Εμφάνιση λαϊκού ήρωα πραγματοποίησε την Πέμπτη στην Ιντιάνα ο Ντόναλντ Τραμπ. Δρέποντας τις δάφνες της μεσολάβησής του για την αποτροπή μετεγκατάστασης στο Μεξικό μιας μονάδας παραγωγής της εταιρείας κατασκευής κλιματιστικών Carrier Corp. –διαμεσολάβηση που είχε ως αποτέλεσμα να σωθούν περίπου 1.000 θέσεις εργασίας στην αμερικανική Πολιτεία -, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ προειδοποίησε τον αμερικανικό επιχειρηματικό κόσμο ότι θα πρέπει να το σκεφθεί διπλά προτού μετεγκαταστήσει δραστηριότητές του εκτός αμερικανικής επικράτειας.
Παίζοντας το χαρτί του αντισυστημικού και ακλόνητου από τις πιέσεις των λόμπι ηγέτη και καλλιεργώντας το προφίλ του υπερασπιστή των φτωχών λευκών Αμερικανών της επαρχίας (που τον ψήφισαν άλλωστε) ο Τραμπ, ο οποίος μετέβη ήδη στο Οχάιο στο πλαίσιο περιοδείας που πραγματοποιεί στις αμερικανικές Πολιτείες για να ευχαριστήσει τους υποστηρικτές του, προέβαλε τις διαπραγματεύσεις με την Carrier Corp. ως μοντέλο για τον τρόπο με τον οποίο θα εργαστεί προκειμένου να ανακόψει τη φυγή των αμερικανικών επιχειρήσεων από τις ΗΠΑ.
«Πρώτον, θα φερθούμε σωστά και δίκαια στις αμερικανικές επιχειρήσεις. Δεύτερον, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να γνωρίζουν ότι αν θέλουν να περάσουν τα αμερικανικά σύνορα θα υποστούν συνέπειες» είπε ο Τραμπ μιλώντας στο Οχάιο. Εν προκειμένω, το «μοντέλο Carrier Corp.» προβλέπει τη χορήγηση στην εταιρεία ενός πακέτου φοροαπαλλαγών 7 εκατ. δολαρίων για τα επόμενα 10 χρόνια με αντάλλαγμα να διατηρήσει η εταιρεία στο δυναμικό της 800 εργαζομένους οργανωμένους σε εργατικά συνδικάτα και άλλους περίπου 200 που θα επωφεληθούν. Επιπλέον, η μητρική της Carrier, United Technologies, δεσμεύτηκε να επενδύσει 16 εκατ. δολάρια για τον εκσυγχρονισμό της μονάδας παραγωγής στην Ιντιάνα.


«Ετσι κάνουν όλοι»

Δεν κατάπιε αμάσητο ολόκληρος ο αμερικανικός Τύπος το σόου του Τραμπ. Η «New York Times», φιλελεύθερη και προοδευτική εφημερίδα που υποστήριξε αναφανδόν την υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον, είναι αλήθεια ότι έκανε λόγο για έναν «διαφορετικού τύπου Ρεπουμπλικανό, με βούληση να τα βάλει με τις μεγάλες επιχειρήσεις». Η εφημερίδα παραλληλίζει τον Τραμπ με τον Ρίτσαρντ Νίξον.
«Οπως ο ακραιφνής αντικομμουνιστής Νίξον μπόρεσε να πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στην Κίνα δίχως να κατηγορηθεί για φιλομαοϊκός, έτσι και ο μπίζνεσμαν Τραμπ μπορεί να ορθώσει το ανάστημά του απέναντι στην επιχειρηματική Αμερική δίχως να πει κανείς ότι πρόκειται για έναν σοσιαλιστή τύπου Μπέρνι Σάντερς» γράφουν οι «ΝΥΤ» που επαίνεσαν ανοικτά την πρωτοβουλία του εκλεγέντος προέδρου.
Δεν «μάσησε» το διαδικτυακό περιοδικό «Slate» που χαρακτηρίζει την όλη υπόθεση ως παράσταση δημοσίων σχέσεων του Ντόναλντ Τραμπ. «Πώς τα κατάφερε ο Τραμπ να σώσει 1.000 θέσεις εργασίας στην Ινδιανάπολη; Μα, κάνοντας αυτά που κάνουν όλοι: με χρήματα των φορολογουμένων» γράφει χαρακτηριστικά ο Χένρι Γκράμπαρ. Ο οικονομικός συντάκτης του αμερικανικού περιοδικού θυμίζει ότι ο αντιπρόεδρος του Τραμπ Μάικ Πενς είναι ακόμα κυβερνήτης της Ιντιάνα, της Πολιτείας που προσέφερε τα κίνητρα στην εταιρεία κατασκευής κλιματιστικών προκειμένου να μη μεταφέρει το εργοστάσιό της στο Μεξικό.
Το «Slate» υποστηρίζει ότι ο Τραμπ και οι συνεργάτες του δεν εμποδίζουν τις αμερικανικές επιχειρήσεις να μετεγκαταστήσουν μονάδες παραγωγής σε χώρες με φθηνότερα εργατικά χέρια, αλλά τις ευνοούν! Πολύ σπάνια οι επιδοτήσεις μπορούν να αντισταθμίσουν τα τεράστια οφέλη που έχει μια επιχείρηση εντάσεως εργασίας αν μετεγκατασταθεί στο Μεξικό ή στη Νοτιοανατολική Ασία.
Δημοσίευμα της εφημερίδας «Indianapolis Star» αποκάλυψε, άλλωστε, τον περασμένο Αύγουστο ότι ο Ομιλος Οικονομικής Ανάπτυξης της Ιντιάνα (Indiana Economic Development Corporation) του Μάικ Πενς έχει χορηγήσει από το 2013 κίνητρα ύψους 24 εκατ. δολαρίων σε 10 επιχειρήσεις οι οποίες συνολικά απέλυσαν 3.800 εργαζομένους καθώς έκλεισαν εργοστάσια και μετέφεραν την παραγωγή τους στο εξωτερικό.
«Οι επιδοτήσεις πιθανότατα δεν ήταν ο καθοριστικός παράγοντας για να αποφασίσει η Carrier να μείνει στην Ιντιάνα. Θα πρέπει να ερευνήσει κανείς τι πραγματικά πρόσφερε ο Πενς στην εταιρεία για να μείνει και να ξεχάσει τα 65 εκατ. δολάρια που θα είχε ως όφελος αν έφευγε από τις ΗΠΑ» γράφει ο συντάκτης του «Slate». «Ισως η εταιρεία των αιρκοντίσιον να έχει ύστερα οφέλη έχοντας εξασφαλίσει την εύνοια της κυβέρνησης. Η μητρική της, η United Technologies, εξασφαλίζει περίπου το 10% του ετήσιου τζίρου των 56 δισ. δολαρίων που πετυχαίνει από τη συνεργασία της με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, κυρίως χάρη σε συμβόλαια συνεργασίας με το υπουργείο Αμυνας» γράφει ο Χένρι Γκράμπαρ.
Πρόβλημα, όχι λύση

Είναι σαφές ότι η Carrier και η μητρική της έχουν λόγους για να κρατούν ικανοποιημένο τον Τραμπ. Αλλά αυτό που συνέβη τις ημέρες αυτές στην Ιντιάνα «αποτελεί το πρόβλημα και όχι τη λύση σε ό,τι αφορά την προσέγγιση της Αμερικής στο μείζον ζήτημα των επιχειρηματικών διαπραγματεύσεων». Η προβληματική του συντάκτη του «Slate» προσπερνά το ερώτημα αν είναι δυνατόν να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης ή και μιας οικονομίας συνολικά με δασμούς, επιδοτήσεις και άλλα προστατευτικά μέτρα –ο Τραμπ, ως γνωστόν, απειλεί με υψηλή δασμολόγηση τις αμερικανικές επιχειρήσεις που κατασκευάζουν στο εξωτερικό τα προϊόντα τους και θα έχει ενδιαφέρον να διαπιστώσει κανείς πόσο θα κοστίζει στις ΗΠΑ ένα iPhone επί των ημερών του.
Ο Γκράμπερ θεωρεί ότι το περιβάλλον λειτουργίας των αμερικανικών επιχειρήσεων είναι ήδη πολύ ευνοϊκό γι’ αυτές και ότι το δημόσιο χρήμα που μοιράζουν σε αυτές οι τοπικές και πολιτειακές αρχές και ασφαλώς η Ουάσιγκτον αποτελεί μια σημαντική πηγή εσόδων γι’ αυτές –«και μια μεγάλη απώλεια για μας τους υπολοίπους» σημειώνει. Ιδιαιτέρως οι αμερικανικές Πολιτείες και οι τοπικές αρχές έχουν προσφέρει σε εκατοντάδες περιπτώσεις επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές που ξεπερνούν κατά πολύ τα 65 εκατ. δολάρια που θα κέρδιζε η Carrier αν μεταφερόταν στο Μεξικό.
Σύμφωνα με έρευνα της Good Jobs First, ενός «Κέντρου Ερευνών για την Υπεύθυνη Οικονομική Ανάπτυξη», περίπου 240 συμφωνίες τύπου Carrier συνολικής αξίας 64 δισ. δολαρίων υπεγράφησαν τα τελευταία 35 χρόνια στις ΗΠΑ. Τη μερίδα του λέοντος από τα εταιρικά αυτά κίνητρα την καρπώθηκαν βιομηχανικές μονάδες και το μέσο κόστος για τη διατήρηση μιας θέσης εργασίας ανήλθε σε 465.000 δολάρια.
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι δημόσιες χορηγίες πηγαίνουν σε εταιρείες που περνούν τα αμερικανικά σύνορα. «Εκείνο που καθιστά δυνατή τη χορήγηση δημόσιας αρωγής στις επιχειρήσεις και το κοινό χαρακτηριστικό των σχετικών συμφωνιών είναι η διατήρηση σε ισχύ ενός κανονιστικού πλαισίου ιδιαιτέρως ευνοϊκού για τις επιχειρήσεις που μετακινούν δραστηριότητες και λειτουργίες τους από τη μια αμερικανική Πολιτεία στην άλλη ή και στο εξωτερικό, ανεξάρτητα από τις επιχορηγήσεις ή από τα κυβερνητικά συμβόλαια που έχουν επωφεληθεί» εξηγεί ο αμερικανός ρεπόρτερ.
«Οπως ακριβώς η Currier, η μέση αμερικανική επιχείρηση έχει συνηθίσει να γαβγίζει ώσπου να ταϊστεί. Και γιατί όχι; Ανέκαθεν η μέθοδος αυτή απέδιδε. Και ο Ντόναλντ Τραμπ δεν προτίθεται να εκπαιδεύσει την επιχειρηματική Αμερική. Αλλά μοιάζει ευτυχής που θα συνεχίσει να την ταΐζει» καταλήγει το δημοσίευμα στο «Slate». Κάτι διαφορετικό, μια νομοθετική μεταρρύθμιση ας πούμε, θα έπληττε άλλωστε τα επιχειρηματικά συμφέροντα του ίδιου του μπίζνεσμαν-προέδρου.

HeliosPlus