Οι επιδόσεις των τραπεζών στη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων ως και την ερχόμενη άνοιξη θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τα ευρήματα των stress tests του 2018. Οχι διότι τα όποια αποτελέσματα θα συμπεριληφθούν στα οικονομικά μεγέθη που θα χρησιμοποιηθούν για τη διενέργεια των ελέγχων, αλλά επειδή θα επηρεάσουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ως προς τις υποθέσεις που θα υιοθετήσει στις επερχόμενες ασκήσεις αντοχής.
Τραπεζική πηγή επισημαίνει ότι «όσο πιο αποτελεσματικοί κριθούν οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι στην ανάκτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους επόμενους μήνες τόσο πιο χαλαρή θα είναι η ΕΚΤ κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης ως προς τις αντοχές τους σε περίπτωση νέας κρίσης». Οπως εξηγεί ο ίδιος, ο μεγάλος κίνδυνος είναι να διαφανεί από τις επιδόσεις των τραπεζών ότι δεν τα καταφέρνουν στη μείωση των προβληματικών χορηγήσεων και η Ευρωτράπεζα να «στήσει» τα stress tests με τρόπο που να οδηγεί σε κεφαλαιακές ανάγκες.
Αμεση πώληση NPEs
Για παράδειγμα, προσθέτει σχετικά η ίδια πηγή, αν δεν πειστεί ο επόπτης για την ικανότητα των τραπεζών να πιάσουν τους στόχους για τις επισφάλειες, είναι πιθανό στο ακραίο σενάριο της άσκησης να υποθέσει ότι θα πρέπει να πουληθούν όλα τα «κόκκινα» δάνεια σε οποιαδήποτε τιμή, μέσα σε διάστημα ενός έτους.
Σε μια τέτοια περίπτωση τα 100 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων δεν θα μπορούσαν να «πιάσουν» στην αγορά περισσότερα από 30 δισ. ευρώ. Αρα η ζημιά που θα προέκυπτε είναι πιθανό να έφτανε ακόμα και τα 40 δισ. ευρώ, οδηγώντας τα ίδια κεφάλαια του συστήματος σε αρνητικό έδαφος, στα -10 δισ. ευρώ. Οσο δηλαδή και οι ανάγκες που εκτιμά και το ΔΝΤ…
Πόσο πιθανό είναι όμως αυτό το σενάριο; Εμπειρο τραπεζικό στέλεχος εκτιμά ότι τα πράγματα θα πρέπει να πάνε πολύ στραβά για να επαληθευτεί αυτή η πρόβλεψη. Σύμφωνα με προσομοίωση των stress tests που έχει ζητήσει από τη θυγατρική χρηματιστηριακή εταιρεία του ομίλου, οι εκτιμήσεις είναι μάλλον αισιόδοξες.
Ακόμα και αν υιοθετηθούν τα σενάρια των ασκήσεων του 2015 (ύφεση 4% εφέτος, 2% το 2018 και αναιμική ανάπτυξη 1% το 2017) και διεξαχθεί νέος έλεγχος της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών (AQR), το σύστημα θα χρειαζόταν μια νέα ανακεφαλαιοποίηση της τάξης των 3-4 δισ. ευρώ, καθώς οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας θα υποχωρούσαν στο 5% από το 17% σήμερα.
Γιατί υπάρχει αισιοδοξία
Ωστόσο θεωρεί σίγουρο ότι αν κλείσει εγκαίρως η τρίτη αξιολόγηση και συνεχιστεί η βελτίωση στην οικονομία, τα νέα stress tests θα διεξαχθούν με πολύ καλύτερους όρους σε σχέση με το 2015. Συγκεκριμένα:

–AQR. Η ΕΚΤ έχει συμφωνήσει με το ΔΝΤ να μη διεξαχθούν νέοι έλεγχοι αυτού του τύπου στις ελληνικές τράπεζες, με αντάλλαγμα οι ασκήσεις προσομοίωσης να γίνουν σε μεγαλύτερο βάθος.

–Το αρνητικό σενάριο. Ο επόπτης δεν μπορεί να υιοθετήσει ένα τόσο ακραίο σενάριο για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, η οποία έχει κινηθεί πολύ σε σχέση με την άσκηση του 2015. Με δεδομένη τη μακροοικονομική βελτίωση που καταγράφεται, οι υποθέσεις θα είναι σαφώς βελτιωμένες για τον τραπεζικό κλάδο το 2018.

–Θέμα αξιοπιστίας. Οι τραπεζίτες θεωρούν ότι θα ήταν σοβαρό πλήγμα για την αξιοπιστία της ΕΚΤ να υιοθετούσε σενάρια που θα οδηγούσαν σε υψηλό κεφαλαιακό έλλειμμα, καθώς θα ήταν σαν να ομολογούσε ότι δεν έκανε καλά τη δουλειά της στα stress tests του 2015.

–Ο χρόνος κάλυψης των αναγκών. Ενα ακόμα σημαντικό στοιχείο είναι ότι σε αυτές τις ασκήσεις δεν θα υπάρξει δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων, εκτός και αν κάποια τράπεζα είχε σοβαρό πρόβλημα. Η ΕΚΤ αναμένεται να συζητήσει με κάθε ίδρυμα ξεχωριστά τα ευρήματα της άσκησης και να εξετάσει με τη διοίκησή του τον τρόπο κάλυψης των ενδεχόμενων ελλειμμάτων σε ένα εύλογο βάθος χρόνου, της τάξης των δύο ετών. Αρα αποκλείονται οι άμεσες αυξήσεις κεφαλαίου, ενώ το όποιο κενό θα μπορούσε να καλυφθεί και με μείωση του ενεργητικού των τραπεζών.
Τα νέα πρότυπα για τα «κόκκινα» δάνεια και οι προβλέψεις

Ελεγχόμενες θεωρούν οι τραπεζικές διοικήσεις ότι θα είναι οι πιέσεις στα αποτελέσματά τους και στην κεφαλαιακή τους επάρκεια από τους νέους κανονισμούς που θα εφαρμοστούν τον νέο χρόνο σε σχέση με την κάλυψη των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους. Οι δύο νέοι μηχανισμοί που θα τεθούν σε ισχύ από τον ερχόμενο Ιανουάριο είναι οι εξής:

– Λογιστικά Πρότυπα IFRS 9. Με βάση όσα ισχύουν σήμερα, μόνο εάν υπάρχει κάποιο πιστωτικό γεγονός οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να σχηματίζουν προβλέψεις. Με τα νέα πρότυπα που θα τεθούν σε ισχύ θα πρέπει να καλύπτουν ακόμη και εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία ωστόσο εμφανίζουν αυξημένες πιθανότητες να συμπληρώσουν τρεις συνεχείς μήνες καθυστέρησης.
Μικρότερες προβλέψεις θα εφαρμόζονται σε «πράσινα» δάνεια, για τα οποία εκτιμάται ότι μέσα στους επόμενους μήνες ο δανειολήπτης μπορεί να έχει πρόβλημα στις αποπληρωμές. Εκεί η επιβάρυνση θα είναι συμβολική.
Στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα που δεν εξυπηρετούνται για διάστημα 30-90 ημερών, η επιβάρυνση θα είναι σαφώς μεγαλύτερη. Από εκεί θα προέλθει το μεγαλύτερο ποσοστό των προβλέψεων που θα αναγκαστούν να πάρουν οι τράπεζες.
Σύμφωνα με τις εσωτερικές μετρήσεις που έχουν κάνει οι τράπεζες, η επίπτωση από τα IFRS9 θα είναι της τάξεως των 4 δισ. ευρώ. Το κόστος αυτό θα επιβαρύνει τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας σε βάθος 5ετίας και όχι άμεσα. Αρα δεν δημιουργεί ανάγκη για νέες αυξήσεις κεφαλαίου, τουλάχιστον σε πρώτη φάση.
– Νέες κατευθυντήριες οδηγίες ΕΚΤ. Ο επόπτης από τη νέα χρονιά, εάν περάσει το σχέδιο που έχει δώσει σε δημόσια διαβούλευση ως έχει, υποχρεώνει τα πιστωτικά ιδρύματα να καλύπτουν μέσα σε μία διετία το 100% ενός ανοίγματος που καθίσταται μη εξυπηρετούμενο μέσω προβλέψεων. Αν το δάνειο είναι ακάλυπτο, η προσαρμογή θα πρέπει να γίνει εντός 2 ετών. Αν είναι καλυμμένο, μέσα σε 7 χρόνια, χωρίς ωστόσο να λαμβάνεται υπ’ όψιν η αξία των ενεχύρων που έχει η τράπεζα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ