Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ είπε την αλήθεια. Μετά το Eurogroup της Δευτέρας στις μεταμεσονύκτιες δηλώσεις του αρνήθηκε να αποκαλύψει ποια θέση (δηλαδή ποιες παραδοχές για το ρυθμό ανάπτυξης και το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων και ποια μέτρα θα απαιτηθούν για να γίνει βιώσιμο το ελληνικό χρέος) υποστήριξε η κάθε πλευρά, έτσι ώστε να αφήσει το περιθώριο να γεφυρωθούν οι διαφορές στο επόμενο Eurogroup στις 15 Ιουνίου.
Πράγματι στη συνεδρίαση αυτή, η πρώτη που ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με το χρέος μετά τη θετική εισήγηση για κλείσιμο της αξιολόγησης από τον πρόεδρο του EuroWorking Group Τόμας Βίζερ και τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού γραφείου του ΔΝΤ Πόουλ Τόμσεν, οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης και οι επιτελείς τους έβαλαν στο τραπέζι όλες τις «ασκήσεις» και τα σενάρια προκειμένου να προσδιορίσουν το «σημείο βιωσιμότητας» του ελληνικού χρέους.
Η εργασία ήταν επίπονη, οι experts σε ζητήματα διαχείρισης χρέους που καθόταν γύρω από το τραπέζι και πίσω από τους υπουργούς πολυάριθμοι, και οι αριθμοί άπειροι αφού όλοι προσπαθούσαν να προσδιορίσουν που θα βρίσκεται το ελληνικό χρέος το 2060!!!
Για να μιλήσουμε στη γλώσσα των ειδικών το ζητούμενο ήταν το DSA – Debt Sustainability Analysis – του ελληνικού χρέους.
Οι παρεμβάσεις, τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους ή η αναδιάρθρωση του χρέους – αυτά που περιμένει η ελληνική κυβέρνηση και όλοι – ήταν το δεύτερο σκέλος.
Σ΄αυτό, λοιπόν, το πλαίσιο και στις εννέα ώρες συνεδρίασης βγήκαν πολύτιμα συμπεράσματα κι ας μην υπήρξε λύση.
Έτσι τουλάχιστον υποστηρίζουν, και δικαίως, όσοι συμμετείχαν σ΄αυτή τη διαδικασία την οποία περιέγραψαν μετά τον κ. Ντάισελμπλουμ, ο Πιέρ Μοσκοβισί κι ο Κλάους Ρέγκλινγκ.
Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες από τις «ασκήσεις» που έγιναν προέκυψαν τα εξής συμπεράσματα:
-Αν υιοθετηθεί ο εξωπραγματικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης των δυόμισι μονάδων (2,6%) του ΑΕΠ για την περίοδο 2022-2060 δεν χρειάζεται επί της ουσίας κάποια παρέμβαση για τη βιωσιμότητα του χρέους.
-Αν υιοθετηθεί στόχος κάτω από 2% του ΑΕΠ, όπως ζητά το ΔΝΤ, θα απαιτηθεί ελάφρυνση, με μέτρα τέτοια που θα ισοδυναμούν με «κούρεμα».
Επομένως ο καθορισμός του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα σ΄ένα ποσοστό ανάμεσα στο 2% και 2,2% του AEΠ θα μπορούσε να ικανοποιήσει τις εμπλεκόμενες πλευρές και κυρίως Βερολίνο και ΔΝΤ, αφού σε μια τέτοια περίπτωση τα αναγκαία μέτρα ελάφρυνσης θα ήταν σχετικά περιορισμένα.
Οι αποκαλύψεις του Reuters

Σ΄αυτή την ατμόσφαιρα η αποκάλυψη εγγράφου του ESM από το Reuters έχει τη σημασία του.
Ένα σενάριο που εξετάστηκε προβλέπει μέση ανάπτυξη 1,3% ως το 2060 και πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2,2% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με αυτό η μεγαλύτερη δυνατή ελάφρυνση χρέους που εξετάζεται είναι είναι η επέκταση των λήξεων των δανείων του EFSF (του δεύτερου μνημονίου) προς την Ελλάδα κατά 17,5 έτη (από 32,5 που είναι η μέση διάρκεια) έτσι ώστε οι λήξεις να φτάνουν έως το 2080.
Επίσης ο ESM θα διευκολύνει την Ελλάδα έτσι ώστε όλες οι πληρωμές που προκύπτουν για το κόστος δανεισμού (εφ΄όσον τα επιτόκια των δανείων υπερβαίνουν το 1%) να μεταφερθούν έως το 2050 και η διαφορά να κεφαλαιοποιηθεί με βάση το κόστος δανεισμού του ESM.
Ένα άλλο, σενάριο στηριζόμενο στις παραδοχές του ΔΝΤ προβλέπει μέση ανάπτυξη 1% και πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% από το 2023 και μετά. Σύμφωνα με αυτό το ελληνικό χρέος θα διευρυνθεί από το 2022 και μετά και θα εκτοξευθεί στο 226% του ΑΕΠ το 2060.
Για να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος με τις παραδοχές του ΔΝΤ θα πρέπει η ευρωζώνη να δώσει στην Ελλάδα ελάφρυνση χρέους μεγαλύτερη από αυτή που προσφέρθηκε το 2016, κάτι που απορρίφθηκε.
Ένα τρίτο σενάριο, συμβιβάζει το πρώτο και το δεύτερο, εκτιμά μέση οικονομική ανάπτυξη 1,25% και πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022 και 1,8% για το διάστημα 2023-2060.
Βάση αυτού του σεναρίου, το ελληνικό χρέος μπορεί να γίνει βιώσιμο με επέκταση των λήξεων έως 15 έτη με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080 και «οροφή» 1% στα επιτόκια που θα πρέπει να διασφαλίσει ο ESM κάνοντας προσεκτική -«ντελικάτη» – χρήση των εργαλείων της αγοράς.

Η ελληνική θέση

Με βάση όλα αυτά τα στοιχεία η ελληνική πλευρά θα επανέλθει διεκδικώντας ήπια λύση για το χρέος, χωρίς να επιβαρύνει τους εταίρους επιζητώντας – προφανώς – να επιμηκυνθεί ο χρόνος αποπληρωμής των δανείων, αλλά το κυριότερο να διασφαλίσει όσο το δυνατόν σταθερό κόστος δανεισμού, ώστε να μην ανατραπεί η πορεία πτώσης του χρέους από τον κύκλο ανόδου των επιτοκίων τον οποία όλοι οι ειδικοί προβλέπουν, όταν μάλιστα μιλάμε για τις προοπτικές των επόμενων τεσσάρων δεκαετιών.
Αν κάποιος ήθελε να στοιχηματίσει μια λύση που θα ήταν κοντά στην τρίτη πρόταση (που αποκάλυψε το Reuters) για επέκταση των λήξεων έως 15 έτη με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080 και «οροφή» ή με άλλα λόγια «μηχανισμό σταθεροποίησης» του κόστους δανεισμού από τον ESM είναι κοντά στην πραγματικότητα.
Τουλάχιστον είναι ρεαλιστική και αποδεκτή από τα περισσότερα εμπλεκόμενα μέρη στο ελληνικό δράμα που κάποτε πρέπει να φτάσει στο τέλος του.