Παγίδες επιβαρύνσεων κρύβουν οι διατάξεις για την υποχρεωτική χρήση πλαστικού χρήματος προκειμένου μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο όριο που ισχύει κατά περίπτωση και ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του φορολογουμένου.
Πέρασαν 12 μήνες από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών να επεξεργάζονται το νομοσχέδιο για την εφαρμογή του πλαστικού χρήματος και οι δανειστές διαρκώς αρνούνταν να ανάψουν το πράσινο φως.
Δεν το ήθελαν;


Οπως μάλιστα αναφέρει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» αρμόδιος παράγοντας που συμμετέχει στις διαβουλεύσεις για το εν λόγω νομοσχέδιο, από τις συναντήσεις που πραγματοποιούνταν μεταξύ παραγόντων του υπουργείου Οικονομικών και τεχνικών κλιμακίων της τρόικας ήταν εξόφθαλμο ότι οι δανειστές ακολουθούσαν μια παρελκυστική πολιτική σαν να μην ήθελαν να προχωρήσει το νομοσχέδιο.
Ακριβώς την ίδια στάση ακολούθησαν τα τεχνικά κλιμάκια της τρόικας και στις διατάξεις για τα αδήλωτα εισοδήματα που όπως έχουν έρθει και πρόκειται να εφαρμοστούν ελάχιστοι φορολογούμενοι θα μπουν στη διαδικασία να εμφανίσουν «μαύρα» εισοδήματα.
Για παράδειγμα στις διατάξεις για το πλαστικό χρήμα δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για ακατάσχετο λογαριασμό των επιχειρήσεων και των επαγγελματιών. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Πολύ απλά ότι δεν θα έχουν κάποιο κίνητρο να προωθούν τις ηλεκτρονικές πληρωμές αλλά αντίθετα θα έχουν κίνητρο να δέχονται μετρητά. Αυτό διότι από τη στιγμή που ο λογαριασμός που θα δέχεται τις κάρτες ή ηλεκτρονικές πληρωμές δεν είναι ακατάσχετος η Εφορία, το ασφαλιστικό ταμείο ή μια τράπεζα θα μπορεί να προχωρά σε δέσμευση ή κατάσχεση μέρος του περιεχομένου του συγκεκριμένου λογαριασμού.
Στο υπουργείο Οικονομικών γνωρίζουν πολύ καλά ότι για να πετύχει το συγκεκριμένο μέτρο θα πρέπει να δίνει γενναία κίνητρα τόσο στους φορολογούμενους πολίτες όσο και στους επιχειρηματίες.
«Θολά» σημεία


Για τον ακατάσχετο λογαριασμό θα ισχύει ό,τι ακριβώς για τους απλούς πολίτες. Δηλαδή ένας λογαριασμός μέχρι του ποσού των 1.250 ευρώ. Το ποσό αυτό θεωρείται ευτελές για μια επιχείρηση στην οποία καθημερινά θα εισρέουν στον τραπεζικό της λογαριασμό χιλιάδες ή και δεκάδες χιλιάδες ευρώ.
Το επόμενο διάστημα η υφυπουργός Οικονομικών κυρία Κατερίνα Παπανάτσιου θα πρέπει να ξεκαθαρίσει αρκετά «θολά» σημεία αν επιθυμεί να δει να αυξάνονται τα έσοδα από το νέο σύστημα με τις αποδείξεις και το πλαστικό χρήμα που θα ισχύσει από 1ης Ιανουαρίου 2017.
Από τη μελέτη των νέων διατάξεων προκύπτει μεν ότι το αφορολόγητο μισθωτών, συνταξιούχων και αγροτών θα χτίζεται με τις αποδείξεις αλλά αυτό που ξεκαθαρίζει πλέον είναι ότι αν κάποιος μαζέψει λιγότερες αποδείξεις δεν θα χάνει το αφορολόγητο αλλά θα πληρώνει πρόσθετο φόρο 22% στη διαφορά μεταξύ του ποσού που πρέπει να έχει συγκεντρώσει ανάλογα το εισόδημά του και σε αυτό που τελικά έχει εξασφαλίσει μέσω των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Οι αποδείξεις που καλείται να συγκεντρώσει ο φορολογούμενος σε σχέση με το ετήσιο πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα δεν θεωρούνται απαγορευτικές. Ομως εδώ κρύβεται μια μεγάλη παγίδα. Αν τελικά εξαιρεθούν δεκάδες συναλλαγές και μάλιστα εκείνες που θεωρούνται ότι καλύπτουν ένα πολύ μεγάλο μέρος του ετήσιου εισοδήματος του φορολογουμένου τότε είναι προφανές ότι ακόμη και ένα ποσοστό 10% ή 15% αποδείξεων με πλαστικό χρήμα είναι δύσκολο να εξασφαλιστεί.
Για παράδειγμα αν εξαιρούνται οι πληρωμές για φως, νερό, τηλέφωνο (σταθερό ή κινητό), φυσικό αέριο, ενοίκια και κοινόχρηστα, ασφάλιστρα ΙΧ και μοτοσικλετών, οι δόσεις των δανείων (στεγαστικών, καταναλωτικών, κάρτας), η εξόφληση ασφαλίστρων ΙΧ και μοτοσικλετών, αλλά και άλλες κατηγορίες δαπανών όπως είναι τα διόδια, η συνδρομητική τηλεόραση, τα τέλη κυκλοφορίας, ο ΕΝΦΙΑ ή ο φόρος εισοδήματος.
Παράλληλα, στο υπουργείο Οικονομικών κάνουν πράξη παλαιότερη πρόταση όλες οι συναλλαγές άνω των 500 ευρώ η κάθε μία να γίνονται με πλαστικό χρήμα.
Από την όλη διαδικασία αναμένεται να εξαιρεθούν άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών και κάτοικοι ορεινών και απομακρυσμένων περιοχών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ