωθεί με αντίστοιχο ρυθμό, λόγω απειθαρχίας αποπληρωμής των δανειοληπτών, τόνισε ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Κύπρο, Βιτσέντζο Κούζο σε ομιλία του στο 5o Cyprus Banking Forum, που πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία.

Υψηλή κατανάλωση

Μιλώντας στο ίδιο φόρουμ (σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Πολίτης»), το εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Γιώργος Συρίχας αναγνώρισε ότι ο ρυθμός μείωσης των «κόκκινων» δανείων δεν αντιστοιχεί με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας.
Ο κύπριος αναλυτής της αγγλικής τράπεζας Standard Chartered Μάριος Μαραθεύτης αναφέρθηκε στη σχετικά υψηλή ιδιωτική κατανάλωση στην Κύπρο, λέγοντας ότι αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος δεν αποπληρώνει τα δάνειά του: «Είναι σαφές ότι υπάρχει μια ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, αλλά αυτό δεν έχει επιφέρει τη μείωση των «κόκκινων» δανείων που θα ανέμενε κανείς και σίγουρα αυτό αντανακλά την απειθαρχία αποπληρωμής δανείων» είπε στην ομιλία του ο κ. Κούζο.
Κατά τον κ. Κούζο, το φαινόμενο των στρατηγικών κακοπληρωτών συνδέεται με τη μακροχρόνια και αναποτελεσματική διαδικασία στην εκδίκαση εμπορικών απαιτήσεων και στην αντίληψη ότι υπάρχει «μια κουβέρτα προστασίας της πρώτης κατοικίας».

Ο κ. Κούζο αναφέρθηκε σε στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, σύμφωνα με τα οποία η νομική εφαρμογή μιας σύμβασης στην Κύπρο χρειάζεται 1.200 ημέρες, ενώ η εκποίηση εξασφαλίσεων χρειάζεται 10 χρόνια, που αποτελεί τη μεγαλύτερη περίοδο στην ΕΕ: «Η αδύναμη επιβολή (συμβάσεων) διατηρεί την απειθαρχία αποπληρωμής ως την κυρίαρχη στρατηγική για πολλούς δανειολήπτες» πρόσθεσε ο αξιωματούχος του ΔΝΤ.
Σημείωσε ακόμη ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι αρκετή από μόνη της για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων. Χρειάζεται μια φιλόδοξη στρατηγική που να συνδυάζει τόσο τη μείωση των ΜΕΔ όσο και την αντιμετώπιση του προβλήματος του ψηλού ιδιωτικού χρέους.

Αργός ο ρυθμός μείωσης

Ο Γιώργος Συρίχας αναγνώρισε ότι χρειάζεται ταχύτερη πρόοδος στη μείωση των ΜΕΔ, ιδιαίτερα σε περιβάλλον οικονομικής ανάπτυξης. Λέγοντας πως τα «κόκκινα» δάνεια μειώθηκαν κατά 6 δισ. ευρώ από το 2014, ο κ. Συρίχας είπε ότι «χρειαζόμαστε να κάνουμε περισσότερα διότι η οικονομία αναπτύσσεται». Ωστόσο, σημείωσε, «υπάρχει ένας βαθμός για το πόσο γρήγορα μειώνουμε τα «κόκκινα» δάνεια» προσθέτοντας ότι υπάρχει αριθμός πρωτοβουλιών υπό συζήτηση για ταχύτερη μείωση των «κόκκινων» δανείων. Συμφώνησε ωστόσο με τον κ. Μαραθεύτη ότι αν ο κόσμος αποπλήρωνε τα δάνειά του, η ιδιωτική κατανάλωση θα υποχωρούσε, για να σημειώσει ωστόσο ότι αυτό το φαινόμενο έχει διαφοροποιηθεί από το 2013 και εντεύθεν, αφού ο ρυθμός ανάπτυξης υπερβαίνει τον ρυθμό της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Από την πλευρά του, ο Μάριος Μαραθεύτης είπε ότι η υψηλή ιδιωτική κατανάλωση που παρατηρείται στην Κύπρο οφείλεται στο ότι οι δανειολήπτες δεν πληρώνουν τα δάνειά τους.
«Αν οι Κύπριοι σταματούσαν τις αγορές, θα μπορούσαν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους» είπε. Ο κ. Μαραθεύτης χαρακτήρισε εντυπωσιακή την κατάργηση των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων σε μόλις δύο χρόνια, σε αντίθεση με την Ισλανδία η οποία χρειάστηκε εννέα χρόνια. Είπε ότι πρέπει να υπάρξει επανεξέταση του οικονομικού μοντέλου, που βασίζεται κυρίως στην κατανάλωση, στα ακίνητα και στην εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό, κάτι που το 2008 πριν από την κρίση οδήγησε το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών στο 13% και κατέστησε την Κύπρο εξαρτημένη από την εισροή ξένων κεφαλαίων. «Πρέπει να περάσουμε από το μοντέλο της διαχείρισης κρίσεως στη βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό θα γίνει μέσω της καινοτομίας και της παραγωγικότητας» κατέληξε.