Βερολίνο

Προτίμησαν να αποφύγουν το άμεσο κραχ. Τα προεδρεία των κοινοβουλευτικών ομάδων των δυο κυβερνητικών κομμάτων, των Χριστιανοδημοκρατών και των Σοσιαλδημοκρατών, συμφώνησαν την Τρίτη στο Βερολίνο να μην φέρουν στην Ολομέλεια της γερμανικής Βουλής το θέμα της (μη) οικονομικής συμμετοχής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.

«Η απόφαση θα ληφθεί την ερχόμενη εβδομάδα από την Επιτροπή Προϋπολογισμού της Βουλής» εξήγγειλε περιχαρής ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών Φόλκερ Κάουντερ. Κατόπιν εισήγησης του υπουργείου οικονομικών, πρόσθεσε, ο πρόεδρος του κοινοβουλίου Νόρμπερτ Λάμερτ και οι δυο κυβερνητικοί εταίροι συμφώνησαν, ότι η προσωρινή, όπως ονομάζεται από τους Χριστιανοδημοκράτες, αποχή του ΔΝΤ από το οικονομικό πρόγραμμα δεν προξενεί ουσιώδη μεταβολή στην ισχύουσα νομοθεσία και ότι συνεπώς αρκεί μία απόφαση της επιτροπής προϋπολογισμού για να κλείσει το θέμα.

Είχε προηγηθεί πολυήμερος πόλεμος ανακοινώσεων μεταξύ των δυο κομμάτων, κατά τον οποίο οι Σοσιαλδημοκράτες μιλούσαν για «ουσιώδη» αλλαγή και άφηναν ανοικτή τη συζήτηση του θέματος στη Βουλή, ενώ, αντιθέτως, οι χριστιανοδημοκράτες συνάδελφοί τους επέμεναν στο τουναντίον.

Ο πόλεμος δεν έχει καταλαγιάσει όμως εντελώς. Σε σημερινή ανακοίνωσή του ο εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών στην Επιτροπή Προϋπολογισμού Γιοχάνες Κάαρς αποδίδει την ευθύνη για την αποχή του ΔΝΤ στο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος είχε υποσχεθεί τέτοια συμμετοχή ήδη από το 2015. Αυτό, προσθέτει, είναι εμφανώς δυσάρεστο και στη δική του κοινοβουλευτική ομάδα.

Η τελευταία, για λόγους κομματικής ενότητας, ήθελε να «ξεμπερδεύει» με το θέμα ήδη αύριο, Τετάρτη, στην Επιτροπή Προϋπολογισμού. Αυτό αποδείχθηκε ωστόσο ανέφικτο, επειδή τα μέλη της Επιτροπής, που πήραν στα χέρια μόλις την Δευτέρα τα πολυσέλιδα έγγραφα από το Eurogroup, δεν είχαν επαρκή χρόνο για να τα μελετήσουν. Γι αυτό και προσέκρουσε στην αντίσταση των Σοσιαλδημοκρατών που επέβαλαν την αναβολή της συζήτησης για την επόμενη εβδομάδα.

Η ανακοίνωση του κ.Κάαρς καταλήγει με τη διαπίστωση: «Όποιος θέλει μαζί του το ΔΝΤ, δεν μπορεί να παραγνωρίζει για πολύ καιρό την άποψή του για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Η παρελκυστική τακτική του Σόιμπλε μεγεθύνει την ανασφάλεια για το μέλλον της Ελλάδας, και αυτή η ανασφάλεια εμποδίζει τις επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη».

Πηγή του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος κρίνει, ότι τελικά το θέμα θα μείνει στην Επιτροπή Προϋπολογισμού. Κι αυτό επειδή και οι δυο κυβερνητικοί εταίροι θέλουν καταρχάς να αποφύγουν την «κόντρα» για το ΔΝΤ και την Ελλάδα ενόψει των εκλογών της 24ης Σεπτεμβρίου. Από την άλλη ωστόσο, προσθέτει, μια υποτροπή στην πολεμική δεν αποκλείεται, σε περίπτωση που ένα από τα δυο κόμματα θεωρήσει, ότι το «ελληνικό χαρτί» το συμφέρει στον επερχόμενο προεκλογικό αγώνα. Σε τέτοια περίπτωση θα έφερνε το θέμα στην Ολομέλεια αγνοώντας το γεγονός, ότι αυτό θα έβαζε – τους τρεις τελευταίους μήνες της θητείας του! – σε σοβαρή δοκιμασία την ύπαρξη του «μεγάλου συνασπισμού».

Το κραχ, συνοψίζει, δεν είναι πολύ πιθανό σενάριο, εξακολουθεί όμως να καραδοκεί στη γωνία.

Τη «διάγνωση» των Σοσιαλδημοκρατών την είχε εκφράσει ήδη την περασμένη Παρασκευή ο αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής τους ομάδας Κάρστεν Σνάιντερ. «Ο Σόιμπλε μπλοκάρει προκειμένου να μεταθέσει το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους για μετά τις εκλογές και να μην αποκαλύψει έτσι στο γερμανικό κοινό το τίμημα που θα κληθεί αυτό να καταβάλει» είπε.

Το τίμημα αυτό, σύμφωνα με τον επίσης σοσιαλδημοκράτη βουλευτή Έβαλντ Σούρερ θα είναι μεγάλο και θα ξεπερνά κατά πολύ τις απλές «ελαφρύνσεις». «Χωρίς ονομαστικό „κούρεμα“ του χρέους δεν γίνεται» λέει. Και με αυτό συμφωνεί και ο χριστιανοδημοκράτης συνάδελφός του Νόρμπερτ Μπράκμαν, καθώς και άλλοι βουλευτές του κυβερνητικού στρατοπέδου. Επικεφαλής των «κομμωτών», ειρήσθω εν παρόδω, είναι ο ίδιος ο κ.Σόιμπλε, ο οποίος για πολλά χρόνια υποστήριζε, ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι με τίποτα βιώσιμο– γι αυτό εξάλλου επιδίωξε επανειλημμένως το grexit, την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.

Το γεγονός, ότι τον τελευταίο καιρό υποστηρίζει το αντίθετο (και εκθειάζει μάλιστα την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα για τη συνέπειά της) οφείλεται προφανώς σε λόγους αυτοσυντήρησης – μια νέα στροφή του θα ισοδυναμούσε με την ομολογία της πλήρους αποτυχίας της τρέχουσας πολιτικής του.

Και μόνο τα παραπάνω δείχνουν, ότι μετά τις εκλογές τα χαρτιά θα αναμιχθούν εκ νέου, οι ομηρικοί καυγάδες των τελευταίων μηνών θα ξεχαστούν γρήγορα, το ίδιο και οι επίμαχες αποφάσεις στο Eurogroup και αλλού. Η ελάφρυνση και όχι μόνο, γνέφει από κοντά – ακόμα και στην όχι απίθανη περίπτωση, που ο κ.Σόιμπλε παραμείνει υπουργός οικονομικών.

Και αυτή η σχετικά σίγουρη προοπτική ίσως παρακινήσει τους Σοσιαλδημοκράτες να αποφύγουν τελικά την ερχόμενη εβδομάδα τη σύγκρουση με τους κυβερνητικούς εταίρους στη Βουλή – και να αποδεχθούν, η συζήτηση για το ΔΝΤ να γίνει μόνο στην Επιτροπή Προύπολογισμού και όχι στην Ολομέλεια του κοινοβουλίου.