«Αυξημένες θέσεις» στις μετοχές της ευρωζώνης διατηρούν οι διαχειριστές διεθνών funds καθώς, όπως αναφέρεται, ο πολιτικός κίνδυνος έχει ξεθωριάσει, τα ασφάλιστρα κινδύνου εξακολουθούν να είναι ελκυστικά, το πρόγραμμα «τυπώματος χρήματος» των 2,3 τρισ. ευρώ συνεχίζει να στηρίζει τις οικονομίες ενώ οι εισροές διεθνών κεφαλαίων στην περιοχή συνεχίζονται και αναμένεται να ξεπεράσουν τα 100 δισ. δολάρια το επόμενο διάστημα.

Με βάση έρευνα της Bank of America Merrill Lynch, μεταξύ των διαχειριστών διεθνών funds, το 20% αυτών θεωρεί ότι ευρωπαϊκές μετοχές κινούνται ακόμη σε υποτιμημένη ζώνη ενώ το 58% των funds διατηρεί «αυξημένες θέσεις» στις ευρωπαϊκές μετοχές.
Από την άλλη πλευρά, σε παγκόσμιο επίπεδο, αρκετοί διαχειριστές κεφαλαίων θεωρούν πλέον πως οι μετοχές βρίσκονται σε υπερτιμημένα επίπεδα. Ειδικότερα το 44% (το υψηλότερο ποσοστό από το 1998) των διαχειριστών διεθνών funds στην έρευνα έναντι 37% πριν από έναν μήνα θεωρεί ότι οι μετοχές παγκοσμίως είναι πλέον ακριβές ενώ το 18% πιστεύει πως βρίσκονται σε επίπεδα «φούσκας». Οι μετοχές των ΗΠΑ θεωρούνται δε, από το 84% των διαχειριστών, ως η πιο υπερτιμημένη αγορά μετοχών στον κόσμο.
Αν και μετά και την ολοκλήρωση των πρώτων 100 ημερών της προεδρίας Τραμπ οι προσδοκίες (πακέτο δημοσιονομικής επέκτασης, μειώσεις φόρων) των επενδυτών που οδήγησαν σε ράλι τις αγορές έχουν φθίνει, εν τούτοις οι επενδύσεις ρίσκου συνέχισαν τα προσφέρουν κέρδη. Οι κεφαλαιαγορές πάντως γίνονται όλο και πιο επιφυλακτικές όσον αφορά την ικανότητα του Τραμπ να εφαρμόσει την αναπτυξιακή του ατζέντα και αρκετοί αναλυτές θεωρούν ότι οι αγορές δεν προεξοφλούν ικανοποιητικά τον πολιτικό κίνδυνο των ΗΠΑ.
Συνολικά τα κέρδη των μετοχών παγκοσμίως όπως αποτυπώνονται στον παγκόσμιο δείκτη MSCI World ξεπερνούν εφέτος το 10% ενώ το ράλι στις ΗΠΑ συνεχίζεται, αν και βασίζεται σε έναν περιορισμένο αριθμό μετοχών που προέρχονται κυρίως από τον κλάδο της πληροφορικής και της τεχνολογίας, οι αποτιμήσεις των οποίων απέχουν ακόμη από τη φούσκα του 1990. Οταν ρίχνουμε μια πιο προσεκτική ματιά στα τρία μεγαλύτερα ονόματα βλέπουμε ότι η Apple, το Facebook και η Alphabet πρόσθεσαν συνολικά ενεργητικό 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αντιπροσωπεύοντας το 27% της συνολικής αύξησης της κεφαλαιοποίησης της αγοράς των ΗΠΑ την εφετινή χρονιά.
Για τους αναλυτές της Citi, η παγκόσμια οικονομία κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6-12 μηνών κινείται περισσότερο με βάση το σενάριο «Goldilocks», σύμφωνα με το οποίο ο κόσμος θα μπορούσε να επιτύχει ικανοποιητική ανάπτυξη με ελεγχόμενο πληθωρισμό. Τα υψηλά επίπεδα χρέους αλλά και η (γεω)πολιτική συνεχίζουν ωστόσο να προβληματίζουν, ενώ τρεις κίνδυνοι (ισχυροποίηση του δολαρίου, Κίνα και αρνητικές συνθήκες μόχλευσης και ρευστότητας) θα μπορούσαν να μεταβάλουν άρδην το επενδυτικό τοπίο.
Εν τω μεταξύ, οι αναδυόμενες αγορές βάσει του παγκόσμιου δείκτη MSCI EM σημειώνουν κέρδη 17% εφέτος καθώς τόσο η οικονομική ανάπτυξη όσο και η μεγέθυνση των εταιρικών κερδών στον αναδυόμενο κόσμο βελτιώνονται εδώ και αρκετά τρίμηνα. Η αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου, η οποία υπήρξε η βασική κινητήριος δύναμη αυτής της τάσης, δείχνει σημάδια ότι έχει ήδη κορυφωθεί αλλά πιθανώς δεν θα επιδεινωθεί κατά πολύ. Η ήπια εξασθένηση των μακροοικονομικών στοιχείων της Κίνας είναι πιθανό να συνεχιστεί αλλά αναμένεται ότι η επιβράδυνση της μεγαλύτερης μηχανής ανάπτυξης στον κόσμο θα είναι περιορισμένη. Πάντως, οι κινεζικές αρχές άρχισαν να εφαρμόζουν αυστηρότερες πολιτικές, αρχικά εστιάζοντας στο real estate αλλά αργότερα και στο σκιώδες πιστωτικό σύστημα που λειτουργεί στην ευρύτερη οικονομία. Από τότε η πιστωτική επέκταση επιβραδύνθηκε κατά περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες και οι δείκτες τιμών ακινήτων έχουν αμβλυνθεί.
Τέλος, όσον αφορά την πολιτική και τη (γεω)πολιτική κονίστρα οι αναλυτές σημειώνουν, πέρα από τις αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της αμερικανικής κυβέρνησης, την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής, τις ιταλικές εκλογές, τις διαρκείς συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και τον απρόβλεπτο χαρακτήρα του καθεστώτος της Βόρειας Κορέας ενώ μια κυβερνοεπίθεση θα μπορούσε ενδεχομένως να δράσει υπονομευτικά σε παγκόσμια κλίμακα.

Η Κίνα στο επίκεντρο των επενδυτών

Η Κίνα παραμένει στο επίκεντρο αναλυτών και επενδυτών καθώς η άνοδος των επιτοκίων στις ΗΠΑ θα καταστήσει ελκυστικότερες τις επενδύσεις σε δολάρια. Συνεπώς, είναι πιθανόν να ενισχυθεί η πίεση στο γουάν. Προς την ίδια κατεύθυνση συνηγορεί και η εξέλιξη του λόγου της συνολικής χρηματοδότησης της κινεζικής οικονομίας ως προς τα συναλλαγματικά διαθέσιμα.

Με την προϋπόθεση ότι η αμερικανική πολιτική απέναντι στα κινεζικά προϊόντα δεν θα μεταβληθεί σημαντικά, οι αναλυτές δεν αναμένουν το 2017 ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στην ακολουθούμενη οικονομική πολιτική ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να κινηθεί περί το 6%. Ωστόσο, δεν αποκλείεται περαιτέρω συρρίκνωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων στην περίπτωση που ενισχυθεί η πίεση στο γουάν προκειμένου να αποφευχθεί εντονότερη διολίσθησή του από το επιθυμητό.

Η Moody’s επισήμανε τη σταδιακή υπονόμευση των πιστωτικών συνθηκών της Κίνας, ιδιαίτερα την αύξηση της δανειακής επιβάρυνσης (μόχλευσης) στο σύνολο της οικονομίας. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ενδέχεται να επιβραδύνουν αλλά όχι να διακόψουν την αύξηση της μόχλευσης σύμφωνα με τη Moody’s. Η κίνηση αυτή θέτει την Κίνα στο ίδιο επίπεδο με την Ιαπωνία και τη Σαουδική Αραβία.

Ο αντίκτυπος της υποβάθμισης

Πιστεύεται ότι ο αντίκτυπος της υποβάθμισης από τη Moody’s θα είναι περιορισμένος και ήπιος. Εκτός από τα δυνατά σημεία της κινεζικής οικονομίας, όπως αναγνωρίζεται, το εξωτερικό χρέος της Κίνας (περίπου στο 12% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το ΔΝΤ) παραμένει αρκετά χαμηλό με βάση τα διεθνή πρότυπα.

Μετά την υποβάθμιση, η αντίδραση της αγοράς μέχρι στιγμής ήταν επίσης σχετικά ήπια, με το κινεζικό νόμισμα να διολισθαίνει ελαφρώς έναντι του δολαρίου.

Η Κίνα θα πραγματοποιήσει το 19ο Εθνικό Συνέδριο αυτό το φθινόπωρο. Αναμένεται από την κυβέρνηση να διατηρήσει ένα σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον που θα διευκολύνει τον ομαλό ανασχηματισμό της ηγεσίας.

Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ έχει ήδη καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για την επέκταση της εγχώριας κατανάλωσης και την προώθηση μιας μορφής ανάπτυξης με μικρότερο δανεισμό (π.χ. μέσω της χρήσης του Διαδικτύου και άλλων προηγμένων τεχνολογιών).

Οι πιο ευαίσθητες πολιτικά προκλήσεις και άλλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία είναι πιθανό να αντιμετωπισθούν μετά την εδραίωση της ηγεσίας το φθινόπωρο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ