«Αυτή τη φορά, κατ’ εξαίρεσιν, δεν έφεραν την ευθύνη οι Έλληνες (για το γεγονός ότι δεν επετεύχθη συμφωνία). Επρόκειτο για μια μάχη με τους αριθμούς και τις διατυπώσεις. Μέχρι τα μεσάνυχτα διαπραγματεύονταν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης. Κάθε τόσο αποσύρονταν ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο διευθυντής Ευρώπης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πολ Τόμσεν για να συνομιλήσουν. Μεσολαβητικά παρενέβαιναν ο επικεφαλής του Eurogroup Ντάισελμπλουμ όπως επίσης και ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ. Περισσότερες από οκτώ ώρες διαπραγματεύσεων δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Αυτή τη φορά όμως δεν ήταν η ελληνική κυβέρνηση το πρόβλημα. Το αντίθετο. Η κυβέρνηση Τσίπρα εκπλήρωσε όλες της υποχρεώσεις της».

Αυτά γράφει σε άρθρο της η ιστοσελίδα της γερμανικής συντηρητικής εφημερίδας «Die Welt», η οποία υπογραμμίζει το γεγονός ότι «ο Πιερ Μοσκοβισί είπε ότι έχουν εφαρμοστεί οι 105 από τις 140 μεταρρυθμίσεις και σύντομα θα μπορεί να ανακοινώσει ότι όλες οι προϋποθέσεις για την καταβολή της επόμενης δόσης έχουν εκπληρωθεί».

Όπως, όμως, τονίζει η «Welt» «για το ότι οι Έλληνες μολαταύτα θα πρέπει να ανησυχούν για την καταβολή της δόσης, οφείλεται στους δανειστές. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιμένει ότι οι Ευρωπαίοι δανειστές πρέπει να βοηθήσουν την Ελλάδα να εξοφλήσει το βουνό του χρέους της και πιο συγκεκριμένα, ότι θα πρέπει να μειώσουν το βάρος του ελληνικού χρέους» για να διευκρινίσει (η εφημερίδα) ότι ο μεγάλος αντίπαλος αυτής της άποψης «είναι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε. Επέμεινε μέχρι τώρα η συζήτηση για ελαφρύνσεις του χρέους να γίνει μόνον μετά τη λήξη του προγράμματος, δηλαδή το 2018. Το ότι μέχρι τότε θα έχει εκλεγεί η νέα γερμανική Βουλή είναι κάτι το οποίο τον εξυπηρετεί ως χρονικό πλαίσιο».

Ο κ. Σόιμπλε όμως «βρίσκεται σε δίλημμα, αφού θέλει να επιτύχει και τη μελλοντική οικονομική συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Τη Δευτέρα έδειξε διάθεση για συνδιαλλαγή. Για πρώτη φορά συζητήθηκε στο Eurogroup το πώς θα μπορούσε να στηριχθεί η Ελλάδα εάν οι στόχοι του προϋπολογισμού της αποδειχθούν πολύ φιλόδοξοι, δήλωσε ο κ. Ντάισελμπλουμ μετά τις συσκέψεις. Αυτό όμως είναι το είδος της εξειδίκευσης την οποία απαιτεί το ΔΝΤ», παρατηρεί η «Welt».

«Το γιατί δεν έγινε τελικά συμφωνία μπορεί κανείς μόνο να το εικάσει. Το ότι η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ δεν συμμετείχε η ίδια στις συζητήσεις αλλά έστειλε τον διευθυντή Ευρώπης θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι περιόρισε τις δυνατότητες ελιγμών του ΔΝΤ. Ίσως όμως να οφείλεται στο γεγονός ότι ο κ. Σόιμπλε επέμεινε μέχρι τέλους στη σκληρή γραμμή του», καταλήγει το άρθρο της γερμανικής εφημερίδας.

«Ουδείς λόγος για τα χρέη» είναι ο τίτλος σχετικού άρθρου στην Tageszeitung. «Ο Εμανουέλ Μακρόν το θέλει, ο Γκάμπριελ το θέλει: η Αθήνα πρέπει να ανακουφιστεί. Μόνο ο Σόιμπλε επιμένει» γράφει χαρακτηριστικά η TAZ, παίρνοντας αφορμή από τη συνάντηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με τον νέο Γάλλο ομόλογό του Μπρουνό Λεμέρ στο Βερολίνο, κατά την οποία συζήτησαν μεταξύ άλλων και για το ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.

Σύμφωνα με την εφημερίδα του Βερολίνου οι δύο υπουργοί συνομίλησαν σε χαλαρό και φιλικό κλίμα, ωστόσο «οι πολιτικές αβρότητες κάλυψαν μόνο φευγαλέα μια θεμελιώδη διαφωνία που υπάρχει μεταξύ του Β. Σόιμπλε από τη μια πλευρά και του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και του Γερμανού υπ. Εξ. Ζίγκμαρ Γκάμπριελ από την άλλη πλευρά.

Οι δύο τελευταίοι ζητούν μια ελάφρυνση χρέους για την Ελλάδα», άποψη που σε καμία περίπτωση δεν συμμερίζεται ο Σόιμπλε, επαναλαμβάνοντας ότι για κάτι τέτοιο απαιτείται κοινοβουλευτική εντολή.

Κλείνοντας η TAZ σημειώνει αναφορικά με τη στάση Σόιμπλε: «Εάν παραμείνει στη δική του απόλυτη θέση, τα περιθώρια θα στενέψουν για την Ελλάδα. Διότι η χώρα χρειάζεται επειγόντως φρέσκο χρήμα. Τον Ιούλιο πρέπει να εξοφλήσει 7 δισεκατομμύρια ευρώ. Εάν το Eurogroup δεν δώσει το πράσινο φως μέχρι τότε, η Αθήνα θα χρεοκοπήσει».

Στη συνάντηση Σόιμπλε-Λεμέρ αναφέρεται και η Süddeutsche Zeitung σε άρθρο στην πρώτη σελίδα της με τίτλο «Η Γαλλία ζητά από τον Σόιμπλε βοήθεια για την Ελλάδα».

Όπως συνοψίζει το άρθρο «ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Λεμέρ ζητά συμβιβασμό, εντούτοις ο Γερμανός ομόλογός του απορρίπτει κατηγορηματικά μια διαγραφή χρεών». Παρά την προσπάθεια του Μπρουνό Λεμέρ να φανεί αισιόδοξος ότι θα επιτευχθεί συμβιβασμός και μια λύση «που θα ησυχάσει τόσο τον ελληνικό λαό όσο και τους δανειστές», ο Σόιμπλε απέρριψε εκ νέου το αίτημα για επιπρόσθετες ελαφρύνσεις πριν το καλοκαίρι του 2018.

Όπως αναφέρει η SZ τα λόγια του Σόιμπλε «βρήκαν απήχηση στον βαυαρό συνάδελφό του από το CSU Mάρκους Σέντερ, ο οποίος δήλωσε ότι “ένα κούρεμα χρέους δεν βοηθά κανέναν. Απαιτεί θάρρος από τον Γκάμπριελ να υποστηρίζει ότι δεν θέλει μείωση φόρων στη Γερμανία, αλλά ελάφρυνση χρέους για την Ελλάδα”».

Σε σχόλιο-ανταπόκριση από τις Βρυξέλλες για το online πρόγραμμα του πρώτου καναλιού της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) ο δημοσιογράφος Ραλφ Σίνα αναφέρει ότι «το κούρεμα χρέους είναι ήδη εδώ». Πιο συγκεκριμένα:

«Η άφεση χρέους για την Ελλάδα αποτελεί προ πολλού μία πραγματικότητα, καθώς έχουν συμφωνηθεί μακρά περίοδος χάριτος και γελοιωδώς χαμηλά επιτόκια. Όσο σθεναρά κι αν αντιτάσσεται ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην επίσημη απομείωση χρέους πριν από τις γερμανικές εκλογές, οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι θα δουν, στην καλύτερη περίπτωση, να επιστρέφει ένα ελάχιστο ποσοστό των δανείων που έχουν χορηγήσει στην Ελλάδα. Αυτό το έχουν συνειδητοποιήσει όλοι. Για την Αθήνα η ΕΕ έχει γίνει προ πολλού μία ένωση μεταφοράς πόρων. Το τρέχον, τρίτο πρόγραμμα βοήθειας θα πρέπει να αντικατασταθεί τον επόμενο χρόνο από ένα τέταρτο πρόγραμμα βοήθειας. Σε διαφορετική περίπτωση η κρατική χρεοκοπία είναι προγραμματισμένη. Και αυτό γιατί η Ελλάδα δεν θα έχει, σε εύλογο χρονικό διάστημα, την απαραίτητη αξιοπιστία για να σταθεί στις αγορές. Όλες οι προβλέψεις της Κομισιόν για τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αποτελούν, εδώ και χρόνια, απλό ευχολόγιο. Οι προσπάθειες για περικοπές και οι φορολογικές επιβαρύνσεις των τελευταίων ετών, καθώς και η άνθηση του τουρισμού δεν αλλάζουν το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της χωρίς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».

«Η Ελλάδα πρέπει να περιμένει» επιγράφεται σύντομο δημοσίευμα στην online έκδοση της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt. Σε ανταπόκριση από τις Βρυξέλλες σημειώνεται ότι «παρά τις σκληρές προσπάθειες περικοπών, η απειλούμενη με χρεοκοπία Ελλάδα θα συνεχίσει να περιμένει μία ρητή διαβεβαίωση για την παροχή νέων δανείων. Όπως προκύπτει από διαπραγματευτικούς κύκλους, οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε νέα βοήθεια».