Στα τέλη του περασμένου μήνα οι Αρχές των ΗΠΑ, της Ελβετίας και της Νότιας Κορέας παρενέβησαν (φυσικά η καθεμία ανεξάρτητα) για να εμποδίσουν τις «δημόσιες προσφορές νομισμάτων», όπως τις λένε, τις οποίες είχαν εξαγγείλει στις τρεις αυτές χώρες νεοφυείς εταιρείες. Πρόκειται για μια νέα και ελκυστική μέθοδο άντλησης κεφαλαίων που χρησιμοποιούν οι startups, η οποία όμως είναι τόσο ριψοκίνδυνη που προκάλεσε απαγορευτικές παρεμβάσεις σε χώρες οι οποίες μόνο για κυνήγι της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας δεν μπορούν να κατηγορηθούν.

«Το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2017 διάφορα προγράμματα δημόσιας προσφοράς νομισμάτων άντλησαν από επενδυτές πάνω από 1,5 δισ. δολάρια» γράφει στους «New York Times» ο Ναθάνιελ Πόπερ επικαλούμενος έρευνα της CB Insights. Τα χρήματα αυτά τα εισέπραξαν νεοφυείς, κατά συντριπτική πλειονότητα, εταιρείες, εκδίδοντας και πουλώντας νέα εικονικά νομίσματα. Νομίσματα ανάλογα με το γνωστό τοις πάσι bitcoin, με τη διαφορά ότι χρησιμοποιούνται μόνο εντός του πλαισίου των προγραμμάτων με τα οποία συνδέονται.
Εικονικές μάρκες
Μια startup, ας πούμε, η οποία βέβαια το… τερμάτισε, πούλησε εικονικές μάρκες του καζίνου που επρόκειτο να ανοίξει. Χρηματοδότησε, δηλαδή, την ανέγερση και λειτουργία του καζίνου πουλώντας μάρκες με υποσχετική ότι όταν (και αν…) ανοίξει το καζίνο ο κάτοχός τους θα μπορεί να ποντάρει με αυτές. Φυσικά, αν θέλει, ο αγοραστής των εικονικών μαρκών μπορεί να τις μεταβιβάσει σε κάποιον άλλο τζογαδόρο, ο οποίος έχοντας εμπιστοσύνη στην τύχη του πιθανότατα θα τις αγοράσει με κάποιο premium! Οι μοντέρνες startups συνηθίζουν όλο και συχνότερα να βρίσκουν χρηματοδότηση μέσω πωλήσεων κρυπτονομισμάτων που εκδίδουν σαν να πρόκειται για εταιρικά ομόλογα –η έκδοση των οποίων είναι, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, δύσκολη έως αδύνατη υπόθεση για μια νεοφυή επιχείρηση.
Η νέα αυτή αγορά πάντως έχει απογειωθεί προσελκύοντας επενδυτές σε ολόκληρο τον κόσμο. Και λειτουργεί μέχρι στιγμής δίχως κανέναν έλεγχο από κάποια εποπτική αρχή.
Καμία πρωτοβουλία
Στις ΗΠΑ η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) προειδοποίησε τον περασμένο Ιούλιο ότι πολλές από αυτές τις δημόσιες προσφορές πιθανότατα παραβιάζουν τη νομοθεσία. Ωστόσο η αμερικανική εποπτική υπηρεσία δεν είχε πάρει τότε καμία πρωτοβουλία εναντίον κάποιου πιθανού παρανομούντος. Στα τέλη Σεπτεμβρίου η SEC βρήκε τον πρώτο στόχο της στο πρόσωπο του Μαξίμ Ζασλάφσκι, εκδότη δύο εικονικών νομισμάτων που «υποτίθεται ότι στηρίζονται από επενδύσεις σε ακίνητα και σε διαμάντια», όπως χαρακτηριστικά γράφουν οι «ΝΥΤ».
Ο Ζασλάφσκι καθησύχασε τους επενδυτές που τον εμπιστεύθηκαν λέγοντας ότι έχει μια ομάδα από δικηγόρους, χρηματιστές και λογιστές που «τρέχουν» το πρόγραμμά του. Πολύ γρήγορα αποκαλύφθηκε ότι ο ηλικίας 38 ετών επιχειρηματίας από το Μπρούκλιν «ούτε είχε προσλάβει ούτε είχε συμβουλευθεί κάποιον». Η SEC τον κατηγόρησε για απάτη και ζήτησε το πάγωμα των περιουσιακών του στοιχείων.
«Μικρό ψάρι»
Ο Ζασλάφσκι είναι πάντως «μικρό ψάρι». Από τις πωλήσεις του «bitcoin» του που συνδέεται με ακίνητα εισέπραξε μόλις 300.000 δολάρια. Η μεγαλύτερη δημόσια προσφορά εικονικού νομίσματος από ιδρυτή startup εταιρείας κατάφερε να αντλήσει από την αμερικανική αγορά πάνω από 200 εκατ. δολάρια! Μεγάλα είναι τα ποσά που αντλούν καινοτόμοι startuppers και στη Νότια Κορέα, όπου η εκεί Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνέλαβε ήδη άτομα με την κατηγορία της εξαπάτησης επενδυτών.
Αλλά και στην Ελβετία οι Αρχές ανακοίνωσαν ότι ερευνούν «έναν αριθμό υποθέσεων έκδοσης εικονικών νομισμάτων για να διαπιστώσουν αν έχει παραβιαστεί ο νόμος». Η ανακοίνωση προκάλεσε την κάθετη πτώση των τιμών πολλών κρυπτονομισμάτων. Δεν τρόμαξε όμως πολλούς, αφού την αμέσως επόμενη εβδομάδα «πάνω από δύο ντουζίνες ανάλογων προγραμμάτων ξεκίνησαν να αντλούν κεφάλαια», σημειώνουν οι «NYT».
Mια σύγκρουση αξιών της εποχής

Η παγκόσμια επιτυχία της μεθόδου χρηματοδότησης νεοφυών εταιρειών μέσω της έκδοσης κρυπτονομισμάτων καταδεικνύει την ασυγκράτητη ροπή των όπου γης επενδυτών για την ανάληψη κινδύνων. Εν προκειμένω βέβαια, η επένδυση σε εικονικά νομίσματα που βασίζονται σε αξίες που θα προκύψουν (αν προκύψουν…) υπό προϋποθέσεις στο μέλλον δεν διαφέρει πολύ από τις «επενδυτικές πυραμίδες». Από τα διαβόητα «αεροπλανάκια» δηλαδή.

Ωστόσο και για την πλειονότητα των ιδρυτών μιας startup, η εταιρεία τους έχει επιτελέσει την αποστολή της από τη στιγμή που θα βρουν αγοραστή για να την πουλήσουν και να την ξεφορτωθούν. Από τη στιγμή, δηλαδή, που θα πετάξουν σε κάποιον άλλον τον μουντζούρη. Οπως δείχνουν οι στατιστικές άλλωστε, μόνο μία στις πέντε νεοφυείς επιβιώνει είτε αυτοδυνάμως είτε ως θυγατρική κάποιας άλλης που την εξαγόρασε – και φυσικά παύει να είναι startap…
Ετσι προκύπτει μια σύγκρουση θεμελιωδών αξιών της εποχής μας. Διότι η αξία που αδιαμφισβήτητα συνιστά η έννοια της σύστασης μιας startup (στη συνείδηση της αγοράς είναι η πιο σύγχρονη εκδήλωση της καινοτόμου επιχειρηματικότητας) συγκρούεται με την επίσης αδιαμφισβήτητη αξία που συνιστά η έννοια της βιωσιμότητας σε κάθε οικονομική δραστηριότητα (βιώσιμη ανάπτυξη μιας οικονομίας ή μιας εταιρείας, βιώσιμο χρέος κ.λπ.). Aρα υπ’ αυτή την έννοια η «βιώσιμη startap» εμπεριέχει μια αντίφαση, ένα μάλλον οξύμωρο σχήμα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ