Η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί ελάφρυνση χρέους από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης, εάν διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3% του ΑΕΠ για 20 χρόνια, σύμφωνα με εμπιστευτικό έγγραφο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Το έγγραφο, που περιήλθε στην κατοχή του Reuters, προετοιμάστηκε για τις διαπραγματεύσεις των υπουργών του Eurogroup με το ΔΝΤ την περασμένη Δευτέρα.

Βάση του πρώτου σεναρίου, όπως αναφέρεται στο έγγραφο, δεν απαιτείται ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, εάν η Αθήνα καταφέρει να διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ ή υψηλότερα έως το 2032 και πάνω από 3% έως το 2038.
Η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι τέτοια πλεονάσματα για τόσο πολύ καιρό δεν είναι πρωτοφανή. Η Φινλανδία είχε πλεόνασμα 5,7% για 11 έτη το διάστημα 1998-2008, ενώ η Δανία είχε 5,3% για 26 χρόνια μεταξύ 1983- 2008.
Μία δεύτερη επιλογή, που περιλαμβάνεται στο πρώτο σενάριο, είναι η Ελλάδα να λάβει τη μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους, βάση της συμφωνίας του Μαϊου του 2016. Τότε η Αθήνα θα πρέπει να διατηρήσει πλεόνασμα 3,5% έως το 2022, 2% στη συνέχεια και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και μετά 1,5% έως το 2048.

Επέκταση λήξεων

Το έγγραφο αναφέρει ότι η μεγαλύτερη δυνατή ελάφρυνση χρέους που είναι υπό εξέταση είναι η επέκταση των λήξεων των δανείων κατά 17,5 έτη από 32,5 τώρα, με λήξεις έως το 2080.
Ο ESM θα περιορίσει επίσης τις αποπληρωμές των δανείων στο 0,4% του ΑΕΠ έως το 2050 και θα θέσει ανώτατο όριο στο επιτόκιο στο 1% έως το 2050.
Όλες οι πληρωμές για επιτόκια πέραν του 1% θα μεταφερθούν έως το 2050 και η διαφορά θα κεφαλαιοποιηθεί με βάση το κόστος δανεισμού του ESM.
O ESM θα προχωρήσει επίσης στην αγορά των 13 δις ευρώ που χρωστά η Ελλάδα στο ΔΝΤ καθώς τα δάνεια αυτά είναι πολύ ακριβότερα της ευρωζώνης. Όλα αυτά θα διατηρήσουν τις χρηματοδοτικές δαπάνες της Ελλάδας στο 135 του ΑΕΠ έως το 2060 και θα μειώσει το χρέος στο 65,4% του ΑΕΠ το 2060, από περίπου 180% τώρα.
Το πρώτο σενάριο προβλέπει μέση ανάπτυξη 1,3% για την περίοδο αυτή. Το ΔΝΤ πιστεύει ότι ένας τέτοιος ρυθμός ανάπτυξης και οι παραδοχές για τα πρωτογενή πλεονάσματα δεν είναι ρεαλιστικά στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου οι θεσμοί είναι αδύναμοι και η παραγωγικότητα χαμηλή.

Πιο αισιόδοξο το ΔΝΤ

Το δεύτερο σενάριο έχει κτιστεί στηριζόμενο στις παραδοχές του ΔΝΤ για μέση ανάπτυξη 1% και πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% από το 2023, μετά από 5 έτη με 3,5%. Βάσει αυτού το ελληνικό χρέος αυξάνει από το 2022 και φθάνει στο 226% το 2060.
Οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει σε αυτή την περίπτωση να ανακεφαλαιοποίηση και οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα διαμορφωθούν, στα τέλη της δεκαετίας του 2020, άνω της οροφής του 15% του ΑΕ, φθάνοντας άνω του 50% του ΑΕΠ το 2060.
Για να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος με τις παραδοχές του ΔΝΤ θα πρέπει η ευρωζώνη να δώσει στην Ελλάδα ελάφρυνση χρέους μεγαλύτερη από αυτή που προσφέρθηκε το 2016, κάτι που απορρίπτουν οι υπουργοί οικονομικών.
Τον Μάιο του 2016 η ευρωζώνη υποσχέθηκε στην Ελλάδα να επεκτείνει τις λήξεις των δανείων και την περίοδο χάριτος ώστε οι μικτές χρηματοδοτικές δαπάνες της χώρας να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ μετά το 2018 για μεσοπρόθεσμο διάστημα και κάτω από 20% του ΑΕΠ για αργότερα.
Περιλαμβάνει επίσης την αγορά των υπολειπόμενων δανείων του ΔΝΤ από τον ESM και την επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από την διακράτηση ελληνικών ομολόγων.
Όλα αυτά θα γίνουν εάν η Ελλάδα συνεχίσει να εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις και μόνο εάν η ανάλυση δείξει ότι η Αθήνα συνεχίζει να χρειάζεται ελάφρυνση.
Ένα τρίτο σενάριο, συμβιβάζει το πρώτο και το δεύτερο, εκτιμά μέση οικονομική ανάπτυξη 1,25% και πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022 και 1,8% μετά αντί για 2,2% το διάστημα 2023-2060.
Βάση του τρίτου σεναρίου, το ελληνικό χρέος μπορεί να γίνει βιώσιμο με επέκταση των λήξεων κατά 15 έτη με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080, οροφή 1% στα επιτόκια και αποπληρωμή στο 0,4% του ΑΕΠ.