Ενα «πολύ δύσκολο μείγμα» έχουν να αντιμετωπίσουν οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις της χώρας. Στο εσωτερικό οι οικονομικές συνθήκες επιβαρύνουν τα λειτουργικά τους αποτελέσματα, την ώρα που η ρευστότητα λείπει και ο δανεισμός επιβαρύνεται. Από την άλλη πλευρά, το διεθνές περιβάλλον παραμένει ρευστό, δημιουργώντας ανασφάλεια για την έκβαση της ζήτησης τη νέα σεζόν και επιβάλλοντας πολιτική ελκυστικών τιμών.
Για το 2017 «οι ενδείξεις είναι θετικές από τη βρετανική αγορά, αλλά αυτό δεν σημαίνει τίποτα, γιατί είναι ακόμα πολύ νωρίς» δηλώνει στο «Βήμα» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) και α’ αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Γιάννης Ρέτσος.
Οι προκρατήσεις που καταγράφηκαν στην πρόσφατη Διεθνή Εκθεση Τουρισμού World Travel Market παρουσιάζουν άνοδο 9%, ενώ για την ενίσχυσή τους έγιναν κάποιες εκπτώσεις. «Οι εκπτώσεις γίνονται γιατί οι ξενοδόχοι είναι ακόμα φοβισμένοι» υποστηρίζει ο κ. Ρέτσος. «Χρειάζεται μια κρίσιμη μάζα προκρατήσεων στην αρχή. Ετσι, όλοι σπεύδουν όλο και νωρίτερα να κάνουν εκπτώσεις. Φαίνεται σαν να είσαι σε αδύναμη σχέση στη διαπραγμάτευση. Ομως τα πράγματα είναι συνεχώς ρευστά. Εξακολουθητικά δραστηριοποιούμαστε σε ένα περιβάλλον διεθνούς ρευστότητας, έχοντας παράλληλα πολύ σημαντικά προβλήματα στο εσωτερικό, με υπερφορολόγηση και έλλειψη ρευστότητας. Αυτό κάνει ένα πολύ δύσκολο μείγμα».
Φταίνε και οι τράπεζες


Φλέγον είναι και το ζήτημα της ρευστότητας και των «κόκκινων» δανείων στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Εξάλλου, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ.Γιάννης Στουρνάραςστην πρόσφατη ομιλία του στο πλαίσιο του 15ουσυνεδρίου του ΣΕΤΕ σημείωσε ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του τουριστικού τομέα αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης και στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016 έχουν ανέλθει σε ποσοστό 54,3%. Τόνισε δε ότι το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλότερο του αντίστοιχου δείκτη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων του συνόλου της οικονομίας (45,1%), υποστηρίζοντας ότι το φαινόμενο θα πρέπει να ερευνηθεί και να αντιμετωπισθεί.

«Είναι σαφές ότι υπάρχει πίεση από παντού και από το εξωτερικό για τα «κόκκινα» δάνεια»
σημειώνει ο κ. Ρέτσος. «Φοβάμαι το πόσο σύντομη θα είναι η διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Δεν είναι όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον τουρισμό «κακά δάνεια». Θα μπορούσαν να καταστούν βιώσιμα. Το ερώτημα είναι αν θα δοθεί αυτό το περιθώριο στον επιχειρηματία».
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι «υπάρχουν επιχειρήσεις που είχαν τοποθετηθεί σωστά, είχαν προϊόν με ταυτότητα, είχαν σωστή οικονομική διαχείριση, έκαναν σωστά ανοίγματα, με οικονομοτεχνικά κριτήρια, και όχι με μαξιμαλιστικές προσεγγίσεις». Αλλά ακόμα και στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις «δεν τους αξίζει ο ξαφνικός θάνατος, γιατί στην Ελλάδα τα πράγματα άλλαξαν πάρα πολύ γρήγορα. Πρέπει να κριθούν με αυστηρά κριτήρια και θέλει χρόνο και εξέταση κατά περίπτωση. Και φοβάμαι για το κατά πόσο αυτό θα γίνει».
Παιχνίδι ευθυνών


Από την άλλη, αναφέρεται «σε ένα blame game (παιχνίδι ευθυνών) που διαδραματίζεται ανάμεσα στα ξενοδοχεία και στις τράπεζες και «για ό,τι κακό έγινε ευθύνονται οι επιχειρηματίες». Εξίσου ευθύνεται και η τράπεζα, η οποία χρηματοδότησε, ενέκρινε, και έλεγξε αυτή την επένδυση» τονίζει. «Αν υπάρχει ευθύνη, υπάρχει και από τις δύο πλευρές. Δεν υπάρχει μόνο ο κακός επιχειρηματίας. Και οι τράπεζες δεν ήξεραν πού τα έδιναν».
Σήμερα μια ξενοδοχειακή επιχείρηση χρειάζεται να προσαρμοστεί στις σύγχρονες προκλήσεις για να έχει υγιή λειτουργία. «Πρέπει το business plan να έχει καταρτιστεί με αυστηρά κριτήρια και όχι με βάση αυτό που θέλεις εσύ. Χρειάζεται έρευνα αγοράς, μελέτη αν το κόστος είναι αποσβέσιμο. Αν αυτά δεν τα έχεις μελετήσει σωστά, είναι δύσκολο μετά να κάνεις κινήσεις για να βελτιώσεις την κατάσταση» εξηγεί. Από την άλλη, σχολιάζει ότι τώρα οι έλληνες ξενοδόχοι «κάνουμε κινήσεις κασκαντέρ για να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί», μια και οι περισσότεροι έχουν βάλει φρένο στις δαπάνες ανακαίνισης και σε επενδύσεις «περιμένοντας να βελτιωθούν οι συνθήκες για να μπορεί κανείς να αναπτυχθεί».
Sharing economy


Οι απώλειες του ξενοδοχειακού κλάδου από το sharing economy με τις μισθώσεις κατοικιών είναι πλέον καταγεγραμμένες, με τα διαφυγόντα δημόσια έσοδα να υπολογίζονται πάνω από 270 εκατ. ευρώ. Το θέμα ήταν από τις αιχμές στο ετήσιο Συμβούλιο Προέδρων ξενοδοχειακών Ενώσεων-μελών της ΠΟΞ, την Παρασκευή, στο πλαίσιο της 32ης Philoxenia. «To sharing economy αποτελεί κομμάτι του τουριστικού μας προϊόντος και ταυτόχρονα παραμένει παντελώς αρρύθμιστο και μη χαρακτηρισμένο» δηλώνει ο κ. Ρέτσος.
Ταυτόχρονα «λειτουργεί ανταγωνιστικά με άλλους κλάδους και ως αθέμιτος ανταγωνισμός. Χρειάζεται να το αναγνωρίσουμε και να το χαρακτηρίσουμε. Σε αυτή την κατεύθυνση σημειώνει ότι οι πρώτες πληροφορίες σχετικά με το επικείμενο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών μάς βρίσκουν σύμφωνους. Πρέπει να υπάρχουν κανόνες υγιεινής, ασφάλειας, φορολογία στην πηγή της κράτησης, για να μην είναι μια πλήρως διαφυγούσα δραστηριότητα». Και «φυσικά να αποφύγουμε τo sharing economy να μεταβληθεί σε επαγγελματική δραστηριότητα με την εκμετάλλευση 100-120 διαμερισμάτων» καταλήγει.

Υπερφορολόγηση
Ο ΦΠΑ έχει μειώσει την ανταγωνιστικότητα

Η υπερφορολόγηση στις επιχειρήσεις το 2016 έχει μειώσει την ανταγωνιστικότητα. Οπως αναφέρει ο πρόεδρος της ΠΟΞ «με τον ίδιο τζίρο με το 2015, μια ξενοδοχειακή επιχείρηση στη Ρόδο θα είχε το 2016 μείωση 10% στα καθαρά της έσοδα και μια επιχείρηση σε αστικό κέντρο μείωση 6%. Αυτή η μείωση οφείλεται στην επιβάρυνση του ΦΠΑ» υπογραμμίζει. Ο ΦΠΑ «είναι τόσο υψηλός που επηρεάζει τη δυνατότητα του ξενοδοχείου να προσελκύσει πελατεία. Εχει μειώσει πολύ την ανταγωνιστικότητα. Είσαι ακριβότερος από τον ανταγωνισμό. Ο κόσμος που έρχεται στην Ελλάδα πληρώνει ακριβότερες υπηρεσίες. Από τη μια χρονιά στην άλλη βλέπει πολύ αυξημένες τις τιμές. Αυτό επηρεάζει και τις δαπάνες. Για αυτό βλέπουμε συγκράτηση στην κατανάλωση» δηλώνει.
Η υστέρηση των εσόδων

Παράλληλα, αναφερόμενος στην υστέρηση των εσόδων εφέτος, σε σχέση με τις αυξημένες αφίξεις, επισημαίνει ότι ένας από τους βασικούς λόγους είναι ότι «πολλοί από αυτούς που ήρθαν, κανονικά θα πήγαιναν σε άλλους προορισμούς», φθηνότερους από την Ελλάδα. Εκφράζει δε την ανησυχία του σε ό,τι αφορά το Τέλος Διανυκτέρευσης, καθώς «αν σήμερα η δυνατότητα διαχείρισης της τιμής είναι σχεδόν ανύπαρκτη, από 1/1/2018 αυτή η επιπλέον επιβάρυνση πού θα μετακυληθεί; Στον πελάτη;». Και προσθέτει ότι «από την ερχόμενη άνοιξη θα ξεκινήσει αυτή η συζήτηση με τους tour operators».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ