Με τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων απασχολείται πλέον ένας στους τέσσερις εργαζομένους στις τράπεζες. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο των αποτελεσμάτων τρίτου τριμήνου 2016, περισσότεροι από 10.000 υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης σε σύνολο περίπου 42.000 σε όλο το τραπεζικό σύστημα είναι αφοσιωμένοι στην ανάκτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ).
Ο αριθμός αυτός μάλιστα αναμένεται να αυξηθεί σε κάποιο βαθμό το επόμενο διάστημα καθώς θα ολοκληρώνεται ο σχεδιασμός των νέων υποδομών για τις επισφάλειες, οι οποίες πρέπει να τεθούν σε πλήρη λειτουργία το αργότερο έως και το δεύτερο τρίμηνο του 2017.
Ενδεικτικό του όγκου της δουλειάς που πρέπει να φέρουν σε πέρας οι τράπεζες είναι το γεγονός ότι σε κάθε εργαζόμενο αναλογούν 250 υποθέσεις καθυστερήσεων που πρέπει να διευθετηθούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
Το στοίχημα του 2019


«Πλέον το στοίχημα των τραπεζών είναι η μείωση των ΜΕΑ σε όσο το δυνατόν χαμηλότερα επίπεδα έως και το τέλος του 2019, στη βάση των επιχειρησιακών σχεδίων με τα οποία έχουν δεσμευτεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Είναι λογικό λοιπόν ένα μεγάλο μέρος του ανθρώπινου δυναμικού μας να ασχολείται με τις προβληματικές χορηγήσεις» υποστηρίζει μιλώντας προς «Το Βήμα» γενικός διευθυντής συστημικού ομίλου.Στην πρώτη τριμηνιαία έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος για τις επιδόσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων, οι στόχοι που έχουν τεθεί χαρακτηρίζονται φιλόδοξοι. Εως και τον Δεκέμβριο του 2019 τα ΜΕΑ θα πρέπει, βάσει των δεσμεύσεων έναντι του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού – SSM, να μειωθούν κατά 40 δισ. ευρώ, από τα 106,9 δισ. ευρώ στα 66,7 δισ. ευρώ.
€43 δισ. στη λιανική


Οι μεγαλύτερες ανάγκες σε προσωπικό εντοπίζονται, λόγω του μεγαλύτερου αριθμού των φακέλων, στη λιανική τραπεζική και στα δάνεια των μικρών επιχειρήσεων, οι οποίοι προσεγγίζουν τα 2 εκατομμύρια. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα σε στεγαστική και καταναλωτική πίστη διαμορφώνονται στα 43 δισ. ευρώ.
Για την προώθηση ρυθμίσεων στους ιδιώτες απασχολούνται αποκλειστικά 3.000 άτομα, χωρίς να περιλαμβάνεται σε αυτόν τον αριθμό ο κόσμος που εργάζεται στον εισπρακτικό και νομικό τομέα, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της διαδικασίας ανάκτησης επισφαλών απαιτήσεων.
Τα μηχανογραφικά συστήματα


Εκτός όμως από τη μετακίνηση πληθυσμού από άλλες δραστηριότητες στις εσωτερικές μονάδες διαχείρισης προβληματικών δανείων, οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί στις εποπτικές αρχές και για σημαντικές αναβαθμίσεις στα μηχανογραφικά τους συστήματα.
Στόχος αυτών των «μεταρρυθμίσεων» είναι η όσο το δυνατόν καλύτερη παρακολούθηση ενός δανείου που ρυθμίζεται σε πραγματικό χρόνο.
Με τον τρόπο αυτό, ο υπάλληλος που είναι χρεωμένος με μια οφειλή μπορεί να παρέμβει το ταχύτερο δυνατόν σε περίπτωση που διαπιστωθεί εκ νέου αδυναμία του πελάτη να ανταποκριθεί στις δόσεις του. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική παράμετρο στην προσπάθεια των τραπεζών να τιθασεύσουν το πρόβλημα καθώς για να «ξαναπρασινίσει» ένα δάνειο πρέπει πρώτα να περάσει από δύο στάδια.
Σε πρώτη φάση πρέπει να συμπληρωθούν 12 συνεχείς μήνες αποπληρωμής, χωρίς καθυστέρηση άνω των 30 ημερών.
Οι ρυθμίσεις


Επειτα από αυτό το διάστημα, το δάνειο εξέρχεται της κατηγορίας των ΜΕΑ. Ωστόσο για τα επόμενα δύο χρόνια, βάσει των νέων κανόνων της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (ΕΒΑ), μεταπηδά στην κατηγορία των «ενήμερων αλλά ρυθμισμένων (performing forborne loans)».
Εφόσον κατά τη διάρκειά τους δεν υπάρξει καθυστέρηση μεγαλύτερη των 30 ημερών, τότε γίνεται ξανά ενήμερο. Δηλαδή, η απόσταση από το… κόκκινο στο πράσινο φθάνει τα τρία χρόνια ομαλών αποπληρωμών.
Η συμπεριφορά των δανειοληπτών, όπως αυτή καταγράφεται από τα online συστήματα των τραπεζών, λαμβάνεται υπόψη και για τη διαμόρφωση του προϊoντικού χαρτοφυλακίου ρυθμίσεων. Αν για παράδειγμα διαπιστωθεί ότι η επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής από μόνη της δεν ήταν αρκετή για να ξαναγίνει ενήμερος ένα σημαντικός αριθμός δανείων θα υπάρχει κατάλληλη προσαρμογή στη γενικότερη πολιτική της τράπεζας, ώστε να προληφθούν παρόμοια κρούσματα.Το ίδιο θα ισχύει και για τύπους ρυθμίσεων για τους οποίους οι εισπράξεις δείχνουν ότι είναι επιτυχημένες. Σε αυτήν την περίπτωση θα αυξάνεται η χρησιμοποίησή τους.
Τέλος, από τους δείκτες αυτούς θα αξιολογείται και το προσωπικό ώστε και σε αυτό το επίπεδο να γίνονται βελτιώσεις. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, οι τραπεζικές διοικήσεις εξετάζουν τη χορήγηση μπόνους, ανάλογα με τις επιδόσεις κάθε τμήματος.

ΕΚΘΕΣΗ
Αισιόδοξη η Moody’s για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια της Πειραιώς το 2017

Περισσότερα θετικά αποτελέσματα το 2017 θα αποφέρει η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, καθώς θα έχει ολοκληρωθεί η νέα δομή του Τομέα Αναδιαρθρώσεων (RBU) της Τράπεζας Πειραιώς, και η οικονομία θα επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Το σχόλιο αυτό κάνει σε νέα του έκθεση ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, η οποία χαρακτηρίζει την έως τώρα μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs) ως θετικό πιστωτικό γεγονός.
Οι οικονομολόγοι της αναφέρουν ότι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων της τράπεζας το 2016 είναι ένα θετικό σημάδι για την πιθανή μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs) στους επόμενους 12-18 μήνες.
Αυτή η θετική τάση αποτελεί προϋπόθεση για την Τράπεζα προκειμένου να πετύχει τον στόχο της για μείωση των ΝΡΕs σε επίπεδο μητρικής κατά 41% από το επίπεδο Ιουνίου 2016 (34,2 δισ. ευρώ) μέχρι το τέλος του 2019 (20,3 δισ. ευρώ).
Η καλύτερη επίδοση

«Η επίδοση της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων της Τράπεζας Πειραιώς είναι η καλύτερη μεταξύ όλων των ελληνικών τραπεζών, σηματοδοτώντας την αποτελεσματικότητα του RBU και θέτοντας ως κορυφαία προτεραιότητα της στρατηγικής της Διοίκησης της Τράπεζας να βελτιώσει την ποιότητα του ενεργητικού της» υποστηρίζει η Moody’s.
Ο εξειδικευμένος τομέας Αναδιαρθρώσεων (RBU) θεσμοθετήθηκε στα τέλη του 2013 και διαχειρίζεται ένα χαρτοφυλάκιο δανείων περίπου €31 δισ. των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (συμπεριλαμβανομένης της αναδιάρθρωσης των δανείων που είναι επί του παρόντος εξυπηρετούμενα), με κύρια αποστολή την αποκατάσταση των βιώσιμων πελατών, κυρίως μέσω της αναδιάρθρωσης των δανείων και τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει ως ενέχυρο (ή εμπράγματες εξασφαλίσεις).
Το RBU διαχειρίζεται περίπου 420 χιλιάδες πελάτες, με τη συμβολή και υποστήριξη περίπου 2.500 υπαλλήλων πλήρους απασχόλησης ενώ λειτουργεί με πελατοκεντρικό μοντέλο εξυπηρέτησης.
Η Moody’s θεωρεί ότι αυτή η ολοκληρωμένη δομή του RBU θα αποφέρει περισσότερα θετικά αποτελέσματα το 2017, καθώς η ελληνική οικονομία αναμένεται να επανέλθει σε ρυθμούς ανάπτυξης κατά περίπου 1,8% έναντι του 0% το 2016.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ