Η κυβέρνηση μετά την επίτευξη της συμφωνίας με τους θεσμούς στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης, βρίσκεται αντιμέτωπη με την πιο δύσκολη – ιδεολογικοπολιτική – απόφαση της θητείας της. Τον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας.

Με λίγα λόγια καλείται να υλοποιήσει κάτι, που αντίκειται στο κεντρικό εμβληματικό αίτημα του ιδεολογικού της χώρου, της αριστεράς. Η συγκεκριμένη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα είναι, η πρώτη κυβέρνηση μετά το 1982, όταν ψηφίσθηκε ο νόμος 1264 του ΠαΣοΚ, που εφαρμόσει μέτρα περιορισμού του δικαιώματος της απεργίας.

Αντιστοίχως, η υπουργός κυρία Αχτσιόγλου θα είναι η πρώτη υπουργός αριστερής κυβέρνησης που θα περιορίζει συνδικαλιστικά δικαιώματα, αφού ο προηγούμενος νόμος που περιείχε ανάλογες προβλέψεις, ανάγεται στην δεκαετία του ‘70 και έφερε την υπογραφή του αλήστου μνήμης τότε υπουργού Εργασίας Κ. Λάσκαρη.

Όλους αυτούς τους παραλληλισμούς δεν άντεξε χθες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και ανέκρουσε πρύμναν, μπροστά στις συνδικαλιστικές αντιδράσεις, αλλά και στους συνειρμούς που προκάλεσε η τροπολογία του υπουργείου Εργασίας για την αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου την οποία έφερε – εσπευσμένα – στην Βουλή η κυρία Αχτσιόγλου.

Οι άμεσες αντιδράσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων, όπως της ΑΔΕΔΥ που αποφάσισε στάση εργασίας (11.30 έως το τέλος του ωραρίου) στο δημόσιο τομέα, αλλά και της συνδικαλιστικής παράταξης του ΚΚΕ (ΠΑΜΕ) η οποία προγραμμάτισε συλλαλητήρια με κεντρικό σύνθημα «κάτω τα χέρια από την απεργία», οδήγησαν σε δεύτερες σκέψεις το κυβερνητικό επιτελείο.

Έτσι ανακοινώθηκε – με non paper του υπουργείου Εργασίας – η απόσυρση της τροπολογίας, η οποία θα επανέλθει σε ευθετότερο χρόνο, αφού προηγηθεί «ο κατάλληλος επικοινωνιακός χειρισμός του θέματος».
Χαρακτηριστική αυτού είναι η αναφορά στην τελευταία παράγραφο του non paper σύμφωνα με την οποία η απόσυρση των τροπολογιών γίνεται για να «δοθεί ο χρόνος για ευχερέστερη συζήτηση του περιεχομένου τους στο Κοινοβούλιο, ώστε να μην υπάρχουν προσχηματικές ενστάσεις επί της διαδικασίας από τα κόμματα της αντιπολίτευσης».

Σημειώνεται ότι η επίμαχη τροπολογία προέβλεπε ότι η απόφαση για απεργία στα πρωτοβάθμια σωματεία λαμβάνεται σε συνέλευση με την παρουσία (απαρτία) τουλάχιστον του 50% των οικονομικά τακτοποιημένων μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης (σήμερα η συγκεκριμένη απόφαση μπορεί να ληφθεί υπό προϋποθέσεις και από το 20% των οικονομικά τακτοποιημένων μελών).

Ολόκληρο το non paper του υπουργείου Εργασίας, με το οποίο ανακοινώθηκε η απόσυρση των τροπολογιών ανέφερε τα εξής:
ιατί
«Οι τροπολογίες του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης σχετικά με:
– το ποσοστό της απαρτίας για συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας στις γενικές συνελεύσεις πρωτοβάθμιων σωματείων,
– την αποζημίωση για εργατικά ατυχήματα με ευθύνη του εργοδότη,
– τον προγραμματισμό και την παροχή εργασίας του προσωπικού των ΚΤΕΛ,
θα αποσυρθούν αύριο (σήμερα) από το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης.
Οι τροπολογίες θα κατατεθούν εκ νέου σε επόμενο νομοσχέδιο, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις και θετικές τροποποιήσεις στις προβλέψεις τους.
Με την εκ νέου κατάθεση των τροπολογιών θα δοθεί ο χρόνος για ευχερέστερη συζήτηση του περιεχομένου τους στο Κοινοβούλιο, ώστε να μην υπάρχουν προσχηματικές ενστάσεις επί της διαδικασίας από τα κόμματα της αντιπολίτευσης».