Αν και ελληνική οικονομία σταθεροποιείται και θα αναπτυχθεί ταχύτερα από ό,τι προβλεπόταν το 2017, δεν υπάρχουν ακόμα προοπτικές μιας βιώσιμης ανάκαμψης για την Ελλάδα, όπως προειδοποιεί η Morgan Stanley σε πρόσφατο report της για τις παγκόσμιες προοπτικές το επόμενο έτος.

Όπως επισημαίνει, το ουσιαστικό re-profiling του ελληνικού χρέους μεταφέρεται για αργότερα, ενώ το περιθώριο για ένταξη στο QE όλο και στενεύει, πριν ξεκινήσει η ΕΚΤ το tapering.

Στα θετικά ωστόσο είναι πως η οικονομία έχει αρχίσει να αφήνει την ύφεση πίσω της με το ΑΕΠ να παραμένει στάσιμο το τρέχον έτος σε σχέση με τις προηγούμενες προβλέψεις της MS για 1% ύφεση. Επίσης, το 2017 η ανάπτυξη θα βρεθεί στο 1,8%, δηλαδή 0,7% περισσότερο από ό,τι προέβλεπε πριν, ενώ το 2018 η ανάπτυξη αναμένεται να ξεπεράσει το 2%, και αυτή η ομαλοποίηση της οικονομίας φαίνεται ήδη στις αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων.

Ωστόσο, η λιτότητα, αν και όλο και λιγότερη, και η πολιτική αστάθεια εξακολουθούν να βαραίνουν τον τραυματισμένο οικονομικό ιστό και η βιώσιμη ανάπτυξη, ή ένας αξιοπρεπής ρυθμό ανάπτυξης και όχι βραχύβια ανάκαμψη, συνεχίζει να μην φαίνεται στον ορίζοντα και θα χρειαστεί πολύ χρόνο για υλοποιηθεί.

Όπως επισημαίνει η MS, αυτό το… έργο το έχουμε ξαναδεί στην Ελλάδα με την ανάπτυξη να επιστρέψει και την κυβέρνηση να βγαίνει στις αγορές ομολόγων. Δεν είναι η πρώτη φορά που το ελληνικό ΑΕΠ ανεβάζει ρυθμούς

Ωστόσο, το από που θα έλθει η ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα, είναι το σημαντικό, γιατί κατά τα επόμενα αρκετά τρίμηνα δεν θα εξαρτάται τόσο πολύ από κάποιους συγκεκριμένους κλάδους, από τις διαρθρωτικές αλλαγές στην πλευρά της προσφοράς, ή από το από πού θα προέλθει η ζήτηση. Αυτά θα γίνουν σταδιακά όλο και πιο σημαντικά. Ωστόσο, το πρώτο βήμα της ανάκαμψης, δηλαδή οι πρώτες 10 ποσοστιαίες μονάδες ανάπτυξης – μετά από 25% συρρίκνωση- θα προέλθουν από την άρση περιορισμών όπως τα capital controls, την λιτότητα, την έλλειψη χρηματοδότησης, τη συσσώρευση ληξιπρόθεσμων χρεών προς τους ιδιώτες, την πολιτική αβεβαιότητα, κ.λπ.

Σε ότι αφορά το QE, η MS σημειώνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να περιμένει μετά τις γερμανικές εκλογές για να λάβει μια ακόμα δόση re-profiling του χρέους, ενώ εκτιμά ότι με τον ρόλο του ΔΝΤ να παραμένει ακόμη αβέβαιος και με την βιωσιμότητα του χρέους να μην επιτυγχάνεται ακόμη, αυτό κινδυνεύει να καθυστερήσει την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στον πρόγραμμα της ΕΚΤ στα τέλη του 2017 ή ακόμα και μετά το τέλος του μνημονίου, το 2018.

Ωστόσο, νωρίτερα, καθώς ο τελευταίος γύρος επέκτασης του QE της ΕΚΤ θα έχει ήδη συμβεί, θα υπάρχει λίγος μόνο χρόνος για να αγοράσει ελληνικά κρατικά ομόλογα.

Τέλος, όπως επισημαίνει, η έλλειψη αποφασιστικής τροχιάς σταθεροποίησης για την Ελλάδα και η εφαρμογή διαδοχικών γύρων λιτότητας, συμβάλλουν στην πτώση της δημοτικότητα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία είναι τώρα πίσω στις δημοσκοπήσεις έναντι της Νέας Δημοκρατίας. Αυτό ωστόσο δεν είναι πραγματικά αρνητικό για την αγορά, καθώς η Ν.Δ. είναι πιο φιλοευρωπαϊκή, υπέρ της αγοράς και υπέρ της επιχειρηματικότητας.