Την κατάργηση της δυνατότητας προσωρινής προστασίας, που συνήθως επιτυγχάνεται με την αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99, επιφέρει το σχέδιο νόμου για την τροποποίηση του πτωχευτικού κώδικα και της προ-πτωχευτικής διαδικασίας, προκαλώντας ήδη την αντίδραση της αγοράς.

Το νομοσχέδιο που θα βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση έως τις 27 Οκτωβρίου, μπορεί να υπόσχεται δεύτερη ευκαιρία στους πτωχευμένους επιχειρηματίες, επί της ουσίας όμως καταργεί τη φιλοσοφία του άρθρου 99 αφού αίρει τα προσωρινά μέτρα προστασίας των προβληματικών επιχειρήσεων από τους πιστωτές τους.

Έτσι, χάνεται η ομπρέλα που παρέχει το υφιστάμενο πτωχευτικό πλαίσιο για να διεξάγονται με σχετική ασφάλεια οι συζητήσεις μεταξύ επιχείρησης που βρίσκεται σε αδυναμία πληρωμών και των πιστωτών της, με στόχο την εξεύρεση συμφωνίας εξυγίανσης.

Η εν λόγω αλλαγή έχει προκαλέσει αναστάτωση στην αγορά με μερίδα επιχειρηματιών, συμβούλων και νομικών να υποστηρίζει ότι μέσω των αλλαγών στο άρθρο 99 επί της ουσίας ανοίγει ο δρόμος για τον ξαφνικό θάνατο χιλιάδων επιχειρήσεων και όχι για την εξυγίανση αυτών.

Το ερώτημα λοιπόν είναι τι γίνεται στο μεσοδιάστημα, από τότε, δηλαδή, που ο οφειλέτης αποφάσισε να ξεκινήσει την προπτωχευτική διαδικασία, μέχρι την κατάθεση της συμφωνίας εξυγίανσης για επικύρωση τής συμφωνίας. Η απάντηση νομικών κύκλων είναι πως ο κίνδυνος την ώρα που μια επιχείρηση εκπονεί πλάνο εξυγίανσης να κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή από αναγκαστικά μέτρα και να οδηγηθεί στην πτώχευση πριν προλάβει να φέρει εις πέρας την όλη διαδικασία, είναι ορατός.

Σημειώνεται πως προκειμένου να επικυρωθεί συμφωνία εξυγίανσης, που θα κατατεθεί στο δικαστήριο, θα πρέπει να έχει συναφθεί από τον οφειλέτη και από πιστωτές του που εκπροσωπούν το 60% του συνόλου των απαιτήσεων στο οποίο περιλαμβάνεται το 40% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων. Επίσης προβλέπεται πως η επικύρωση συμφωνίας, η οποία έχει συναφθεί μόνον από πιστωτές, που συγκεντρώνουν τα συγκεκριμένα ποσοστά, χωρίς τη σύμπραξη του οφειλέτη, είναι δυνατή εφόσον ο οφειλέτης βρίσκεται, κατά το χρόνο σύναψης της συμφωνίας, σε παύση πληρωμών.

Σε άλλο σημείο του νομοσχεδίου αναφέρεται πως από την κατάθεση της συμφωνίας εξυγίανσης προς επικύρωση και μέχρι την έκδοση απόφασης από το πτωχευτικό δικαστήριο για την επικύρωση ή μη της συμφωνίας εξυγίανσης, αναστέλλονται αυτόματα τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση απαιτήσεων που έχουν γεννηθεί πριν την υποβολή της αίτησης επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης. Η ανωτέρω αναστολή δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 4 μήνες. Περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας αναστέλλεται η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένης της εγγραφής προσημείωσης υποθήκης, συναινετικής ή κατ’ αντιδικία, εκτός εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης, τεχνολογικού ή εν γένει εξοπλισμού της που δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει τον κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.

Με βάση τα όσα προβλέπονται στο νομοσχέδιο το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης εφόσον έχει υπογραφεί από τον οφειλέτη και από την απαιτούμενη πλειοψηφία του συνόλου των πιστωτών, ή μόνον από πιστωτές του που συγκεντρώνουν την πλειοψηφία. Επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης όταν, επιπλέον, πληρούνται σωρευτικά και τα εξής:

α. Πιθανολογείται ότι κατόπιν της επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης η επιχείρηση του οφειλέτη θα καταστεί βιώσιμη.

β. Πιθανολογείται ότι η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών δεν παραβλάπτεται κατά την έννοια του άρθρου 99 παράγραφος 2.

γ. Η συμφωνία εξυγίανσης δεν είναι αποτέλεσμα δόλου ή άλλης αθέμιτης πράξης ή κακόπιστης συμπεριφοράς του οφειλέτη, πιστωτή ή τρίτου, και δεν παραβιάζει διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, ιδίως του δικαίου του ανταγωνισμού.

δ. Η συμφωνία εξυγίανσης αντιμετωπίζει με βάση την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης τους πιστωτές, που βρίσκονται στην ίδια θέση.