Στο τέλος του περασμένου μήνα η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι ενεργοποίησε επισήμως με επιστολή της στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ τη διαδικασία εξόδου της χώρας της από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η επόμενη ημέρα βρίσκει τα 27 κράτη-μέλη να υπολογίζουν ήδη τον αντίκτυπο που θα έχει το Brexit στις εθνικές οικονομίες, παρότι οι διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών θα διαρκέσουν τουλάχιστον δύο χρόνια, μέχρι το 2019. Η Πολωνία είναι η χώρα που μπορεί να αποδειχθεί ο μεγάλος χαμένος του πολύκροτου αυτού «διαζυγίου», σύμφωνα με το Bloomberg.
Η Πολωνία είναι ο μεγαλύτερος αποδέκτης της οικονομικής βοήθειας που προσφέρει η ΕΕ στα μέλη της, αλλά ταυτόχρονα και ο μεγαλύτερος πάροχος διασυνοριακής εργασίας της ηπείρου. Μόνο στη Βρετανία ζουν και εργάζονται περίπου ένα εκατομμύριο Πολωνοί, αριθμός που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο όλων των υπηκόων της Ενωσης που διαμένουν στη χώρα.
Τώρα, σχολιάζει το αμερικανικό πρακτορείο, όχι μόνο η θέση αυτών των πολιτών τίθεται σε αμφισβήτηση μετά το Brexit αλλά η πιθανότητα να μειωθούν τα κονδύλια προς την Πολωνία συνεχώς αυξάνεται, αφού η ΕΕ θα χάσει το δεύτερο μεγαλύτερο οικονομικά συνεισφέρον κράτος-μέλος της Ενωσης μετά τη Γερμανία. Αν το Λονδίνο αποφασίσει να μειώσει το ύψος των δεσμεύσεών της προς την Ενωση, σε μια προσπάθεια να περιορίσει τον τελικό «λογαριασμό» της αποχώρησής της, το αποτέλεσμα δεν θα είναι διόλου θετικό για τη Βαρσοβία.
Περισσότερα από 250 δισ. ευρώ έχουν διατεθεί στην Πολωνία από την ένταξή της στο ευρωπαϊκό μπλοκ το 2004. Τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για την ανάπτυξη της χώρας σε όλα τα επίπεδα, στο πλαίσιο της πολιτικής της ΕΕ για τη βελτίωση των υποδομών και των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών στις φτωχότερες περιφέρειές της.
Η οικονομική βοήθεια επιτάχυνε τον ρυθμό ανάπτυξης της πολωνικής οικονομίας που το 2015 έτρεχε με 3,9%. Χαρακτηριστικό της δυναμικής που προσφέρουν στην Πολωνία τα ευρωπαϊκά κονδύλια είναι ότι ο ρυθμός ανάπτυξης μειώθηκε σε 2,8% πέρυσι, αποτέλεσμα του περιορισμού σε συγχρηματοδοτούμενες επενδύσεις μετά την αλλαγή της κυβέρνησης αλλά και του νέου προϋπολογισμού της Ενωσης. Ταυτόχρονα, όπως εξηγεί στους «Financial Times» ο Αλεξ Στζέρπμιακ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ, το συντηρητικό εθνικιστικό κυβερνών κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης της Πολωνίας έβλεπε το Λονδίνο ως σύμμαχο στην κριτική που ασκεί στις Βρυξέλλες.
Οι σχέσεις της κυβέρνησης της Μπεάτα Σίντλο με την ΕΕ είναι τεταμένες εξαιτίας συνεχόμενων περιστατικών που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την απόπειρα της πολωνικής ηγεσίας να αντιταχθεί στην επανεκλογή του Τουσκ (Πολωνού στην καταγωγή και πρώην πρωθυπουργού της χώρας) στην προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για δεύτερη συνεχή θητεία αλλά και την προσπάθειά της να μπλοκάρει τη διακήρυξη της Ρώμης.
Την περασμένη χρονιά μάλιστα, η πολωνή πρωθυπουργός κατηγόρησε την Ενωση ότι απειλεί και επιχειρεί να επέμβει στην εθνική κυριαρχία της χώρας της. Σε κάθε περίπτωση οι πρόσφατες επαφές υψηλού επιπέδου μεταξύ της Πολωνίας και της Βρετανίας δείχνουν τη διάθεση των δύο πλευρών να προσπαθήσουν να διατηρήσουν μια στενή σχέση συνεργασίας ακόμα και μετά το Brexit.

HeliosPlus