Αµετάβλητος παραµένει τον πρώτο µήνα του νέου έτους ο ?είκτης Οικονοµικού Κλίµατος στις 95,1 µονάδες, επισημαίνεται στην έρευνα οικονομικής συγκυρίας που εκπονεί το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).

H επίδοση αυτή εξακολουθεί να είναι η υψηλότερη από τον Απρίλιο του 2015, αν και χαµηλότερη από τα επίπεδα του 2014.

Στους επιµέρους τοµείς, η τάση στους σχετικούς δείκτες είναι ήπια θετική σε υπηρεσίες, κατασκευές και λιανικό εµπόριο, ενώ στη βιοµηχανία δεν καταγράφεται σηµαντική µεταβολή. Από την άλλη πλευρά, καταγράφεται αρνητική τάση στην καταναλωτική εµπιστοσύνη που αντισταθµίζει τις όποιες θετικές µεταβολές στους παραπάνω τοµείς.

Ουσιαστικά, και ανεξάρτητα από επιµέρους κλαδικές διαφοροποιήσεις, οι επιχειρήσεις φαίνεται να τηρούν στάση αναµονής, δεδοµένης και της αβεβαιότητας σχετικά µε την πορεία υλοποίησης του προγράµµατος. Ακόµη και αν τµήµατα της πραγµατικής οικονοµίας έχουν σε ένα βαθµό τη δική τους δυναµική. το επιβαρυντικό ευρύτερο µακροοικονοµικό περιβάλλον και κυρίως η καθυστέρηση στη βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας µε πιθανή είσοδο της Ελλάδας στο πρόγραµµα ποσοτικής χαλάρωσης επηρεάζουν συνολικά τις προσδοκίες.

Στην πλευρά των καταναλωτών, πρόσθετες πιέσεις αναµένονται στα εισοδήµατα ελεύθερων επαγγελµατιών και αγροτών από την αλλαγή στον τρόπο υπολογισµού των ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες επίσης θα επηρεάσουν κοστολογικά και τους αντίστοιχους εργοδότες.

Αναλυτικότερα:

  • στη Βιοµηχανία, οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς µήνες εξασθενούν, το ισοζύγιο στις εκτιµήσεις για τα αποθέµατα αποκλιµακώνεται, ενώ οι αρνητικές εκτιµήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση παραµένουν σχεδόν στα ίδια επίπεδα.
  • στις Υπηρεσίες, οι εκτιµήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων µεταβάλλονται ήπια και θετικά, όπως και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσµη ζήτηση, µε τις εκτιµήσεις για την τρέχουσα εξέλιξή της να επιδεινώνονται ελαφρά.
  • στο Λιανικό Εµπόριο, οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς µήνες βελτιώνονται ήπια, ενώ το ισοζύγιο στις εκτιµήσεις για τα αποθέµατα, αλλά και οι αρνητικές εκτιµήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση παραµένουν στα ίδια επίπεδα.
  • στις Κατασκευές, οι δυσµενείς προβλέψεις για το πρόγραµµα εργασιών των επιχειρήσεων αµβλύνονται, ενώ σε όρους απασχόλησης οι σχετικές προβλέψεις παραµένουν στα ίδια επίπεδα.
  • στην Καταναλωτική Εµπιστοσύνη, ο σχετικός δείκτης επιδεινώνεται ως αποτέλεσµα των δυσµενέστερων προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονοµική κατάσταση της χώρας το επόµενο 12-µηνο, για την εξέλιξη της ανεργίας και της πρόθεσης για αποταµίευση, η οποία και καταγράφει ιστορικό χαµηλό. Εξαίρεση αποτελούν οι προβλέψεις για τη οικονοµική κατάσταση των νοικοκυριών, οι οποίες δεν µεταβάλλονται.

Αντίστοιχα, στην Ευρωζώνη το οικονοµικό κλίµα παραµένει εν πολλοίς αµετάβλητο (+0,1),τον Ιανουάριο, φθάνοντας στις 107,9 µονάδες, ενώ στην ΕΕ επιδεινώνεται οριακά (-0,4), στις 108,7 µονάδες.

Αναλυτικότερα, στην Ευρωζώνη, η σταθεροποίηση του κλίµατος στα ίδια επίπεδα είναι αποτέλεσµα της ανόδου του σχετικού δείκτη στη Βιοµηχανία (+0,8) και των αντισταθµιστικών τάσεων στο Λιανικό Εµπόριο (-1,3) και τις Κατασκευές (-0,7), όπου σηµειώνεται επιδείνωση των επιχειρηµατικών προσδοκιών. Στις Υπηρεσίες (-0,2) και την καταναλωτική εµπιστοσύνη (+0,2) καταγράφεται σχετική σταθερότητα. Σε επίπεδο χωρών µεταξύ των πέντε µεγαλύτερων οικονοµιών της Ευρωζώνης, το κλίµα επιδεινώθηκε µόνο στη Γαλλία (-0,6), ενώ βελτιώθηκε στην Ολλανδία (+1,3), την Ισπανία (+1,4), την Ιταλία (+1,3) και επί της ουσίας δεν µεταβλήθηκε στην Γερµανία (-0,3). Η λιγότερο καλή επίδοση των συνολικών προσδοκιών στην ΕΕ προέρχεται κυρίως από την επιδείνωση του οικονοµικού κλίµατος στο Ηνωµένο Βασίλειο (-1,4), η οποία και αντιστάθµισε την αύξηση του σχετικού δείκτη στην Πολωνία (+2,0).

Σε τοµεακό επίπεδο, οι προσδοκίες σε σχέση µε την Ευρωζώνη διαφοροποιούνται στις Υπηρεσίες, όπου και σηµειώθηκε σηµαντική πτώση.