Με τις πιθανότητες επικράτησης του «Οχι» στο ιταλικό δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου για τη συνταγματική μεταρρύθμιση να εκτιμώνται σήμερα στο 55%-60% σύμφωνα με την Deutsche Bank, οι πολιτικές προεκτάσεις του αποτελέσματος αποτελούν για την HSBC έναν ευρύτερο δείκτη υποστήριξης του ευρωπαϊκού σχεδίου.
Το ευρώ εξάλλου (πέρα από τα ιταλικά κυβερνητικά ομόλογα) δέχεται πιέσεις το τελευταίο διάστημα, με τους αναλυτές να μην αποκλείουν ότι πλησιάζει η ώρα του αποκαλούμενου «parity» (1 ευρώ = 1 δολάριο), αν και για τους περισσότερους οικονομολόγους αυτό έχει να κάνει περισσότερο με το γεγονός ότι την ώρα που η Fed θα αυξάνει τα επιτόκια η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε έναν ακόμη γύρο ποσοτικής χαλάρωσης, προσθέτοντας στο 1,7 τρισ. ευρώ άλλα 700 δισ. ευρώ συνολικά στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που λήγει τον ερχόμενο Μάρτιο.
Οι πιέσεις στο ευρώ εντάθηκαν και από κάποιες κερδοσκοπικές κινήσεις που σύμφωνα με το Bloomberg έχουν να κάνουν με την εκτίμηση πως αν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι «Οχι» η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα σπεύσει να στηρίξει τις τιμές των ομολόγων αφήνοντας το ενιαίο νόμισμα να διολισθήσει κι άλλο.
Τα δεδομένα δείχνουν πάντως πως μετά το Brexit και τη νίκη του Τραμπ το επόμενο πολιτικό γεγονός που μπορεί να επηρεάσει τις αγορές είναι το δημοψήφισμα της Ιταλίας, καθώς ενδέχεται να οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές αυξάνοντας τους συστημικούς κινδύνους στην ευρωζώνη, την ώρα που ούτως ή άλλως ο πολιτικός κίνδυνος στη Γηραιά Ηπειρο είναι βέβαιο ότι θα αυξηθεί το 2017 με τις ολλανδικές, τις γαλλικές και τις γερμανικές εκλογές προ των πυλών.
Το δημοψήφισμα μπορεί να οδηγήσει σε αστάθεια τις αγορές, ωστόσο δεν αποτελεί συστημικό κίνδυνο ακόμη και στην περίπτωση της επικράτησης του «Οχι», καθώς κάτι τέτοιο δεν οδηγεί την Ιταλία εκτός ευρώ, ίσως ούτε καν σε πρόωρες εκλογές, εκτίμησε η Credit Suisse, αν και άλλοι αναλυτές σημειώνουν πως ο Ρέντσι έχει εναποθέσει στο αποτέλεσμα την παραμονή του στην εξουσία.
Την ίδια ώρα, με βάση το Ινστιτούτο Sentix, που καταγράφει τις πιθανότητες που δίνουν οι χρηματαγορές στο ενδεχόμενο εξόδου μιας χώρας από το ευρώ, η έξοδος της Ιταλίας είναι πλέον πιο πιθανή από αυτήν της Ελλάδας, αφού οι επενδυτές τοποθετούν τον κίνδυνο του Italexit στο 9,9% και του Grexit στο 8,5%. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν πως το ενδεχόμενο αμφισβήτησης της συμμετοχής της Ιταλίας στη ζώνη του ευρώ δεν έχει να κάνει με το δημοψήφισμα αλλά με βαθύτερα αίτια που αφορούν την απόδοση της ιταλικής οικονομίας από το 1999, οπότε υιοθέτησε το ευρώ. Η Citi επισήμανε π.χ. ότι η Ιταλία ήταν η μόνη χώρα όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σταθερές τιμές από το 1999 μειώθηκε.
Σύμφωνα επίσης με εκτιμήσεις της Saxo Bank αν ο Ματέο Ρέντσι χάσει στο επικείμενο δημοψήφισμα, η πολιτική αστάθεια θα μπορούσε να γίνει και πάλι η νέα νόρμα για την Ιταλία, και μάλιστα στη χειρότερη στιγμή για τη χώρα. Και το βασικό πρόβλημα δεν είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον ιταλικό τραπεζικό κλάδο που φτάνουν τα 400 δισ. ευρώ (20% του ΑΕΠ), αλλά η έλλειψη οικονομικής ανάπτυξης, παρά τις διαρθρωτικές αλλαγές. Το ΑΕΠ παραμένει 10% κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα, ενώ τα τελευταία 15 χρόνια το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές δεν έχει αυξηθεί ούτε καν απειροελάχιστα.
Ο περιβόητος «Made in Italy» κλάδος (ο βιομηχανικός τομέας), ο οποίος αντιστοιχεί στο 20% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, δείχνει ανησυχητικά σημάδια επιβράδυνσης. Υπό αυτές τις συνθήκες, εκτίμησε η Saxo Bank, ο κυβερνητικός στόχος ανάπτυξης 1,2% για εφέτος είναι απλώς ανέφικτος. Με τον ρυθμό ανάπτυξης στο τέλος του δεύτερου τριμήνου να είναι στο 0,7%, ο ετήσιος ΑΕΠ θα φτάσει, στην καλύτερη των περιπτώσεων, το 0,8% το 2016, το οποίο είναι κοντά στα ποσοστά του ΑΕΠ του 2015.
Η αποτυχία του δημοψηφίσματος του Ρέντσι σίγουρα θα έβλαπτε περαιτέρω την οικονομία και θα ανέβαλλε επ’ αόριστον τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Θα προκαλούσε αύξηση των spreads και της κερδοσκοπίας έναντι της ιταλικής αγοράς. Ωστόσο είναι απίθανο, αναφέρει, η κρίση αυτή να διαρκούσε και να αποτελούσε πραγματική απειλή για την ευρωζώνη. Αν κρινόταν απαραίτητο, η ΕΚΤ θα μπορούσε να επέμβει με την ενεργοποίηση ενός νέου γύρου προγράμματος TLTRO, που θα βοηθήσει τις ιταλικές τράπεζες και, αν επικρατήσει το χειρότερο δυνατό σενάριο, το οποίο είναι μάλλον απίθανο, θα μπορούσε επίσης να ενεργοποιήσει ένα πρόγραμμα αγοράς ομολόγων OMT. Λόγω της παντοδυναμίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για την ώρα, είναι αδύνατο να δούμε μια κρίση διαρκείας στην ευρωπαϊκή αγορά κρατικών ομολόγων.

HeliosPlus